Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

Το όνομά του ήταν άνθρωπος


ΡΟΛΦ ΠΟΛΕ 1942-2004

Το απόγευμα του Σαββάτου 7 Φλεβάρη 2004 πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία 62 ετών ο αγωνιστής Ρολφ Πόλε. Η μεγαλύτερη γερμανική εφημερίδα τον είχε χαρακτηρίσει ως τον «πιο επικίνδυνο Γερμανό τρομοκράτη» («Μπιλντ», 23/7/76). Ο Ελληνας υπουργός Δημόσιας Τάξης τον είχε ονομάσει «πρύτανη της τρομοκρατίας» (Αντώνης Δροσογιάννης, 1985). Ο

Τύπος και η τηλεόραση σε όλο τον κόσμο αναφέρεται σ' αυτόν ως «ηγετικό στέλεχος της συμμορίας Μπάαντερ-Μάινχοφ». Μέχρι το τέλος της ζωής του αποτελούσε αγαπημένο στόχο των αντιτρομοκρατικών σχεδιασμών των μεγαλύτερων μυστικών υπηρεσιών.

Τίποτα από όλα αυτά δεν ανταποκρίνεται στον πραγματικό Ρολφ Πόλε. Βαθιά ανθρωπιστής ο ίδιος, απόλυτα πεισμένος ειρηνιστής και εξαιρετικά καλλιεργημένος, βρέθηκε πρωταγωνιστής στη δίνη των γεγονότων στα «μολυβένια χρόνια» της δεκαετίας του '70 στη Γερμανία, εξαιτίας της προσήλωσής του στις αξίες της αλληλεγγύης, του αλτρουισμού και της συντροφικότητας. Την άρνησή του να προδώσει τις αρχές του την πλήρωσε με φυλάκιση στα λευκά κελιά, απαγόρευση εργασίας και ασταμάτητες διώξεις. Η υγεία του κλονίστηκε ανεπανόρθωτα. Ωστόσο, έως το τέλος δεν έχανε την ανθρωπιά, το θάρρος και το χιούμορ του.

Ο Ρολφ Πόλε γεννήθηκε το 1942 στο βομβαρδισμένο Βερολίνο. Το σπίτι του καταστράφηκε και ώς το 1945 έμεινε σε σπίτι οικογενειακών φίλων. Οι πρώτες παιδικές του μνήμες είναι από σκηνές βίας στο τέλος του πολέμου. Ο πατέρας του, Ρούντολφ Πόλε, υπήρξε αιχμάλωτος πολέμου έως το 1947 και στη συνέχεια κατέλαβε θέση καθηγητή Πανεπιστημίου στο Ερλάνγκεν. Ο παππούς του, Λούντβιγκ Πόλε, ήταν διάσημος οικονομολόγος, καθηγητής μεταξύ άλλων και του Ξενοφώντα Ζολώτα.

Από το 1954 ο Ρολφ ζει στο Μόναχο. Σπουδάζει στη Νομική του Βερολίνου και του Μονάχου. Το 1966 πήρε το πτυχίο του. Από το 1966 έως το 1970 δούλεψε ως ασκούμενος δικηγόρος και αναδείχτηκε ηγέτης του ριζοσπαστικού νεολαιιστικού κινήματος. Ο Πόλε παίρνει από τα λαϊκά φύλλα το παρατσούκλι «APO-Anwalt» επειδή υπερασπίζεται ως δικηγόρος τα μέλη του κινήματος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Το 1969 δικάζεται για την παρουσία του στις διαδηλώσεις που ξέσπασαν μετά την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ντούτσκε. Καταδικάζεται σε 15 μήνες φυλάκιση χωρίς αναστολή. Πρόκειται για τη βαρύτερη ποινή εκείνης της περιόδου για παρόμοιο «αδίκημα».

Η αλληλεγγύη του προς τους διωκόμενους αγωνιστές της Αριστεράς όλων των αποχρώσεων τον φέρνει και πάλι στη φυλακή Στράουμπινγκ το 1971. Μένει προφυλακισμένος για δύο χρόνια. Η δίκη του (Σεπτέμβριος 1973 - Μάρτιος 1974) καταλήγει σε τροποποίηση του κατηγορητηρίου. Καταδικάζεται για «συμμετοχή στη RAF» σε φυλάκιση έξι χρόνων και πέντε μηνών.

Τον Μάρτιο του 1975, μετά την απαγωγή του Πέτερ Λόρεντς από την οργάνωση «Κίνημα 2 Ιούνη», απελευθερώνεται μαζί με άλλους έξι κρατούμενους. Του προσφέρεται πολιτικό άσυλο στην Υεμένη.

Το 1976 συλλαμβάνεται στην Αθήνα. Η Δυτική Γερμανία ζητεί την έκδοσή του. Αναπτύσσεται πρωτοφανές κίνημα συμπαράστασης με συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις που σφράγισαν μια ολόκληρη περίοδο. Σύσσωμη η αντιπολίτευση ζητεί την παραχώρηση πολιτικού ασύλου στον Πόλε. Από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο μέχρι τον Χαρίλαο Φλωράκη, τον Μπάμπη Δρακόπουλο και τον Μανώλη Γλέζο. Το Εφετείο Αθηνών σε μια ιστορική συνεδρίασή του απορρίπτει το γερμανικό αίτημα. Ομως ο Αρειος Πάγος αποφασίζει τελικά την έκδοση, δύο μέρες πριν από τις γερμανικές εκλογές του Οκτωβρίου. Η παράδοση του Πόλε θεωρήθηκε τότε πολιτικό δώρο του Κωνσταντίνου Καραμανλή προς τον Χέλμουτ Σμιτ. Οι τρεις δικαστές του Εφετείου που τόλμησαν να υποστηρίξουν ότι ο Πόλε διώκεται για πολιτικά εγκλήματα (Αλεξόπουλος, Βάλλας Σαρτζετάκης) υπέστησαν πειθαρχική δίωξη.

Από το 1976 ώς το 1978 ο Πόλε ξανακλείνεται στο Στράουμπινγκ. Τον Μάρτιο του 1978 ακολουθεί νέα δίκη, με την κατηγορία της «ληστρικής εκβίασης», επειδή δέχτηκε να απελευθερωθεί το 1975. Καταδικάζεται σε τρία χρόνια και τρεις μήνες. Φυλακίζεται στο Κάισχαϊμ, απ' όπου αποφυλακίζεται οριστικά τονΣεπτέμβριο του 1982.

Η ανάμνηση του κινήματος συμπαράστασης οδηγεί τον Πόλε και πάλι στην Ελλάδα. Το 1984 παντρεύεται τη δικηγόρο Κατερίνα Ιατροπούλου και εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα. Εργάζεται ως καθηγητής γερμανικών, μεταφραστής και συγγραφέας. Αρθρογραφεί τακτικά στο περιοδικό «Σχολιαστής» και συμμετέχει στη συντακτική του ομάδα. Από το 1990 παρέχει την πολύτιμη φιλική του συνεργασία στον «Ιό».

Ο τίτλος που διάλεξε για το βιβλίο του («Το όνομά μου είναι άνθρωπος») συνοψίζει όλα του τα πιστεύω. Τους στίχους του ομώνυμου τραγουδιού του γερμανικού ροκ συγκροτήματος «Ton, Steine, Scherben» απήγγειλε ο Ρολφ Πόλε ως προσωπική δήλωση στη δίκη του, τον Σεπτέμβριο του 1973:

«Εχω πολλούς πατέρες κι έχω πολλές μητέρες
Κι έχω πολλές αδερφές κι έχω πολλούς αδερφούς
Οι αδελφοί μου είναι μαύροι κι οι μητέρες μου κίτρινες
Κι οι πατέρες μου είναι κόκκινοι κι οι αδελφές μου ανοιχτόχρωμες.
Κι είμαι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων
Και τ' όνομά μου είναι άνθρωπος
Και ζω απ' τον αέρα και ζω απ' το ψωμί
Και ζω απ' το φως και ζω απ' την αγάπη
Κι έχω δυο μάτια κι όλα μπορώ να τα δω
Κι έχω δυο αυτιά κι όλα μπορώ να τα καταλάβω.
Κι έχουμε έναν εχθρό, αυτός μας στερεί τη μέρα
Ζει απ' τη δική μας τη δουλειά
Και ζει απ' τη δύναμή μας
Κι έχει δυο μάτια και δεν θέλει να δει
Κι έχει δυο αφτιά, κι όμως δεν θέλει να καταλάβει.
Κι είναι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων
Κι έχει πολλά ονόματα.
Και ξέρω, θα πολεμήσουμε
Και ξέρω, θα νικήσουμε
Και ξέρω, θα ζήσουμε
Και θ' αγαπηθούμε
Κι ο πλανήτης Γη
Σ' όλους μας θ' ανήκει
Κι ο καθένας θα έχει αυτό που χρειάζεται
Και δεν θα πάρει πια δέκα χιλιάδες χρόνια
Γιατί έφτασε η ώρα».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ "ΙΟΥ"

"Ο φάκελός μου στη Στάζι" ("Ιός", 18/10/1998)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου