Από την Πούντα και το Βελούδινο Κάστρο
ως το «Σοκάκι των Ερωτευμένων», δεν μπορείς να δεις τη σημερινή πόλη
χωρίς να ανέβουν τρελά οι παλμοί της καρδιάς σου...
Το μεγαλύτερο μέρος της
καρδιάς μου, κρατούν οι αναμνήσεις από την αγαπημένη μου γιαγιάκα Κλειώ.
Ηταν τόσο όμορφα όταν με νανούριζε τα βράδια που με κοίμιζε στο κρεβάτι
με τα ασπροκέντητα σεντόνια με τις δαντέλες «ρισελγιέ», που
μοσχοβολούσαν «μοσκοσάπουνο». Μου άρεσε το «Ηβίιιιιι» που φώναζε όταν
κάναμε αταξίες, οι γεμιστές καραμέλες που μου
έδινε όταν ήμουν «καλό παιδί», η σπιτική βυσσινάδα που απολαμβάναμε ξαπλωμένες στις σεζλόνγκ στη μικρή βεραντούλα της «οξώπορτας» του προσφυγικού σπιτιού της Καλλιθέας. Μάλιστα, όταν περνούσε και ο θείος Φωκίων με τη μικρή Κλειούλα, πότε κατέβαινε η γυάλα με το γλυκό συκαλάκι, πότε εμφανιζόταν η καλοκρυμμένη φοντανιέρα με τις σοκολατένιες μαργαρίτες! Μα το πιο συναρπαστικό ήταν οι ιστορίες: «Το σπίτι μας ήταν στο Και στην προκυμαία της Σμύρνης. Ηταν προίκα της προγιαγιάς σου της Χρυσάνθης, πολύ μεγάλο και το στόλιζαν αγάλματα». Τότε μου ξαναέδειχνε τη παλιά φωτογραφία των γονιών της: Ο πατέρας της Νίκος Τσατούρας, ομορφάντρας σοβαρός και η Χρυσάνθη το γένος Πάντζαρη, με «μαλάματα» και διαμαντικά - «σα ροβίθια οι διαμαντόπετρες» - και τσακίρικα μάτια. Αγαπημένη μου ήταν η ιστορία του Ρούσσου. «Ο Ρούσσος ήτανε από αριστοκρατική οικογένεια πολύ πλούσιος, ηφόραγε ρούχα φράγκικα και ψηλό καπέλο, αλλά ηρωτεύτηκε μία κοπέλα και δεν τον άφηκαν να τσι πάρει και αυτός ηλωλάθηκε! Ηπήρε ένα μαντολίνο και ήκανε λωλάδες! Ητραγούδαγε μέ' τσου δρόμους: Αλεμπρέεεεεεεν, Αλεμπρέεεεεν, Αλεμπρέν σανμπρεντολού λαμπρεστολέ, κου, λου». Και δώσ' του γέλια και τραγούδια!.. Αργησα να κάνω αυτό το ταξίδι. Ομως ήταν το συγκλονιστικότερο της ζωής μου και ήμασταν (πιστεύω) παρέα. Ετσι, γιαγιάκα;
έδινε όταν ήμουν «καλό παιδί», η σπιτική βυσσινάδα που απολαμβάναμε ξαπλωμένες στις σεζλόνγκ στη μικρή βεραντούλα της «οξώπορτας» του προσφυγικού σπιτιού της Καλλιθέας. Μάλιστα, όταν περνούσε και ο θείος Φωκίων με τη μικρή Κλειούλα, πότε κατέβαινε η γυάλα με το γλυκό συκαλάκι, πότε εμφανιζόταν η καλοκρυμμένη φοντανιέρα με τις σοκολατένιες μαργαρίτες! Μα το πιο συναρπαστικό ήταν οι ιστορίες: «Το σπίτι μας ήταν στο Και στην προκυμαία της Σμύρνης. Ηταν προίκα της προγιαγιάς σου της Χρυσάνθης, πολύ μεγάλο και το στόλιζαν αγάλματα». Τότε μου ξαναέδειχνε τη παλιά φωτογραφία των γονιών της: Ο πατέρας της Νίκος Τσατούρας, ομορφάντρας σοβαρός και η Χρυσάνθη το γένος Πάντζαρη, με «μαλάματα» και διαμαντικά - «σα ροβίθια οι διαμαντόπετρες» - και τσακίρικα μάτια. Αγαπημένη μου ήταν η ιστορία του Ρούσσου. «Ο Ρούσσος ήτανε από αριστοκρατική οικογένεια πολύ πλούσιος, ηφόραγε ρούχα φράγκικα και ψηλό καπέλο, αλλά ηρωτεύτηκε μία κοπέλα και δεν τον άφηκαν να τσι πάρει και αυτός ηλωλάθηκε! Ηπήρε ένα μαντολίνο και ήκανε λωλάδες! Ητραγούδαγε μέ' τσου δρόμους: Αλεμπρέεεεεεεν, Αλεμπρέεεεεν, Αλεμπρέν σανμπρεντολού λαμπρεστολέ, κου, λου». Και δώσ' του γέλια και τραγούδια!.. Αργησα να κάνω αυτό το ταξίδι. Ομως ήταν το συγκλονιστικότερο της ζωής μου και ήμασταν (πιστεύω) παρέα. Ετσι, γιαγιάκα;
Από την Πούντα στο «Και» και στο «Παραλλέλι»
Αρχισα την περιπλάνηση στη Σμύρνη από το Αλσαντσάκ - την παλιά
Πούντα. Ωστόσο, οι παλιές επαύλεις έχουν αντικατασταθεί με πολυώροφα
πανομοιότυπα κτίρια χωρίς αισθητική που κάποια φέρνουν σε άχαρες
εργατικές πολυκατοικίες. Ομως τα έργα ανάπλασης με επιχωματώσεις,
επιμήκυναν την παλιά προκυμαία και δημιούργησαν το νέο λιμάνι όπου
καταλήγει η λεωφόρος Ataturk Caddesi. Φαρδιά και μεγάλη η λεωφόρος
Ataturk Caddesi, το παλιό «Και» - το Birinci Kordon, όπως το λένε οι
ντόπιοι - και το παλιό «Παραλλέλι», ο παράλληλος δρόμος της, η Cumhuriet
Bulvari ή Ikinci Kordon, οριοθετούν, όπως και τότε, το
αριστοκρατικότερο κομμάτι της Σμύρνης. Με πλατείες και δενδρoστοιχίες,
πολυτελή καταστήματα καθώς και νυχτερινή ζωή με εστιατόρια, ταβέρνες,
κλαμπ, κινηματογράφους που σφύζουν από κίνηση τα σαββατόβραδα, γεμάτα
νεολαία. Εδώ οι ξένες γλώσσες δίνουν και παίρνουν χάρη στην έντονη
τουριστική κίνηση - ειδικά στους καλοκαιρινούς μήνες - αλλά και στην
εμπορική, λόγω των Εκθέσεων που διοργανώνονται κάθε τόσο στο Kultur Park
που δημιουργήθηκε στη θέση των καμένων ελληνικών σπιτιών από την
Καταστροφή.
Απ' τη μία οι διαφημίσεις με τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής - ταυτόσημο
του Αλσαντσάκ -, από την άλλη ένας άλλος κόσμος πιστός στην παράδοση,
που ξεδιπλώνεται ακόμη περισσότερο καθώς εισέρχομαι στην παλιά οθωμανική
γειτονιά της πόλης. Δαιδαλώδη σοκάκια, δρόμοι σε ομόκεντρα τόξα, παλιά
οθωμανικά σπίτια, χαρακτηρίζουν τη συνοικία Κεμεραλτί όπου το τεράστιο
πολύβουο παζάρι συγκεντρώνει κατοίκους κάθε οικονομικής κατάστασης αλλά
και πολλούς τουρίστες. Φαίνεται ότι τις καλύτερες τιμές προσφέρουν οι
οίκοι νυφικών, γι' αυτό και επικρατεί το αδιαχώρητο. Στο Παζάρι Κιστανέ
βρίσκεις φρούτα και είδη διατροφής σε πολύ καλές τιμές. «Τη Σμύρνη φτωχομάνα τη λέγανε» μου λέει η «λεβαντίνα» κ. Κάρμεν.
«Θα πας στο Κιστανέ Παραζέ και θα δεις τη φτήνια. Ο φτωχός πάει εκεί
για το ψάρι του, την κότα του… Ας πούμε η σαρδέλα εδώ στην Πούντα είναι
τρία μιλιόνια, εκεί πέρα είναι ένα μιλιόνι». Το παλαιότερο και
σημαντικότερο τέμενος της περιοχής είναι το Χισάρ Τζαμί. Στον
γυναικωνίτη ανταλλάσσουμε βλέμματα με τις γυναίκες και όταν με νοήματα
ζητώ την άδεια να τις φωτογραφίσω, συγκατανεύουν χαμογελώντας.
Από το Χάνι Κιζλαραγκάσι στην Οπερα
Από τα παλαιότερα οικοδομήματα της πόλης, το Καραβάν Σαράι αυτό,
κτίστηκε στα 1741 κατ' εντολήν του σουλτάνου Μαχμούτ Ι Αγκά και είναι
ξεχωριστό δείγμα οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Στο τεϊοποτείο πίνουμε
μυρωδάτο τσάι χαζεύοντας τον κόσμο που πηγαινοέρχεται στα μαγαζάκια με
τις υποτιθέμενες αντίκες. Στο παλιό φωτογραφείο, ο
μαγαζάτορας-φωτογράφος μιλάει με θαυμασμό για τη σύγχρονη φωτογραφική
τέχνη στην Τουρκία, και παραθέτει τουρκικά περιοδικά και λευκώματα,
αποκαλύπτοντάς μου ένα ακόμη πρόσωπο της πόλης. Το ίδιο βράδυ στην
«Izmir Delvet Opera ve Balesi» στην παράσταση μπαλέτου, το κοινό είναι
ενθουσιώδες και γνωρίζει τα σημεία όπου μπορεί να χειροκροτήσει.
Στο Μπασμανέ και στον Αγιο Βουκόλο
Το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Βελούδινο Κάστρο
Η πλατεία Τσουμχουριέτ και το «Σοκάκι των Ερωτευμένων»
Το 1907 ο εβραίος έμπορος Νεσίμ Λεβί έκτισε αυτό το 40 μέτρων ύψους
ασανσέρ προκειμένου να συνδέσει τη γειτονιά Καράτας με τη Χαλίλ Ριφάτ
Πασά στη συνοικία Γκιουζέλ Γυαλί. Στο «Ασανσέρ» οδηγεί το σοκάκι «Dario
Moreno» που ονομάστηκε προς τιμήν του διάσημου σμυρναίου τραγουδιστή του
οποίου το σπίτι έγινε μουσείο. Το πανόραμα από το «Ασανσέρ» είναι
μαγευτικό, καθώς απλώνεται από ψηλά όλος ο κόλπος της Σμύρνης. Στο βάθος
απέναντι το Καρσίγιακα - το παλιό αγαπημένο Κορδελιό - που
πηγαινοέρχονται τα καραβάκια από τις αποβάθρες Κονάκ και Αλσαντσάκ. Εξω
από το «Ασανσέρ», σπίτια φτωχικά, πολυκατοικίες με ψηλά κάγκελα,
λιθόκτιστες κλίμακες που οδηγούν όλο και σε ψηλότερες γειτονιές. Ο
πλανόδιος μανάβης με το γαϊδουράκι διαλαλεί σε κάθε σκάλα τη λιγοστή
πραμάτεια του, περιμένοντας τις νοικοκυράδες. Τον ακολουθώ από συνήθεια,
όπως ακολουθούσαμε όλο το παιδομάνι τους μανάβηδες με τα γαϊδουράκια,
που ψώνιζαν οι Σμυρνιές στα προσφυγικά της Καλλιθέας.
πρόσβαση:
Πέρα από τις έκτακτες οικονομικές αεροπορικές πτήσεις «τσάρτερ», η
καλύτερη επιλογή είναι να περάσετε από τη Χίο με καραβάκι απέναντι στον
Τσεσμέ, από εκεί θα πάρετε συγκοινωνία ή ταξί για Σμύρνη (85 χλμ.,
περίπου μιάμιση ώρα). Ο καλύτερος τρόπος για να γνωρίσετε τη Σμύρνη
είναι φυσικά με τα πόδια. Στις μεγαλύτερες αποστάσεις χρησιμοποιήστε το
μετρό ή πάρτε ταξί που είναι οικονομικό.
διαμονή:
Πολυτελές το κεντρικό «Hilton Izmir» (τηλ. +90 232-4976060,
hilton.com) που πρόκειται για ουρανοξύστη με 40 πατώματα και
καταπληκτική πανοραμική θέα. Δημοφιλές στους Ελληνες το «Otel Izmir
Palace» (τηλ. +90 232 4215583, izmirpalace.com) με θέα στην προκυμαία
Αλσαντσάκ, ενώ κοντά στο παζάρι σε αναπαλαιωμένο αρχοντικό στεγάζεται το
«Otel Antik Han» (τηλ. +90 232 4892750).
Από τα ωραία σουσαμένια κουλούρια στους δρόμους - τα «σιμίτια» -,
μέχρι τα μπουρεκάκια, τα σουβλάκια, τα φρέσκα μύδια με το λεμόνι, τα
ντολμαδάκια, τα κεμπάπ, τα παγωτά καϊμάκι και φιστίκι, τα σιροπιαστά,
και η λίστα δεν έχει τελειωμό! Ανάμεσα σε αμέτρητα μικρά και μεγάλα
εστιατόρια και ταβέρνες αξίζει να γευματίσετε, πιο πολύ για την
ατμόσφαιρα, στο εστιατόριο «1888» (Ikinci Kordon, τηλ. 232 4216690).
Πρόκειται για ιστορικό κτίριο του 1888 που είχε κτίσει ο Σύρος Χατζή
Νταβούτ για προίκα της κόρης του, στη συνέχεια αγοράστηκε από την
εφοπλιστική οικογένεια Σπέκα και μετά την Καταστροφή περιήλθε σε
διάφορους ιδιοκτήτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου