Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

1821: απόπειρες αναθεώρησης της σύγχρονης Ιστορίας


1821: απόπειρες αναθεώρησης της σύγχρονης Ιστορίας


       Στην καθομιλουμένη, αλλά και στη γλώσσα των κοινωνικών επιστημών, οι πρωθυπουργοί που σχημάτισαν κυβερνήσεις με στρατιωτικά πραξικοπήματα, λέγονται δικτάτορες. Τέτοιος, λ.χ., ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος σχημάτισε κυβέρνηση το καλοκαίρι του 1925, έπειτα από στρατιωτικό κίνημα.

   Δικτάτορας ήταν και ο Γεώργιος Κονδύλης, ο οποίος, μετά το πραξικόπημα βασιλοφρόνων αξιωματικών κατά της κυβέρνησης Τσαλδάρη, στις 10 Οκτωβρίου 1935, έγινε πρωθυπουργός, ενεργοποίησε τον νόμο «περί καταστάσεως πολιορκίας» στην επικράτεια, ανέστειλε την ισχύ του Συντάγματος και διεκπεραίωσε γρήγορα την παλινόρθωση της βασιλείας.
Δικτάτορας ήταν και ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος κήρυξε στρατιωτικό νόμο, στις 4 Αυγούστου 1936, με αιτιολογία τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Επιπλέον, είναι παγκοίνως γνωστό ότι οι διορισμένοι από τους κατακτητές πρωθυπουργοί δεν είναι εκλεγμένοι, είναι συνεργάτες των κατακτητών, διορισμένοι. Στην καθομιλουμένη λέγονται δωσίλογοι.
   Οι παραπάνω αυτονόητες διατυπώσεις για το ποιος είναι εκλεγμένος πρωθυπουργός, ποιος είναι διορισμένος και ποιος είναι δικτάτορας, μοιάζει να μην είναι και τόσο αυτονόητες για την πολυδιαφημισμένη Επιτροπή «Ελλάδα 2021», η οποία έχει αναλάβει τον σχεδιασμό του εορτασμού των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821.
   Στόχος της Επιτροπής, όπως διαφαίνεται από την ιστοσελίδα της, δεν είναι μόνο να σχεδιάσει τον εορτασμό, αλλά «να οργανώσει ένα συνολικό πρόγραμμα δράσεων και εκδηλώσεων, με στόχο να επανασυστήσουμε [sic] την Ελλάδα, από την αρχή της σύγχρονης ιστορίας της μέχρι και σήμερα, στην πορεία αυτών των 200 χρόνων. Θα προβάλουμε τα επιτεύγματά μας, που δεν είναι λίγα, θα αναδείξουμε τις δυνατότητές μας, θα θυμίσουμε και θα θυμηθούμε τη στενή μας σχέση με τους αγώνες και τις αγωνίες που καθόρισαν τη σύγχρονη εποχή, αλλά και θα σταθούμε σε αδυναμίες και λάθη μας».  Συνεπώς, η Επιτροπή επιδιώκει μια αναθεωρητική προσέγγιση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, υπό τον μανδύα μιας ψύχραιμης και αποστασιοποιημένης ουδετερότητας.
   Στην ιστοσελίδα «Ελλάδα 2021», στην ενότητα «Ηγεσία του κράτους» και κάτω από τις υποενότητες «Αρχηγοί κράτους», «Πρόεδροι Δημοκρατίας», «Βασιλείς», παρατίθενται χρονολογικά τα ονοματεπώνυμα εκείνων που διετέλεσαν αρχηγοί κράτους, Πρόεδροι Δημοκρατίας ή βασιλείς από το 1821 έως σήμερα. Στην παράθεση αυτή αναφέρονται αδιακρίτως διορισμένοι από τους μονάρχες πρωθυπουργοί (όπως οι Σπυρίδων Τρικούπης, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Ιωάννης Κωλέττης), δικτάτορες (όπως οι Θ. Πάγκαλος, Γ. Κονδύλης, Ι. Μεταξάς), διορισμένοι από τις κατοχικές δυνάμεις πρωθυπουργοί (όπως οι Γεώργιος Τσολάκογλου, Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, Ιωάννης Ράλλης), δικτάτορες της επταετίας (Γεώργιος Παπαδόπουλος), πρωθυπουργοί της δικτατορίας 1967 - 1974 (Κωνσταντίνος Κόλλιας, Σπυρίδων Μαρκεζίνης, Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος) και εκλεγμένοι με δημοκρατικές διαδικασίες αρχηγοί κράτους. Δεν υπήρχαν στην αρχική έκδοση της ιστοσελίδας, έως τις 9 Φεβρουαρίου 2020, σχετικές επεξηγηματικές λεζάντες.
   Μετά τις πρώτες αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε ανεξάρτητες σελίδες ενημέρωσης, άλλαξε, ώς έναν βαθμό, η ιστοσελίδα. Σε ορισμένους από τους προαναφερθέντες αρχηγούς κράτους τέθηκαν λεζάντες, οι οποίες δήλωναν κάπως ευκρινέστερα ότι κάποιοι ήταν «διορισμένοι από τις κατοχικές δυνάμεις», κάποιοι ήταν «πραξικοπηματίες», κάποιοι συμμετείχαν «σε δικτατορική κυβέρνηση».
   Παρά τις αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στις 9/2/2020, ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο Γεώργιος Κονδύλης και ο Ιωάννης Μεταξάς συνεχίζουν να μη διαφοροποιούνται, στην ιστοσελίδα, από άλλους εκλεγμένους με δημοκρατικές διαδικασίες πρωθυπουργούς. Δεν πρόκειται, κατά πάσα πιθανότητα, περί γκάφας των υπεύθυνων της ιστοσελίδας. Πρόκειται για μια συνολική αναθεωρητική προσέγγιση της ιστορίας που διέπει την Επιτροπή «Ελλάδα 2021».
   Οσοι επιμελήθηκαν την εν λόγω ιστοσελίδα, επεδίωκαν να αναδείξουν τη συνέχεια του ελληνικού κράτους και όχι τις ασυνέχειες ή τις αντικοινοβουλευτικές εκτροπές. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η πολιτική και κοινωνική διαπάλη διαπερνά τις όποιες συνέχειες ή ασυνέχειες των θεσμών και οφείλει να λαμβάνεται υπόψη.
   Οι αυταρχικές και αντικοινοβουλευτικές εκτροπές αποτέλεσαν σταθερό άξονα γύρω από τον οποίο οργανώθηκε η πολιτική ζωή στην Ελλάδα του 20ού αιώνα. Δομικά στοιχεία του πολιτικού συστήματος υπήρξαν:
  • α) η διαρκής αστάθεια του δημοκρατικού πολιτεύματος (έως το 1974),
  • β) ο καταλυτικός ρόλος του στρατού στη διαμόρφωση του πολιτεύματος και του περιεχομένου της δημοκρατίας,
  • γ) η διαμόρφωση σειράς σύννομων ή παράνομων [κυβερνητικών] μέτρων, τα οποία υπέσκαπταν τις συνταγματικές εγγυήσεις της ελευθερίας σε περιόδους κατά τις οποίες η χώρα διέθετε Σύνταγμα. Τα μέτρα αυτά χρησιμοποίησε σε πολλές περιπτώσεις η εκτελεστική εξουσία για να καταπιέσει τους πολιτικούς αντιπάλους (1).
   Η ελληνική πολιτική ιστορία δεν συνοψίζεται, συνεπώς, σε μια διαδικασία συνεχούς διεύρυνσης και εμβάθυνσης της δημοκρατίας. Αντίθετα, η δημοκρατική αρχή εξήλθε νικήτρια από την Επανάσταση του 1821, την ιδρυτική πράξη του σύγχρονου ελληνικού κράτους, αλλά στο επόμενο διάστημα η αναδυόμενη αστική κοινωνία είχε ως μέλημά της την τιθάσευση της δημοκρατίας με εξισορροπητικούς θεσμούς, σε συνεργασία με το Στέμμα. Η ίδια η βασιλεία υπήρξε ο κυριότερος εξισορροπητικός θεσμός απέναντι στην ισχύ του δήμου.
   Η ένταση της κριτικής στον κοινοβουλευτισμό, στα τέλη του 19ου αιώνα, συμπληρώθηκε, από τις αρχές του 20ού αιώνα, με το αίτημα για την αντιμετώπιση του «κοινωνικού ζητήματος» και το πρόβλημα της ενσωμάτωσης των νέων κοινωνικών στρωμάτων (προσφύγων, μισθωτών, μειονοτήτων) στο πολιτικό σύστημα. Η κατασταλτική πολιτική, οι ανελεύθερες ρυθμίσεις εναντίον εργατικών σωματείων και κομμουνιστών (λ.χ. το «Ιδιώνυμο» του 1929) και οι κάθε είδους αυταρχικές εκτροπές, υπήρξαν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της περιορισμένης εδραίωσης της δημοκρατίας, της έντονης κοινωνικής και πολιτικής διαπάλης (2).
Τα παραπάνω ζητήματα έχουν μελετηθεί συστηματικά και σε βάθος από ιστορικούς και κοινωνικούς επιστήμονες διαφορετικών θεωρητικών καταβολών (όπως ο Σεραφείμ Μάξιμος, ο Νίκος Αλιβιζάτος, ο Γκούναρ Χέριγκ, ο Γιώργος Μαυρογορδάτος, ο Χρήστος Χατζηιωσήφ).
   Η σχετική βιβλιογραφία είναι σε γνώση αναμφίβολα και των μελών της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», ανάμεσα στα οποία βρίσκονται και ιστορικοί. Εντούτοις, έχει κανείς την αίσθηση ότι η επιχειρούμενη εκλαΐκευση της «επανασύστασης» των 200 ετών ελληνικής ιστορίας, τουλάχιστον υπό το πρίσμα των αρχηγών του κράτους, αποδίδει μια ομογενοποιητική, αρραγή, αποστασιοποιημένη και ψευδο-αντικειμενική εικόνα της πολιτικής ζωής, εικόνα η οποία αποκρύπτει εντάσεις, συγκρούσεις, εκτροπές.
Διαμορφώνεται έτσι μια προσέγγιση της ιστορίας ως χρονολόγιο, μια ιστορία με παράθεση ονομάτων χωρίς περιεχόμενο πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών, μια ιστορία εντέλει χωρίς πολιτική και χωρίς κοινωνία. Η εκ των υστερών συμπλήρωση κάποιων αναφορών στο χρονολόγιο των αρχηγών του κράτους (στην εν λόγω ιστοσελίδα) δεν καταργεί την ουσία όσων παραπάνω υποστήριξα.
   Μια επιπλέον περιήγηση στις ενότητες «Η Ελλάδα σήμερα, μετά από μια πορεία 200 χρόνων» και «Ελληνες που άφησαν το αποτύπωμά τους στον κόσμο τα τελευταία 200 χρόνια» της ιστοσελίδας «Ελλάδα 2021» επιβεβαιώνει αυτή την «ψυχρή», φτιασιδωμένη, υπεράνω πολιτικής και κοινωνίας ψευδο-αντικειμενική αναθεωρητική προσέγγιση. Η συγκεκριμένη προσέγγιση αποκρύπτει ηθελημένα όλες τις πλούσιες και σύνθετες διεργασίες της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας. Αντιδράσεις σ’ αυτή την αναθεώρηση είναι σίγουρο θα υπάρξουν: από την κοινότητα των επαγγελματιών ιστορικών, από τους εκπαιδευτικούς, από τους δημοκρατικούς πολίτες.
* Αν. καθηγήτρια Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
1. Gunnar Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, τ. Β΄ (Αθήνα: ΜΙΕΤ, 2004), σ. 1015-1045.
2. Χρήστος Χατζηιωσήφ (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Οψεις πολιτικής και οικονομικής ιστορίας, 1900-1940 (Αθήνα: Βιβλιόραμα, 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου