Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Τα πιο ωραία λαϊκά


ta pio oraia laika 


Οι κουβέντες που έχουν σημασία στον πλανήτη γη δεν είναι αυτές που γίνονται στα ραδιόφωνα και τις τηλεοπτικές κάμερες, αλλά όσες εκτυλίσσονται μες στις κρεβατοκάμαρες, τα λεωφορεία και τα καφενεία.

 

Σκόρπιες σκέψεις άνευ αφορμής

Από πότε αρχίζει ν’ ακούει μουσική ο άνθρωπος; Από πολύ νωρίς, μέσα από την κοιλιά της μάνας του.
Όσο γιουνιβέρσαλ και γιουροπίαν να (θέλουμε να) είμαστε η μουσική που ακούμε διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τη γλώσσα που μιλάμε και τη γεωγραφία αυτής. Οι εργάτες της λατινικής Αμερικής αργεντίνικο τάνγκο, οι εργάτες στον Πειραιά πενιά και ζεϊμπέκικο.
Όλες οι μουσικές είναι λαϊκές. Γιατί η Τέχνη είναι λαϊκή. Ή τουλάχιστον, οφείλει να είναι. Η Τέχνη είναι δωρεάν κι ας χρεώνεται-γιατί όσο και να κοστίζει ένας κλασικός πίνακας ζωγραφικής, ο καθένας έχει την ελευθερία να δημιουργήσει τον δικό του. Είτε με κάποια συγκεκριμένα υλικά, είτε με τα μάτια του και τη φαντασία. Γιατί υπάρχουν και άνθρωποι που βλέπουν τους πιο ωραίους πίνακες και ακούν τα πιο ωραία τραγούδια, περπατώντας σ’ έναν γκρίζο δρόμο πλάι σε αμάξια και αδέσποτα.
Παραφράζοντας τον Όργουελ επανέρχομαι: όλα τα τραγούδια είναι λαϊκά, αλλά ορισμένα είναι πιο λαϊκά από τα υπόλοιπα. Ο Άκης Πάνου, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Στράτος Διονυσίου, ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Δημήτρης Μητροπάνος είναι μόνο λίγοι από τους γίγαντες του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού που μπορώ να σκεφτώ αυτή τη στιγμή.
Μουσικές μπεσαλούδες, στίχοι ντόμπροι και πονεμένοι, τραγούδια, τέλος
πάντων, που στο DNA τους κουβαλάνε όλη την παλικαριά των παππούδων και την ομορφιά των γιαγιάδων μας, εμπνέοντάς μας. Γενιές ολόκληρες χορεύουν στα πάλκα το «Η ζωή εδώ τελειώνει». Γιατί; Πρόκειται για μια τέχνη που είναι πλεγμένη μέσα στη ζωή. Τα τραγούδια αυτά δεν τα ακούς ξεκομμένα από την αλήθεια σου, δεν γίνεται, και να θες.
Τα παλιά τρανζίστορ, οι δίσκοι και οι κασέτες ως μνήμη ή ως στοιχεία στις διηγήσεις των παλιών, η τρυφερή αφέλεια των ελληνικών ταινιών, ο μινιμαλισμός στο ντύσιμο των ανθρώπων, τουλάχιστον σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα, ένα κομμάτι ψωμί και μια κούπα κρασί πάνω σε καρό τραπεζομάντηλο, ένα ανορθόγραφο γράμμα από αυτά που όλοι έχουμε λάβει ή στείλει κάποτε, οι φωτογραφίες που βγάλαμε με τους πρώτους μας έρωτες. Αυτά είναι το λαϊκό τραγούδι. Κάτι που, σαφώς, έπεται του ρεμπέτικου, έχοντας αποβάλει τη μαγκιά και την αυθεντία του δρόμου, της πιάτσας και του τρύπιου πανταλονιού.
Αγαπώ ρεμπέτικο, αλλά η ψυχή μου είναι δοσμένη στο λαϊκό τραγούδι, γιατί το λαϊκό τραγούδι μοιάζει με άνθρωπο: θα μπει στα σαλόνια, θα βολτάρει στα λιμάνια και στις πλατείες, θα μακιγιαριστεί και λιγάκι, θα φάει βρώμικο μετά από μεθύσι, θα πιει φίνα σαμπάνια στο γάμο του κολλητού του. Είναι grande το λαϊκό τραγούδι, έχει κεράσματα και φουστάνια όμορφα και λέλουδα στις πίστες. Και γουστάρω.
Φυσικά, είναι θλιβερό που η τραγουδιστική γενιά του Νίκου Βέρτη και η επόμενη (Αργυρός, Οικονομόπουλος, Παντελίδης) αυταπατώνται πως είναι λαϊκοί τραγουδιστές. Η ελληνική γλώσσα, ενίοτε, είναι φτωχή, διότι τα παιδιά δεν είναι και σκυλάδες. Κάνουν καλό, ελληνικό ποπ. Είναι δημοφιλείς, πόπιουλαρ. Οι λαϊκοί τραγουδιστές δεν ήταν πόπιουλαρ, ήταν αγαπητοί, βρίσκονταν κοντά στην καρδιά των ανθρώπων, δεν πηγαίνανε σε χορευτικά τηλεοπτικά shows, ούτε δίνανε συνεντεύξεις σε πρωινάδικα τύπου Μενεγάκη.
Υπάρχουν και στις μέρες μας λαϊκοί τραγουδιστές. Και μάγκες υπάρχουν, βέβαια, και ποιητές υπάρχουν. Αλλά είναι πιο δύσκολο να αναδειχθούν, γιατί αυξήθηκε ο αριθμός των δισκογραφικών εταιρειών, των βιβλιοπωλείων, των σχετικών sites, αλλά και αυτών που με όπλα τις γνωριμίες τους, τα γεννητικά τους όργανα και τα λεφτά τους θολώνουν τα νερά και επιχειρούν να καθιερωθούν. Όλοι αυτοί και όλες αυτές πολλές φορές κόβουν δρόμο σε όσους αξίζουν, δεν σημαίνει όμως ότι τους κόβουν και την αξία…
Οι κουβέντες που έχουν σημασία στον πλανήτη γη δεν είναι αυτές που γίνονται στα ραδιόφωνα και τις τηλεοπτικές κάμερες, αλλά όσες εκτυλίσσονται μες στις κρεβατοκάμαρες, τα λεωφορεία και τα καφενεία.
Αυτές οι κουβέντες είναι λαϊκές. Το σεξ είναι κάτι λαϊκό. Η ανάγκη να φας μαζί με αυτούς που αγαπάς είναι λαϊκό. Λαός σημαίνει όλοι οι άνθρωποι μαζί. Δεν είναι ακριβώς αυτό που λένε «ο απλός ο κόσμος», γιατί κάθε ένας από όλους εμάς που συναπαρτίζουμε το λαό καθόλου απλός δεν είναι. Είμαστε διαφορετικοί, πολύχρωμοι, σύνθετοι, είμαστε πλάσματα μονάκριβα, μες στα ελαττώματα και τις ελλείψεις μας.
Υγεία, ισότητα, δικαιοσύνη, ψωμί. Λαϊκά αιτήματα που, κάποτε, εκτοξεύονται στον ουρανό ως παλλαϊκά! Έτσι παλλαϊκοί, σαν εξέγερση, φέγγουν στην καρδιά μου οι αγαπημένοι μου Έλληνες λαϊκοί τραγουδιστές, έτσι αυτονόητα τέλειοι. «Τα πιο ωραία λαϊκά» διαφέρουν τόσο πολύ για τον κάθε έναν… όλα όμως είναι χρώματα στην ίδια παλέτα. Όλα ζωγραφίζουν εκδοχές ζωής μερακλίδικες.
Διαβάζοντας, τελευταία, το βιβλίο «Bono on Bono, συνομιλίες με τον Michka Assayas» διαπιστώνω πόσο υπέροχος είναι ο vocalist των U2 και πόσο λαϊκοί, όμορφα λαϊκοί είναι οι U2. Λαϊκοί λόγω θεματικής των τραγουδιών τους, λόγω της επιλογής να κρατήσουν για πάρτη τους και να μην ξεπουλήσουν σε δισκογραφικές τα δικαιώματα επί των προϊόντων τέχνης τους και λόγω πολλών άλλων πραγμάτων που κάνουν και τους αφορούν. Όμως, οι U2 και άλλοι μεγάλοι, παγκόσμιοι λαϊκοί κινούνται σε φαρδιές πίστες, σε Ευρώπες και σε Αμερικές.
Έχουν βιώσει άραγε τη μαγεία ενός live για δεκαπέντε νομάτους σε ένα μισοφωτισμένο καπηλειό με τσίπουρο φτηνό και μάγουλα κόκκινα; Θα μάντευα πως όχι… γι’ αυτό, λοιπόν, τα δικά μου αγαπημένα λαϊκά βρίσκονται πάντα και αμετακίνητα στην πατρίδα μου και τα αισθάνομαι τόσο δυνατά που θα μπορούσαν να κατακλύσουν τον κόσμο. Γιατί οι μεγάλοι λαϊκοί τραγουδιστές έχουν στις μέρες μας άξιους επιγόνους, σαν τη φίλη μου, τη Ντένια Κουρούση, που τραγουδά σε όλη την Ελλάδα και γλεντά το λαό, ενώ παράλληλα διδάσκει ΔΩΡΕΑΝ φωνητική σπίτι της.
Και είναι και γαμώ τα λαϊκά κορίτσια.

Γεωργία Δρακάκη

Η Γεωργία, γεννημένη το 1992, φοιτά στη Νομική, συγγράφει και δημοσιεύει απόψεις της σε sites και εφημερίδες που κυκλοφορούν στην αγαπημένη της Αθήνα. Λατρεύει την καλή μουσική, την παράδοση, τα ταξίδια και τις συζητήσεις, γι’ αυτό επιχειρεί να τα συνδυάσει στα κείμενά της. Χορεύει λάτιν, διαβάζει βιβλία, πηγαίνει θέατρο, μαθαίνει ισπανικά, παίζει ροκ μουσική σε κάποια μαγαζιά και σε άλλα τραγουδάει ρεμπέτικα, αγαπά τη Frida Kahlo, και τη λευκή σαμπούκα. Νοσταλγεί πολύ, θυμώνει εύκολα, εντοπίζει τα καλά κρυμμένα στην καθημερινότητα ταξίμια. Κατάγεται από τρεις πατρίδες για τις οποίες είναι ιδιαίτερα περήφανη: την Ελλάδα, τη Έμπνευση και τον Έρωτα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου