Η ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης τις τελευταίες δεκαετίες προσφέρει μαθήματα —δυσάρεστα αλλά πολύτιμα— για το πώς λειτουργεί η διαπλοκή εξουσίας, θεάματος και συμφερόντων. Δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να καταλάβεις πώς δομείται η προπαγάνδα, πώς κατευθύνεται η κοινή γνώμη, πώς οι «δολοφόνοι» μετατρέπονται σε φιγούρες οικείες και οι «φωνές της αλήθειας» αποσιωπώνται. Αρκεί να ανοίξεις την τηλεόραση.
Η πρόσφατη υπόθεση της Ειρήνης Μουρτζούκου, η οποία ομολόγησε τη δολοφονία τεσσάρων – πιθανόν πέντε – βρεφών, δεν είναι απλώς μια τραγωδία. Είναι ένα παράδειγμα τηλεοπτικής κατάπτωσης. Μέχρι τη σύλληψή της, η Μουρτζούκου ήταν σχεδόν καθημερινά στα πάνελ και στα δελτία ειδήσεων, σε ρόλο κατατρεγμένης μάνας. Τα τηλεοπτικά δίκτυα της παρείχαν βήμα, φιλοξενία, ακόμη και οικονομική στήριξη. Δεν της έκαναν δύο συνεντεύξεις. Της έστησαν πολυήμερο βήμα να επαναλαμβάνει το αφήγημά της. Όσο η υπόθεση «πουλούσε» —κι όσο η αλήθεια κρυβόταν.
Η ευθύνη όμως δεν είναι μόνο της τηλεόρασης. Είναι και της Αστυνομίας, που δεν προχώρησε έγκαιρα σε ενδελεχή έρευνα. Των ιατροδικαστών, που έκαναν λόγο για «φυσικά αίτια». Και, φυσικά, ενός θεσμικού περιβάλλοντος που επιτρέπει την τηλεοπτική κακοποίηση της αλήθειας στο όνομα της τηλεθέασης.
Την ίδια στιγμή, ένα άλλο πρόσωπο απουσιάζει συστηματικά από τα κανάλια: η Μαρία Καρυστιανού, η μητέρα της φοιτήτριας που σκοτώθηκε στο έγκλημα των Τεμπών. Γιατί δεν την καλούν; Επειδή δεν μπορεί να “ελεγχθεί”. Δεν ταιριάζει με τη βολική αφήγηση. Δεν κλαίει μπροστά στις κάμερες· φωνάζει, καταγγέλλει, κατονομάζει ευθύνες.
Η στρατηγική τηλεοπτικής συγκάλυψης
Και το σύστημα δεν θέλει αυτή τη φωνή. Θέλει τον «θόρυβο» της Μουρτζούκου, όχι τη συγκροτημένη αγανάκτηση της Καρυστιανού. Η τηλεόραση δεν επιδιώκει δικαιοσύνη, επιδιώκει θέαμα. Το έγκλημα των Τεμπών είναι πολιτικό, διαχρονικό, με ονοματεπώνυμα. Και αυτό δεν “πουλάει” – πονάει.
Αντίθετα, οι «Μήδειες» της εποχής μας, όπως η Μουρτζούκου και η Πισπιρίγκου, έχουν γίνει μόνιμες φιγούρες των δελτίων, καθισμένες αναπαυτικά στα τηλεοπτικά πλατό, όπου παριστάνουν τις κυνηγημένες, τις θύτρες-θύματα, με πλήρη ανοχή —αν όχι συνενοχή— των συντελεστών της τηλεοπτικής παραγωγής.
Αυτή η στρέβλωση της πραγματικότητας δεν είναι απλώς επικίνδυνη. Είναι οργανωμένη. Στοχεύει στην αποπροσανατολισμό της κοινωνίας. Η ελληνική κοινωνία δεν πρέπει να μιλά για τα Τέμπη, για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, για τα δάνεια που χαρίζονται, για τα funds που αρπάζουν σπίτια. Πρέπει να ασχολείται με την επόμενη «παρανοϊκή μητέρα», με τα «ανατριχιαστικά SMS», με την «άγνωστη ψυχιατρική διάγνωση» του δράστη. Όλα αυτά φτιάχνουν ένα πέπλο: ένα τείχος που εμποδίζει τη συστημική ευθύνη να φανεί.
Γιατί η Καρυστιανού, και όσοι μιλούν σαν αυτήν, δεν είναι απλώς θύματα. Είναι ενοχλητικοί μάρτυρες. Είναι άνθρωποι που ξέρουν τι έγινε, πώς έγινε, ποιοι φταίνε. Και ζητούν τιμωρία. Κι αυτό, όσο κι αν σοκάρει, δεν είναι ανεκτό για το σύστημα που έχει εθιστεί στην ατιμωρησία.
Η «serial killer» Μουρτζούκου έγινε τηλεοπτική σταρ, ενώ η μητέρα της δολοφονημένης φοιτήτριας στα Τέμπη παραμένει αποκλεισμένη – γιατί η αλήθεια δεν βολεύει την τηλεόραση της διαπλοκής. Η ελληνική τηλεόραση αναδεικνύει φόνισσες σε πρωταγωνίστριες και φιμώνει τους πραγματικά πονεμένους. Το έγκλημα πουλάει – η αλήθεια όχι
Η τηλεοπτική μας πραγματικότητα σήμερα είναι ένας καθρέφτης παρακμής, δεν ενημερώνει, δεν ελέγχει την εξουσία, απλά επικυρώνει τη διαπλοκή της και κάνει show πάνω σε νεκρά παιδιά και φιμώνει τις φωνές που ζητούν λογοδοσία.
Το ερώτημα δεν είναι γιατί τα κανάλια έκαναν τη Μουρτζούκου σταρ, το ερώτημα είναι γιατί ακόμα δεν έχουμε δει τη Μαρία Καρυστιανού στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων. Και η απάντηση είναι απλή: η Μουρτζούκου “πουλάει”, η Καρυστιανού ενοχλεί. Αλλά για μια κοινωνία που θέλει να λέγεται δίκαιη, η δεύτερη αξίζει όλο το βήμα. Και οφείλει να το πάρει. Όχι αύριο. Σήμερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου