Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Ευτυχία Παπαγιαννοπουλου!



Η ιστορία της μοιάζει με της Ελλάδας,την εκμεταλλεύτηκαν όλοι και κυρίως τροφοδοτούσαν το πάθος της και μέσα από αυτό της κατέκλεβαν τις πνευματικές της δημιουργίες !Αξίζει να διαβάσετε κάποια πράγματα γι αυτή την κορυφαία στιχουργό που όλοι οι μεγάλοι ερμηνευτές μας της έπαιρναν τραγούδια έκαναν απίστευτες επιτυχίες και δεν την ανέφεραν πουθενά γιατί αγόραζαν τους στίχους της και τους παρουσίαζαν ως δικούς τους!
Σας παραθέτω εδώ μερικά στοιχεία που αλίευσα από το διαδίκτυο,αξίζει να διαθέσετε χρόνο για να διαβάσετε γιά τη μεγάλη αυτή Ελληνίδα!
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια από τις σπουδαιότερες στιχουργούς, η οποία χάρη στο τρομακτικό ταλέντο της τροφοδότησε το ελληνικό λαϊκό τραγούδι με μεγάλο αριθμό εξαίρετων δημιουργιών, μερικές από τις οποίες θα παραμείνουν για πάντα άγνωστες, καθώς μόνο ένα μικρό μέρος αυτών που έγραψε είναι καταχωρημένο στο όνομά της

Η Ευτυχία Χατζηγεωργίου-Οικονόμου, κατόπιν Νικολαίδου και τελικά Παπαγιαννοπούλου (1893 - 7 Ιανουαρίου 1972) υπήρξε μια από τις σημαντικότερες στιχουργούς του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας, αναγκάστηκε όμως να έλθει στην Ελλάδα με την μικρασιατική καταστροφή, το 1922 με δίπλωμα δασκάλας , πτυχίο που δε χρησιμοποίησε ποτέ καθώς αρχικά στράφηκε στο θέατρο(1926-1942, μεγάλο σκάνδαλο είχε κάνει τότε) κι έπειτα το 1949 στη στιχουργική, ακατάπαυστα ως το τέλος της.




Αθυρόστομη, ψεύτρα, παμπόνηρη, καπάτσα, παθιασμένη στους έρωτές της και παρορμητική μέχρι εκεί που δεν παίρνει, εκ πρώτης όψεως συνιστά έναν χαρακτήρα που δεν μπορεί να περιγράφει και με τα καλύτερα των χρωμάτων. Πολύ όμορφη γυναίκα με πολύ ισχυρή προσωπικότητα κι ιδιαίτερα ευφυής ήταν πολύ ερωτεύσιμη και προκαλούσε στους άλλους δυνατά συναισθήματα, όπως δυνατά ήταν και τα δικά της.

Όμως όχι απλώς της συγχωρούνται όλα, αλλά ακόμη και αν δεν είχε τα παραπάνω στοιχεία θα επιβάλλετο να τα έχει, γιατί μέσα από αυτά βγήκαν αυτοί οι τρομεροί στίχοι της.

Αμέτρητες φορές που μουσικοί (και μιλάμε για τρανταχτά ονόματα) εκμεταλλεύτηκαν την Παπαγιαννοπούλου, παίρνοντας στίχους της και παρουσιάζοντας τους ως δικούς τους, αμέτρητες κι οι φατρίες, οι συμμαχίες κι οι έχθρες σε έναν κατεξοχήν χώρο της τέχνης, όπως η μουσική, που σε καταπόντιζαν τότε με το παραμικρό.

Η Παπαγιαννοπούλου υπέφερε οικονομικά και προσπαθούσε να παράγει στίχους για να καλύψει τις οικονομικές της ανάγκες που ήταν δυσβάστακτες, καθώς σε μεγάλη πλέον ηλικία και αφού είχε χάσει κι ένα παιδί, απέκτησε το πάθος της χαρτοπαιξίας. Έπαιζε συνέχεια χαρτιά για να ξεχνάει τον πόνο της απώλειας του παιδιού της και αυτό το συνεχές χαρτοπαίγνιο την έκανε να πουλάει τους στίχους της για ένα κομμάτι ψωμί πολλές φορές.

Αν και δεν υπήρξε υπόδειγμα μάνας καθώς αρκετές φορές στην κυριολεξία άγονταν και φέρονταν από τα πάθη της, παρά όλα αυτά η αγάπη για τα παιδιά της υπήρχε βαθιά μέσα της και λυσσαλέα όπως αποδεικνυόταν. Απλώς κι η ίδια υπήρξε πάντοτε ένα μεγάλο παιδί.

Το γεγονός ότι πολλοί συνθέτες της κράταγαν, όπως λέει, τα γκέμια για να μην ξεφύγει το λεξιλόγιο της πέρα από τα πεπατημένα, καθώς φοβόντουσαν τις εκφράσεις και τις λέξεις που δεν ήταν οικείες και απαιτούσαν γλώσσα καθημερινή. Για αυτό και πολλές φορές της ζητούσαν να αλλάξει στίχους ή τους άλλαζαν εκείνοι! Και η Ευτυχία υπάκουε τις περισσότερες φορές γιατί πουλούσε τους στίχους της, δεν ήθελε πνευματικά δικαιώματα ακόμη κι όταν ήταν επιβεβλημένο κάτι τέτοιο. Δίνοντας τους στίχους έπαιρνε ζεστό χρήμα στα χέρια της και με το χρήμα δεν είχε καθόλου καλή σχέση αφού ότι έπαιρνε το ξόδευε μέσα σε λίγες ώρες. Αν είχε αφεθεί πιο ελεύθερη στον στίχο της, όπως στα ποιήματά της - που έγραψε πριν καταπιαστεί με το τραγούδι - τότε το λεξιλόγιό της θα ήταν ακόμη πιο δυνατό, ακόμη πιο πλούσιο, πιο αντρικό. Γιατί η Παπαγιαννοπούλου δε φοβόταν την πένα και τη γλώσσα της. Αθυρόστομη στην κανονική της ζωή, δυναμίτης στα γραπτά της δε σταματούσε πουθενά-πριν τη σταματήσουν.

Η ίδια είχε αδυναμία στα δημοτικά τραγούδια και γενικά στη δημοτική παράδοση, στον Καββαδία αλλά και στον Κρυστάλλη και στον Βάρναλη. Είχε διαβάσει πολύ ποίηση και αγαπούσε το διάβασμα και τη λογοτεχνία, για αυτό κι ο δικός της λόγος ήταν τόσο μεστός.

Πάμπολλα τραγούδια της έγιναν επιτυχίες. Στίχους της συναντάμε σε μια πλειάδα λαϊκών επιτυχιών:
• Πήρα τη στράτα κι έρχομαι, Αντιλαλούνε τα βουνά ,Τα καβουράκια, Είμαστε αλάνια, Σε τούτο το παλιόσπιτο σε μουσική Τσιτσάνη,
• Ηλιοβασιλέματα, Περασμένες μου αγάπες σε μουσική Χιώτη,
• Δυο πόρτες έχει η ζωή, Φεύγω με πίκρα στα ξένα, Γυάλινος κόσμος που τραγούδησε ο Καζαντζίδης,
• Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά, Όνειρο απατηλό, Στο τραπέζι που τα πίνω, Στου Αποστόλη το κουτούκι, Ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι, Όνειρο απατηλό, Μου σπάσανε το μπαγλαμά, Η φαντασία, Ανεμώνα, Αργά είναι πια αργά, Λίγο- λίγο θα με συνηθίσεις, Πήρα από τη νιώτη χρώματα, Σε ένα βράχο φαγωμένο, Αν είναι η αγάπη έγκλημα σε μουσική Καλδάρα,
• Η διπρόσωπη, Ένας αητός γκρεμίστηκε σε μουσική Ρεπάνη
• Συρματοπλέγματα βαριά σε μουσική Μπακάλη,
• Είμαι αϊτός χωρίς φτερά σε μουσική Χατζιδάκη,
• Τι έχει και κλαίει το παιδί σε μουσική Ξαρχάκου
• Η Μαλάμω σε μουσική Κραουνάκη
• Πετραδάκι, πετραδάκι, Του ντερβίση το πιοτό και Τι να σου κάνει μια καρδιά σε μουσική που έγραψε ο Αντώνης Κατινάρης και άλλα πολλά.

Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια από τις σπουδαιότερες στιχουργούς, η οποία χάρη στο τρομακτικό ταλέντο της τροφοδότησε το ελληνικό λαϊκό τραγούδι με μεγάλο αριθμό εξαίρετων δημιουργιών, μερικές από τις οποίες θα παραμείνουν για πάντα άγνωστες, καθώς μόνο ένα μικρό μέρος αυτών που έγραψε είναι καταχωρημένο στο όνομά της. Η ίδια δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την αναγνώριση του έργου της και για την είσπραξη δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα, παρά την επιτυχία των τραγουδιών της, να πεθάνει φτωχή.

Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. Από κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δε θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω, υπογράφω και μια δήλωση παραιτήσεως από διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα πνευματικά μου τέκνα..., δήλωνε σε συνέντευξή της ( εφημερίδα Ακρόπολις ) το 1960.Εκείνη την περίοδο, μέσα από τις συνεντεύξεις της, η στιχουργός αποκαλύπτει μερικά από τα τραγούδια που της ανήκουν. Όταν διεκδικεί την πατρότητα των στίχων για τα «Καβουράκια» ο Βασίλης Τσιτσάνης βγαίνει δημοσίως και τη διαψεύδει, λέγοντας ότι απλώς του είχε πάει ένα προσχέδιο, ύστερα από παραγγελία του. «Άλλο της παρήγγειλα κι άλλο μου έφερε. Εγώ το άλλαξα και το έκανα έτσι όπως το ξέρει όλη η Ελλάδα» δηλώνει ο Β.Τσιτσάνης σε συνέντευξή του. Αντίθετα, ο Στέλιος ο Καζαντζίδης παραδέχεται δημοσίως ότι οι στίχοι του «Δυο πόρτες έχει η ζωή» είναι της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Όπως και να έχει, μέχρι και το θάνατό της (7 Ιανουαρίου 1972 ) η ίδια δεν θα προλάβει να δει το όνομά της τυπωμένο δίπλα από τον τίτλο αυτών των τραγουδιών της, όπως και δεκάδων άλλων.

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έχει γράψει στο βιβλίο του, για την Ευτυχία « Όλα είναι ένα ψέμα» .
«Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου... Τη θυμάμαι πάντοτε, μ' ένα μαντίλι στα μαλλιά, να με κοιτάζει με το πονηρό της βλέμμα και ξάφνου να μου πετάει ένα δίστιχο, όπως "Σαράντα μέρες και άλλη μια /περπάτησα στην ερημιά", για να δει, από την έκφραση των ματιών μου, αν μου άρεσε και πόσο. Και άλλοτε να με βρίζει, επειδή μου είπε, με τη βραχνή, τσακισμένη απ' το τσιγάρο φωνή της,' "Να 'ταν ο πόνος άνθρωπος / να 'ερχόμαστε στα χέρια", κι εγώ έμεινα απαθής. Και άλλοτε, πάλι, να μου επαναλαμβάνει ένα ολόκληρο πρωινό δύο στίχους για να μου μαλακώσει την ψυχή, επειδή ήμουν σεκλετισμένος: "Πέρασα νύχτα' απ' τη ζωή / και με κλειστά τα μάτια..."

Δεν ξέρω ποια θα ήταν η διαδρομή μου στο τραγούδι - και αν θα υπήρχε καν διαδρομή - αν, από τα πρώτα βήματά μου, από την "Άπονη ζωή" και τη "Φτωχολογιά", δεν έβγαινε η Παπαγιαννοπούλου με το κύρος της, να με στηρίξει δημόσια, λέγοντας, αυθόρμητα, καλά λόγια για μένα. Δεν μπορώ να ξεχάσω τη γενναιοδωρία της. Γενναιοδωρία που εκφράστηκε σ' ένα χώρο, όπου κυριαρχούν ο ναρκισσισμός, τα μίση, οι τρικλοποδιές, τα πάθη, το ψεύδος, η διαβολή, το "τσατσιλίκι". Πέρασα, από τη μεριά που τη γνώρισα ως την ώρα που μας αποχαιρέτισε από ένα κρεβάτι του "Γενικού Κρατικού", ατέλειωτα "τέρμινα" μαζί της. Την άκουσα να μου απαγγέλλει στίχους, να μου βρίζει συνθέτες και τραγουδιστές, να μου εκθειάζει άλλους - ανάλογες με τα κέφια της και οι βρισιές και οι "θωπείες" - να μου λέει καλαμπούρια, να μου κλαίγεται για τα μπατιριλίκια της. Ποτέ όμως δεν μου είπε ούτε μία λέξη για το μεγάλο πάθος της. Τη χαρτοπαιξία. Το πάθος που την ανάγκασε να δανείζεται - δανεικά και αγύριστα - απ' όλο τον κόσμο και να αδιαφορεί - αυτή, που υπήρξε μια αρχόντισσα - για την αξιοπρέπειά της. Όλα αυτά τα χρόνια, που τη συναντούσα και κουβεντιάζαμε, μου είπε πάρα πολλά για τη ζωή της. Ουδέποτε, όμως, με μια σειρά. Πάντοτε αποσπασματικά. Ευτυχώς, όταν έφευγα από κοντά της και γύριζα στο σπίτι μου, κρατούσα κάποιες σημειώσεις από τις αφηγήσεις της. Χάρη σ' αυτές τις σημειώσεις, μια πολύωρη συνέντευξη που πήρα από την κόρη της, Καίτη Πολυζωγοπούλου, και τις συζητήσεις που είχα με τον αγαπημένο της εγγονό και φίλο μου, τον δικηγόρο Αλέξη Πολυζωγόπουλο, κατάφερα να φτιάξω το πρόπλασμα γι' αυτό το βιβλίο. Δεν άρκεσαν, όμως, αυτά. Χρειάστηκε και έρευνα. Σε ιστορικά, θεατρικά και άλλα βιβλία. Αλλά και σε αφηγήματα και μαρτυρίες από τις Χαμένες Πατρίδες»

Σημείωση: Το εξώφυλλο του βιβλίου κοσμεί μια φωτογραφία της Παπαγιαννοπούλου σε μεγάλη ηλικία με το χαρακτηριστικό της μαντήλι στο κεφάλι, μαζί με τον Μπιθικώτση που εκτιμούσε αφάνταστα και ο οποίος της στάθηκε καλύτερα από όλους τους ανθρώπους του μουσικού "συναφιού". Πολλά στοιχεία άντλησα από τη Βικιπαίδεια και από μια ειδική έκδοση της Καθημερινής, άρθρο του Δ.Χατζόπουλου.


























 http://taximi.matia.gr/bios/eytyxia.htm
ΕΥΤΥΧΙΑ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ - Μια μηχανή παραγωγής στίχων



 ΤΑΔΕ ΕΦΗ
 «Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. Από 'κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δε θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω υπογράφω και μια δήλωση παραιτήσεως απο διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα μνευματικά μου τέκνα.»
 Εφ. "Ακρόπολις", 29/1/1960
 «Κάθησε. Μπορεί να είναι η τελευταία μου συνέντευξη και θέλω να τα πω όλα. Ξέρεις με τόσα σουξέ γιατί δεν αξιοποιήθηκα οικονομικώς; Γιατί μετά το θάνατο της κόρης μου το 1960, για να ξεχάσω στράφηκα στα χαρτιά. Ήταν η καταστροφή μου. Ξενύχτια, εμπνεύσεις, μόχθος, χάθηκαν πάνω στην πράσινη τσόχα. Όλα έγιναν καπνός.»
 Συνέντευξη στον Δημήτρη Λυμπερόπουλο.
 







Σε κάποια εξοχή, δεύτερη από αριστερά. (Αχρονολόγητη φωτογραφία)







  Με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.



  Με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, λίγο πριν πεθάνει.


  Δυο πόρτες έχει η ζωή ... και ένα δρομολόγιο από μικρά ή μεγάλα πάθη. Το δρομολόγιο της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, είχε τα πάντα. Εντάσεις, καημούς, λύπες, χαρές, πάθη. Αγαπησιάρα, ιδιότροπη, καλομαθημένη, πεισματάρα, μποέμισσα, μερικά από τα συστατικά που θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ένα προικισμένο πλάσμα, όπως η «κυρία» Ευτυχία. Μια... μηχανή [με αισθητήρες] παραγωγής στίχων ή απλώς μια γυναίκα που έγραφε στίχους
και τους πουλούσε;
  Σύμφωνα με την αστυνομική της ταυτότητα η Ευτυχία Χατζηγεωργίου - Οικονόμου, αργότερα Νικολαΐδου και τελικά Παπαγιαννοπούλου γεννήθηκε το 1896 στο Αϊδίνι της Μ. Ασίας και πέθανε στις 7 Ιανουαρίου του 1972 στην Αθήνα. Ήρθε στην Ελλάδα το 1922, έχοντας ήδη στα χέρια της πτυχίο δασκάλας. Μπορεί, βέβαια, να μην εργάστηκε ποτέ ως δασκάλα, δούλεψε όμως ως ηθοποιός (1926 - 1942). Είχε μέσα της το "μικρόβιο" της ηθοποιού, της "θεατρίνας" και ήταν αυτό, που την οδήγησε κάποια στιγμή να παρατήσει τα πάντα, να διαλύσει τον - πρώτο - γάμο της και να γίνει θεατρίνα, δουλεύοντας μάλιστα για καιρό και στο θίασο της Μαρίας Κοτοπούλη.
  Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, σύμφωνα με όσα έχει πει η εγγονή της, Ρέα Μανέλη, έγραφε από... πάντα. Κανείς από αυτούς που την γνώρισαν δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το πότε ξεκίνησε να σκαρώνει στο χαρτί, - ή πάνω στα πακέτα των τσιγάρων της - τους πρώτους στίχους. Αυτό που θα πρέπει να θεωρηθεί σίγουρο, είναι ότι ξεκίνησε να γράφει πρώτα ποιήματα, υπάρχει μάλιστα και μια μικρή ποιητική συλλογή με τίτλο «φλογέρα και άρπα», η οποία όμως σήμερα αγνοείται. Η Ρέα Μανέλη σε συνέντευξή της στο περιοδικό "Μελωδία" [Ιούνιος 2000] έλεγε χαρακτηριστικά:
«...έγραφε πάντα, αλλά δεν έδινε σημασία. Τα έγραφε και τα πέταγε, τα έσκιζε. Μπορούσε να έχει τελειώσει ένα στιχάκι και, επειδή δεν είχε σπίρτα, να του βάλει φωτιά στη σόμπα για να ανάψει το τσιγάρο της.»
  Η πρώτη της επαφή με το τραγούδι έγινε στο τέλος της δεκαετίας του ’40. Λίγο αργότερα ήρθε και η δισκογραφία. "Διαβατήριό" της, η Μαρίκα Νίνου. Αυτή την έφερε σε επαφή με τον Β. Τσιτσάνη. Τα δυο πρώτα τραγούδια που έγραψε ήταν τα: «Στο παλιόσπιτο ετούτο» και «Πήρα τη στράτα κι έρχομαι». Αυτό ήταν... ένα βότσαλο στη λίμνη! Η "πιάτσα" ξαφνιάζεται, ψάχνεται και βρίσκει στο πρόσωπο της Μικρασιάτισσας Ευτυχίας... φλέβα! Ο Βασίλης Τσιτσάνης άρχισε να αγοράζει τα τραγούδια της. Πολλοί και εκλεκτοί ήταν αυτοί που την πλησίασαν για τους στίχους της και συνεργάστηκαν μαζί της: Μανώλης Χιώτης, Απόστολος Καλδάρας, Στέλιος Χρυσίνης, Σταύρος Τζοτυανάκος, Κώστας Καπλάνης, Μπάμπης Μπακάλης, Στέλιος Καζαντζίδης, κ.ά. Το όνομά της απουσίαζε σχεδόν πάντα από τους δίσκους και, εκτός από τον Καλδάρα που της έδινε τα ποσοστά της, όλοι οι άλλοι ή σχεδόν όλοι οι άλλοι....
 Πολύ αργότερα ο Μάνος Χατζιδάκις πρωτόβαλε το όνομά της στο βυνίλιο, στο τραγούδι «Είμ’ αϊτός χωρίς φτερά». Ήταν - περίπου - η περίοδος που έγραψε κάποια "έντεχνα" τραγούδια με τους Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μούτση κ.ά.
  Λέει ο Eliot: «Τον αδύναμο άνθρωπο τον τρώνε τα δικά του πάθη».
Λένε ότι η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου δεν είχε μεγάλες αδυναμίες. Τα στεγανά της δε μπάζανε. Έτσι λένε. Είχε όμως πάθη. Η τσόχα, η πόκα ήταν ένα πολύ μεγάλο πάθος της. Εκεί έτρωγε τα χρήματα από τα στιχάκια που "σκότωνε". Και να φανταστεί κανείς, πως από κάποια στιγμή κι ύστερα έπαιρνε τέσσερις συντάξεις! Πουλούσε για ελάχιστα χρήματα τους στίχους της [σχεδόν τους χάριζε]. Δεν την ενδιέφερε η στιχουργική καριέρα, ούτε και η υστεροφημία της. Ήθελε απλώς να μην πηγαίνει "πάσο". Αν κάποιος σήμερα επιχειρήσει να καταγράψει, να ταξινομήσει το έργο της, θα διαπιστώσει πως μόλις 160 τίτλοι υπάρχουν στο όνομά της. Πόσα όμως κυκλοφορούν με άλλο όνομα, ενώ είναι κοινό μυστικό πως τα έγραψε αυτή; Και τελικά πόσα είναι τα τραγούδια της; Δύσκολο να απαντηθεί. Μήπως όμως δεν έχει και τόση σημασία; Δεν πρόκειται για αναζήτηση του χαμένου θησαυρού. Ο θησαυρός είναι εδώ. Έστω κι αν κάποιο - μάλλον το μεγαλύτερο - κομμάτι του δεν φέρει την υπογραφή της μυθικής "Κυρίας" του ελληνικού τραγουδιού!
  Στο πρόσωπο της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου η λαϊκή στιχουργία γνώρισε την αποθέωση. Δημιούργησε "σχολή" και μας δίδαξε την δημοτική, την γλώσσα μας! Με ιωνική σπουδή, αλλά χωρίς περιττά λογοτεχνικά τερτίπια, περιέγραψε την ανθρώπινη ψυχή, φιλτράροντας όλην την λαϊκή αλλά και λόγια, ποιητική μας παράδοση. Τα τραγούδια της, αποτελούν μνημεία πολιτισμού και πάγιες αξίες που συγκινούν κάθε Έλληνα: "Ειμ’ αϊτός χωρίς φτερά", "Γυάλινος κόσμος", "Ηλιοβασιλέματα", "Δυο πόρτες έχει η Ζωή"...
Αυτό το τελευταίο, γράφτηκε για να θρηνήσει τον αδόκητο θάνατο της κόρης της. Το πούλησε 500 δρχ στον Καζαντζίδη μαζί με την "Μαντουμπάλα". Ο δίσκος 45 στροφών που προέκυψε είναι μακράν το εμπορικότερο 45αρι, με καταμετρημένα ενάμισι εκατομμύριο αντίτυπα, χωρίς να έχει τελειώσει ακόμα (!) η εκκαθάριση. Φέρει την υπογραφή του Στέλιου Καζαντζίδη. Αλλά, όπως και ο ίδιος ευχερώς δήλωνε, η "Μαντουμπάλα" είναι σε μουσική του μεγάλου Ινδού δημιουργού Ravi Sangar, διασκευασμένη από την ομάδα των μουσικών με τους οποίους συνεργάζονταν, που έγραψαν τη μουσική και για το "Δυο πόρτες έχει η ζωή", για το οποίο υπάρχουν επώνυμες μαρτυρίες πως είναι του Βασίλη Καραπατάκη. Και τα δυο είναι γραμμένα από την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Τι ειρωνεία... από τα αμέτρητα ποσοστά του δίσκου αυτού - τα λεφτά που πάντα αναζητούσε για να τα "καταθέσει" στην τσόχα - δεν πήρε παρά ψίχουλα. Ενώ πήρε αυτό που ποτέ δεν γύρεψε: Την Υστεροφημία!



Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου (1893 - 7 Ιανουαρίου 1972) υπήρξε μια από τις σημαντικότερες στιχουργούς του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας, αναγκάστηκε όμως να έλθει στην Ελλάδα μετά την μικρασιατική καταστροφή.
Ζώντας μια έντονη και περιπετειώδη ζωή, στην Ελλάδα αρχικά σταδιοδρόμησε ως ηθοποιός, δασκάλα και ποιήτρια, ενώ αργότερα αναδείχθηκε σε σπουδαία λαϊκή στιχουργό. Ξεκίνησε να γράφει στίχους το 1948 εξαναγκαζόμενη από το προσωπικό της πάθος (χαρτοπαιξία), τροφοδοτώντας με αυτό τον τρόπο, έναντι ευτελούς οικονομικής αμοιβής, όλους τους επώνυμους συνθέτες της εποχής της με αριστουργηματικά τραγούδια.
Πάμπολλα τραγούδια της έγιναν επιτυχίες. Στίχους της συναντάμε σε μια πλειάδα λαϊκών επιτυχιών:
  • Πήρα τη στράτα κι έρχομαι, Αντιλαλούνε τα βουνά σε μουσική Τσιτσάνη,
  • Ηλιοβασιλέματα, Περασμένες μου αγάπες σε μουσική Χιώτη,
  • Δυο πόρτες έχει η ζωή, Φεύγω με πίκρα στα ξένα που τραγούδησε ο Καζαντζίδης,
  • Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά, Όνειρο απατηλό σε μουσική Καλδάρα,
  • Συρματοπλέγματα βαριά σε μουσική Μπακάλη,
  • Είμαι αϊτός χωρίς φτερά σε μουσική Χατζιδάκη,
  • Πετραδάκι, πετραδάκι, Του ντερβίση το πιοτό και Τι να σου κάνει μια καρδιά σε μουσική που έγραψε ο Αντώνης Κατινάρης και άλλα πολλά.
Το πρώτο της τραγούδι που μελοποιήθηκε από τον Τσιτσάνη είναι το Για μια γυναίκα χάθηκα (HMV ΑΟ-2984), που γραμμοφωνήθηκε στις 15 Μαρτίου 1951, ενώ με παραγγελία του είχε γράψει τους στίχους για το γνωστό σε όλους πλέον τραγούδι Τα καβουράκια (ODEON GA-7663) του οποίου την τελική διαμόρφωση των στίχων, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα, είχε ο Τσιτσάνης.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια από τις σπουδαιότερες στιχουργούς, η οποία χάρη στο τρομακτικό ταλέντο της τροφοδότησε το ελληνικό λαϊκό τραγούδι με μεγάλο αριθμό εξαίρετων δημιουργιών, μερικές από τις οποίες θα παραμείνουν για πάντα άγνωστες, καθώς μόνο ένα μικρό μέρος αυτών που έγραψε είναι καταχωρημένο στο όνομά της. Η ίδια δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την αναγνώριση του έργου της και για την είσπραξη δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα, παρά την επιτυχία των τραγουδιών της, να πεθάνει φτωχή.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι [Επεξεργασία]

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ [Επεξεργασία]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου