Δευτέρα 22 Ιουλίου 2024

Η παραιτημένη χώρα



Κι έτσι καταλήξαμε να μη ζούμε πλέον σαν χώρα, έχοντας παραιτηθεί από κάθε συμμετοχική διαδικασία, εναποθέτοντας τις ελπίδες μας σε επιτροπές. ...Μας αρκεί μόνο να τρώμε, να κουτσοβολεύουμε τις ανάγκες μας και να διασκεδάζουμε, όπως μια αγέλη «κούφιων ανθρώπων», μέχρι να πεθάνουμε απροετοίμαστοι κι αδιάφοροι ακόμα και για τον θάνατό μας...

Καθημερινά ακούμε στα ΜΜΕ αναλύσεις και απόψεις σε συζητήσεις που δύσκολα κάποιος μπορεί να αφομοιώσει. Ολοι οι μετέχοντες στον κοινωνικό διάλογο είτε διακόπτουν τον συνομιλητή τους είτε αναμένουν με ανυπομονησία και εκνευρισμό πότε θα τελειώσει ο άλλος για να πουν τη δική τους βιαστική, αυτοσχέδια τις περισσότερες φορές, άποψη.

Τα θέματα παρουσιάζονται με μια επιπόλαιη επαλληλότητα, σαν μια χορωδία όπου ο κάθε χορωδός άδει μια παρτιτούρα γραμμένη από τον ίδιο στο πόδι, προσπαθώντας με τον θόρυβο που παράγει η ακριτομυθία του να επικαλύψει τις φωνές των άλλων, ώστε να επιβεβαιώσει την ιδιότητα του δεξιοτέχνη του λόγου με την οποία θεωρεί ότι τον έχει προικίσει η φύση. Εχουμε λησμονήσει ότι «ομιλία» σημαίνει «λέω κάτι σε όμιλο». Οι παλαιοί, ιδιαίτερα στην περίπτωση της ομιλίας σε συνέλευση, έλεγαν και αγορεύω, δηλαδή μιλάω στην αγορά, στη συνάθροιση πολλών ατόμων.

Τελικός σκοπός και του «ομιλώ» και του «αγορεύω» ήταν η συναπόφαση και όχι η επικράτηση της άποψης του ενός πάνω στην άποψη του άλλου. Αυτή ήταν και η έννοια του δημοκρατικού διαλόγου. Η συζήτηση με δομή, αρχή, μέση και τέλος, με χειροπιαστά επιχειρήματα και όχι ιδεολογήματα ή ήδη διαμορφωμένες άκαμπτες θέσεις· η συζήτηση με πειστικούς ορθολογικούς συλλογισμούς και όχι ηθικολογικά και μεταφυσικά φληναφήματα.

Αν θέλουμε στ’ αλήθεια να ζήσουμε, καλό θα ήταν αμέσως να ξεκινήσουμε την προσπάθεια. Εάν όχι, δεν πειράζει, όμως τότε καλύτερα ας ξεκινήσουμε να πεθαίνουμε» | W.H. Auden

Δυστυχώς, η διαύγεια της σκέψης των προσωκρατικών φιλοσόφων και των συνεχιστών τους, όπως ο Επίκουρος, συσκοτίστηκε από μεταφυσικά «καινά δαιμόνια», όπου ο άνθρωπος έπαψε να αναζητά στη φύση τα εργαλεία για να την ερμηνεύει και μαζί με αυτήν να κατανοεί και τον εαυτό του και καταλήξαμε να ερμηνεύουμε τα πάντα, ακόμα και τη φύση, με βάση τον εαυτό μας. Και ως συνέπεια αυτής της ατομικιστικής μεθόδου, σε συνδυασμό με τον θεολογικό δογματισμό, ακυρώσαμε κάθε διαδικασία ουσιαστικού διαλόγου που θα είχε στόχο τη συναπόφαση αλλοιώνοντας ταυτόχρονα και κάθε δυνατότητα δημοκρατικής έκφρασης. Και κάθε κοινωνία που έχει απολέσει τη δυνατότητα συναπόφασης, εγκαταλείποντας τη μοίρα της σε τρίτους αρίστους, ολίγους, χαρισματικούς, επιτήδειους που έχουν την ικανότητα να φωνασκούν δυνατότερα, καταντάει μια κοινωνία παραίτησης από την πραγματική ζωή, από τη ζωή με συμμετοχικότητα, με συμπόρευση· καταντάει μια κοινωνία μοναχικών ανθρώπων, που δεν έχουν πλέον τη διάθεση να καθορίσουν ακηδεμόνευτοι τη μοίρα τους, να προοδεύσουν πολιτισμικά, να συνεχίσουν να ζουν ως ενεργοί πολίτες.

Γι’ αυτές τις σκέψεις-διαπιστώσεις για την πορεία μιας χώρας που επέλεξε ούτε να θέλει να ζήσει, αλλά ούτε και να προετοιμάζεται για να πεθάνει, όπως μας συμβουλεύει ο Οντεν, αφορμή μου έδωσε ένα ξαναδιάβασμα της ποίησης του Τ.Σ. Ελιοτ, ιδιαίτερα της «Waste Land» που στη γλώσσα μας τη λέμε «Ερημη Χώρα».

Αυτή η απόδοση της λέξης «waste» ως «έρημη» οφείλεται στον μεγάλο μας ποιητή Γ. Σεφέρη και την επέλεξε ανάμεσα από τις πολλές έννοιες που έχει αυτή η λέξη στη γλώσσα της. Στην αγγλική το «waste» εκτός από ερημωμένος, άλλοτε σημαίνει σπαταλημένος ή χαμένος, άλλοτε παρατημένος ως άχρηστος κι άλλοτε σημαίνει υπόνομος, υποδηλώνοντας τα λύματα. Πραγματικά, δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ποια είναι η έννοια που ήθελε να δώσει στη λέξη ο ποιητής (εμπιστεύομαι την έννοια έρημη αφού ο Σεφέρης είχε την έγκριση του Ελιοτ για την απόδοση της ποίησής του στα Ελληνικά), όμως παραλληλίζοντας τη «Waste Land» με αυτό που βιώνουμε στη σημερινή Ελλάδα, πιστεύω ότι ο επιθετικός προσδιορισμός που της ταιριάζει είναι η «παραιτημένη» χώρα. Και ο λόγος που με πείθει, ώστε να το μεταφέρω έτσι, εκτός του γεγονότος ότι παραιτημένη μπορεί να σημαίνει και παρατημένη στη μοίρα της, είναι ένα άλλο ποίημα του Ελιοτ, από τον ημιτελή Κοριολανό του, που επιγράφεται «Δυσκολίες Πολιτευομένου» και το οποίο παραθέτω αποσπασματικά, πάλι σε μετάφραση Σεφέρη:

ΦΩΝΑΞΕ. Τι να φωνάξω... Εκείνο που πρέπει να γίνει πρώτα είναι να σχηματιστούν οι επιτροπές: Τα γνωμοδοτικά συμβούλια, διαρκείς επιτροπές, ειδικές επιτροπές και υποεπιτροπές... Ω μάνα... εγώ ένα κουρασμένο κεφάλι ανάμεσα σε τούτα τα κεφάλια... Τα μικρά πλάσματα τσιρίζουν αχαμνά μέσα στη σκόνη, μέσα στη νύχτα. Ω μάνα Τι να φωνάξω; Απαιτούμεν μίαν επιτροπήν, μίαν αντιπροσωπευτικήν επιτροπήν, μίαν επιτροπήν ελέγχου ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ! ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ! ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ!

Και να που πάλι η ποίηση μεταφέρει, με την ευπρέπεια της ειλικρίνειας, χωρίς τη μικροπρέπεια της συγκάλυψης, με τη σεμνότητα της γνώσης, χωρίς την αλαζονεία της άποψης, με σεβασμό στην πραγματικότητα, χωρίς μεταφυσικές ακροβασίες, την ιστορική αδυναμία μας να κατανοούμε το αυτονόητο της οικουμενικής πραγματικότητας της ύπαρξης και να αναγνωρίζουμε αυτό το αυτονόητο χωρίς «ναι μεν αλλά» σε κάθε ζωντανό πλάσμα, διατυπώνοντάς το με υπευθυνότητα σε κάθε μας πράξη και σκέψη.

Κι έτσι καταλήξαμε να μη ζούμε πλέον σαν χώρα, έχοντας παραιτηθεί από κάθε συμμετοχική διαδικασία, εναποθέτοντας τις ελπίδες μας σε επιτροπές. Επιτροπές ευρωπαϊκές, εξεταστικές, ακαδημαϊκές, δικαστικές, εξοπλιστικές, σε τρόικες και ξένους παράγοντες. Και μας αρκεί μόνο να τρώμε, να κουτσοβολεύουμε τις ανάγκες μας και να διασκεδάζουμε, όπως μια αγέλη «κούφιων ανθρώπων», μέχρι να πεθάνουμε απροετοίμαστοι κι αδιάφοροι ακόμα και για τον θάνατό μας, ακούγοντας τα μικρά πλάσματα να τσιρίζουν αχαμνά μέσα στη σκόνη, μέσα στη νύχτα, μέσα σε διαγγέλματα, σε εκπομπές τηλεπωλήσεων, κουτσομπολιού και σε άλλες, σοβαρές, με «ενσυναίσθηση», σε γραφεία εισαγγελέων, σε έδρες δικαστών, να τσιρίζουν με υφέρπουσα αλαζονεία: ΕΛΛΑΔΑ 2.0! ΣΚΕΥΩΡΙΑ! ΑΠΑΛΛΑΓΗ! ΣΥΝΩΜΟΣΙΟΛΟΓΙΑ! ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ! Ο ΣΤΑΘΜΑΡΧΗΣ ΦΤΑΙΕΙ! Η ΜΑΝΑ ΦΤΑΙΕΙ!... ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ! ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ! ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ!

* Δικηγόρος, συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου