Πολιτεία

Πολιτεία

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2019

Στόχος η διαφορετικότητα, ένοχος η... «κανονικότητα»

Στόχος η διαφορετικότητα, ένοχος η... «κανονικότητα»

     Αν και εδώ και λίγα χρόνια έχουν ξεκινήσει προσπάθειες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σχολικής βίας στη χώρα μας, χρειάζεται ακόμα πολλή δουλειά: όπως είχε δείξει η έρευνα του υπ. Παιδείας, ένας στους τρεις μαθητές έχει υποστεί εκφοβισμό, όμως το 16,5% δεν τόλμησε ποτέ να σπάσει τη σιωπή του και να το καταγγείλει
  Πίσω από την παιδική συμπεριφορά συνήθως κρύβεται η ανατροφή. Οι σχέσεις ή οι μη σχέσεις με τους γονείς. Τα πρότυπα που η οικογένεια μεταφέρει. Η εξοικείωση με τη βία και η αποδοχή της ως μέσου επίλυσης διαφορών. Ακόμη παραπέρα κρύβεται το πώς φερόμαστε στους «διαφορετικούς», το πώς ορίζουμε την «κανονικότητα» και το τι είναι «αποδεκτό».
  iΝαι, για τη σχολική βία και τον εκφοβισμό είναι η συζήτηση, παγκόσμια ημέρα ευαισθητοποίησης γαρ. Τα παραπάνω αποτελούν όχι μόνο το απόσταγμα της πανελλαδικής έρευνας που είχε παρουσιαστεί από το υπουργείο Παιδείας πριν από τρία χρόνια, στην οποία είχαν λάβει μέρος 36.779 μαθητές όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, αλλά αντανακλούν και τη γνώμη των εμπειρογνωμόνων και απηχούν το βίωμα των παιδιών που έζησαν τον τραμπουκισμό.
  Γιατί αν στο στόχαστρο του σχολικού εκφοβισμού μπαίνει η «διαφορετικότητα», γι’ αυτή τη συμπεριφορά ενοχοποιείται η «κανονικότητα». Γνωστό το φαινόμενο στα παιδιά από το Δημοτικό, κλιμακώνεται στο Γυμνάσιο. Το στοίχημα; Να εμπιστευτούν κάποιον, να σπάσουν τη σιωπή: μπορεί ο ένας στους τρεις μαθητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση να έχει υπάρξει θύμα εκφοβισμού, ωστόσο το 16,59% των παιδιών δεν μίλησαν σε κανέναν γι’ αυτό.

Αργά βήματα

  Από το 2012 έχουν ξεκινήσει οι πρωτοβουλίες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του φαινομένου στη χώρα μας, ενώ η πανελλαδική έρευνα ήταν μία μόνο από τις δράσεις που υλοποιήθηκαν παράλληλα με την πραγματοποίηση εκστρατειών ευαισθητοποίησης και προγραμμάτων παρέμβασης και επιμόρφωσης στην πρόληψη και αντιμετώπιση όχι μόνο των περιστατικών σχολικής βίας αλλά και των συνεπειών τους στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.
  Δράσεις τις οποίες έρευνα αξιολόγησης των σχετικών προγραμμάτων και πολιτικών για τη μείωση του φαινομένου που έκανε το Cambridge κατατάσσει την Ελλάδα στην πρώτη θέση εφαρμογής αποτελεσματικών πολιτικών.
Την επιστημονική εποπτεία του προγράμματος είχε η Κεντρική Επιστημονική Επιτροπή του υπουργείου Παιδείας, με πρόεδρο την καθηγήτρια Βάσω Αρτινοπούλου, που μας είπε:
  «Η βία και ο εκφοβισμός υπήρχαν πάντοτε. Το επίπεδο αποδοχής του εκφοβισμού και της βίας συναρτάται με το ευρύτερο κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο μιας κοινωνίας. Η βία και ο σχολικός εκφοβισμός αφορούν την επίδειξη δύναμης μέσα από την επιθετικότητα και την κυριαρχία. Ο χαρακτήρας του εκφοβισμού αναπαράγεται σε όλη τη ζωή. Οι πολιτικές πρόληψης και αντιμετώπισής του θα πρέπει να ενταχθούν σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό για την πρόληψη της βίας στην οικογένεια, το σχολείο και την τοπική κοινωνία και θα έχει θετικά αποτελέσματα στην πρόληψη της εγκληματικότητας και τη θυματοποίηση» - τονίζοντας τον σεβασμό στη διαφορετικότητα.
● Εχεις πρόβλημα;
  «Υπάρχουν λύσεις, αρκεί να μιλήσεις» αναφέρεται στην υποδοχή του διαδικτυακού εργαλείου για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού livewithoutbullying.com, στο οποίο μπορούν να απευθυνθούν οι ενδιαφερόμενοι -παιδιά θύτες, θύματα ή παρατηρητές, εκπαιδευτικοί, γονείς- και προσφέρει δωρεάν συμβουλευτική στήριξη από επαγγελματίες ψυχολόγους στην αντιμετώπισή του. Δημιουργήθηκε πριν από περίπου τέσσερα χρόνια από το Κέντρο Μέριμνας για την Οικογένεια και το Παιδί (ΚΜΟΠ) και χρησιμοποιείται κυρίως από παιδιά ηλικίας 13-18 ετών. Από το σύνολο των παιδιών που έχουν μπει στην πλατφόρμα, το 89% την ξαναεπισκέπτεται, αναζητώντας τον ίδιο σύμβουλο/ψυχολόγο, κάτι που σημαίνει ότι έχει κερδηθεί η εμπιστοσύνη τους, ενώ τα μισά παιδιά είχαν ολοκληρωμένη παρέμβαση και βρήκαν λύση στο πρόβλημά τους.
  «Το σχολικό έτος 2017-2018 είχαμε 467 ολοκληρωμένους διαδικτυακούς διαλόγους, δηλαδή έφτασαν να πουν στον σύμβουλο ότι «τώρα μπορώ να πηγαίνω στο σχολείο, δεν αισθάνομαι αυτό το βάρος» και κατά μέσο όρο είχαμε δύο με τρεις νέες διαδικτυακές συνομιλίες τη βδομάδα, πέραν αυτών που συνεχίζονταν», μας λέει η πρόεδρος του ΚΜΟΠ, εκπαιδευτική ψυχολόγος και υπεύθυνη της πλατφόρμας, Αντωνία Τορρένς.
 ● Η δυσκολία τους;
  «Το να αποκτηθεί η εμπιστοσύνη, να μιλήσουν για το πρόβλημά τους».
● Υπάρχουν χαρακτηριστικά στα παιδιά που ασκούν ή δέχονται εκφοβισμό;
  «Η κάθε περίπτωση είναι διαφορετική».
● Εντοπίζετε κάπου τις αιτίες για την εκδήλωση τέτοιας συμπεριφοράς;
  «Κατά κύριο λόγο οι αιτίες προέρχονται από το οικογενειακό περιβάλλον, την ελλιπή διαπαιδαγώγηση και τον πολύ περιορισμένο χρόνο που περνούν οι γονείς με το παιδί για να επικοινωνήσουν και να συζητήσουν. Ακόμη, μπορεί να υπάρχουν και θέματα ενδοοικογενειακής βίας. Πολλές φορές τα παιδιά εκτίθενται συνεχώς σε μια συστηματική επιθετικότητα μέσα από τα μέσα ενημέρωσης ή κοινωνικής δικτύωσης, τις ταινίες ή τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Βλέπουν συνεχώς σκηνές βίας και αυτή η επαναλαμβανόμενη επιθετικότητα, εφόσον είναι ανεξέλεγκτη και δεν υπάρχει γονεϊκός έλεγχος και ένα όριο, δημιουργεί και μια κανονικότητα, με αποτέλεσμα τα παιδιά να θεωρούν ότι έτσι είναι η ζωή και έτσι πρέπει να γίνεται, και στη συνέχεια ασκούν εκφοβισμό. Από την άλλη πλευρά, τα άτομα που δέχονται εκφοβισμό μπορεί να χαρακτηρίζονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση ή να είναι διαφορετικοί. Οποιαδήποτε διαφορετικότητα μπορεί να στοχοποιηθεί, εθνικότητα, ιδιορρυθμίες, σωματική διάπλαση, κάτι στον τρόπο έκφρασης και ομιλίας...».

Η άποψη των ειδικών...

Νάνσυ Παπαθανασίου - Ελενα Χρηστίδη
  ◼ Σύμφωνα με τη Νάνσυ Παπαθανασίου, κλινική ψυχολόγο, επιστημονική υπεύθυνη στη γραμμή ψυχολογικής στήριξης 11528 για ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, «η θυματοποίηση πηγάζει από τον τρόπο που χτίζονται οι κοινωνικές σχέσεις, το τι θεωρείται αποδεκτό και τι όχι στα νεαρά άτομα και στα παιδιά. Εκδηλώνεται με τη στοχοποίηση του ενός ως “αδύναμου” λόγω της “διαφορετικότητάς” του. Στόχος των θυτών είναι η ταπείνωση του στοχοποιημένου, αφού το bullying γίνεται φανερά, με θεατές, οι οποίοι δεν αντιδρούν, πιθανόν για τον φόβο μη βρεθούν και αυτοί στην ίδια θέση. Η συχνότερη αντίδραση σε τέτοιο συμβάν είναι η αποστασιοποίηση, καταγγέλλουμε την πράξη αλλά παράλληλα καθόμαστε και κοιτάμε. Το bullying δεν έχει να κάνει με ταξική διαφορά συγκεκριμένα, αλλά με το πώς σαν κοινωνία φερόμαστε στους “αδύναμους” και την “κόκκινη γραμμή» που βάζουμε στο τι είναι αποδεκτό». Τρόπος αντιμετώπισης; «Είναι ο παρατηρητής να πάρει θέση, το σχολείο να το απαγορεύει και οι δάσκαλοι να επιμορφώνονται πάνω σε αυτό. Γενικότερα όμως χρειάζεται κοινωνική αντιμετώπιση: η μάθηση του να σεβόμαστε το διαφορετικό από εμάς και ο σωστός τρόπο χτισίματος των σχέσεων μεταξύ μας».
  ◼ Για την Ελενα Χρηστίδη, ψυχοθεραπεύτρια, εκπαιδεύτρια ενηλίκων, «ο εκφοβισμός-bullying βασίζεται στην ισχύ που έχει ή δεν έχει ο θύτης και το θύμα. Πρέπει να εστιάζεται στις διάφορες ταυτότητες που κατέχει ένα άτομο με τις οποίες βιώνει την έλλειψη ισχύος απέναντι στους άλλους. Για παράδειγμα, ένα ομοφυλόφιλο λευκό παιδί από οικογένεια υψηλού κοινωνικού επιπέδου έχει διαφορετικές πιθανότητες για λήψη εκφοβισμού από έναν ομοφυλόφιλο μετανάστη από οικογένεια χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου. Επιπλέον, το bullying δεν εμφανίζεται μόνο στις ταυτότητες που έχει κάποιος αλλά και σε αυτές που δεν έχει, παρόλο που του τις δίνουν, π.χ. όταν ένα αγόρι δείχνει πιο θηλυπρεπές και τον ονομάζουν ομοφυλόφιλο ενώ δεν είναι. Το ζήτημα είναι πως υπάρχει δυσκολία αναγνώρισης για το πότε υπάρχει εκφοβισμός: αφού δεν γίνονται ορατές διαφορετικές ταυτότητες, δεν γίνεται ορατός και ο εκφοβισμός που ασκείται σε αυτές. Θα πρέπει να γίνει εκπαίδευση για την αναγνώριση του φαινομένου έγκαιρα, πριν φτάσει σε σημείο σωματικής βίας. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να γίνει κοινωνικά η αναγνώριση και αποδοχή των διαφορετικών ταυτοτήτων, διότι την ίδια ώρα που κανονικοποιούνται οι διακρίσεις, το θύμα μπορεί να μην αναγνωρίζει πως δέχεται εκφοβισμό, παρόλο που βιώνει αρνητικά συναισθήματα, ενοχής και ταπείνωσης, με επιπτώσεις ακόμη και στη μετέπειτα εξέλιξή του».

...και της εκπαιδευτικού

  «Δεν είναι αποκλειστικά σχολικό φαινόμενο, αλλά κοινωνικό. Κατά συνέπεια, η αντιμετώπισή του δεν μπορεί να γίνει μόνο με εκπαιδευτικά μέσα. Το σχολείο μπορεί να παρέμβει, αλλά όχι να το λύσει» λέει στην «Εφ.Συν.» η Βαγγελιώ Δερμιτζάκη, δασκάλα σε Δημοτικό:
«Ο εκφοβισμός δεν γεννιέται στο σχολείο, αλλά αντανακλά την κοινωνική κατάσταση. Τα παιδιά πάντα πείραζαν το ένα το άλλο, αλλά τώρα τα “πειράγματα” έχουν οξυνθεί. Η κρίση, ο αυξημένος ρατσισμός, ο φασισμός αντανακλώνται στο σπιτικό περιβάλλον, μεταφέρονται στα παιδιά και μετέπειτα αυτά με τη σειρά τους βγάζουν την πίεση σε άλλα παιδιά. Εχει παρατηρηθεί ότι σε περιοχές όπου ασκεί επιρροή η Ακροδεξιά, ο εκφοβισμός στα παιδιά άλλων εθνικοτήτων είναι πιο συχνός. Συνήθως το παιδί που ασκεί εκφοβισμό το κάνει με ομάδα, δεν είναι μόνο... Οταν μας μιλήσει κάποιο παιδί, αν και πάντα με χρονική καθυστέρηση, ή αν το αντιληφθούμε, προσπαθούμε να βρούμε την αιτία, τι ακριβώς συμβαίνει και πόσο συχνά. Το τραγικό είναι οι αντιδράσεις των γονιών με απόψεις όπως “καλά έκανε και τον χτύπησε”, “άμα τον χτυπάει θα χτυπήσει πίσω“...».
Μήπως αυτές οι αντιδράσεις προδίδουν την προέλευση του φαινομένου;

Μαρτυρίες Θυμάτων

Τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν τον πόνο που προκαλούν
♦️️ Η Χ (τα στοιχεία της στη διάθεση της εφημερίδας), ενήλικη σήμερα, βίωσε τον εκφοβισμό σε ηλικία 8-10 χρόνων, στο Δημοτικό στην Κύπρο. Η διαφορετικότητά της; Ο πατέρας της κατάγεται από την Γκάνα.
«Ημουν στην τάξη και η δασκάλα ρώτησε ποιοι δεν είχαν κάνει τα μαθήματά τους. Σήκωσα το χέρι μου μαζί με 5-6 παιδάκια. Μας σήκωσε μπροστά στην υπόλοιπη τάξη, είπε την επόμενη φορά να μην ξανασυμβεί και σε εμένα πήρε την τσάντα μου και την άδειασε στην έδρα. Ανοιγε τετράδια, σχολίαζε τα γράμματά μου κ.ά. Εβαλα τα κλάματα, αλλά δεν συγκινήθηκε. Με έστειλε σε άλλη αίθουσα να κάνω ορθογραφία και την άκουγα που συνέχιζε να με σχολιάζει με άσχημα λόγια. Τα υπόλοιπα παιδιά δεν αντιδρούσαν, απλά κοίταζαν. (...) Δεν είχα πει κάτι σε κανέναν, ούτε ένιωσα πως θα έπρεπε, γιατί τότε σκεφτόμουν πως μου αξίζει, αφού δεν είχα κάνει τα μαθήματά μου, έτσι έπρεπε να γίνει, ήταν η τιμωρία μου. Σε παιδάκια αντιδρούσα, τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν πότε πληγώνουν, με έλεγαν “μαύρη”, με μείωναν διότι οι γονείς μου ήταν χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου, αλλά μου φαινόταν αστείο, έτσι κι εγώ μπορώ να πω πως αντέδρασα με bullying. Μου έλεγαν και απαντούσα, δεν ένιωθα άσχημα. Τώρα, όμως, σε μεγαλύτερη ηλικία, καταλαβαίνεις πως αυτά που λες πληγώνουν. Τότε δεν μπορώ να πω ότι με επηρέασε, δεν καταλάβαινα γιατί γινόταν. Τώρα όμως... μαζεύονται όλα μέσα σου και εκδηλώνονται με διάφορους τρόπους, όπως το άγχος και το στρες. Τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν τον πόνο που προκαλούν αν δεν τους το εξηγήσει κάποιος και ο λόγος που συμβαίνει είναι γιατί ο ίδιος ο θύτης πέρασε τα ίδια. Ισως στο σπίτι».
Ενιωθα πως έφταιγα γι’ αυτό που γίνεται
♦️️ Ο Β, 19 χρόνων σήμερα, έζησε τον εκφοβισμό σε Δημοτικό σχολείο της Αθήνας από τα 9 ώς τα 11 του χρόνια, επειδή ήταν «πολύ καλός, δεν πείραζα κανέναν»:
«Με κορόιδευαν γιατί ήμουν μελαψός, είχα μεγαλύτερα χείλη. Με λέγαν μυξιάρη γιατί φυσούσα συχνά τη μύτη μου ή έφταιγα εγώ για κάτι που είχε κάνει κάποιος άλλος. Μικρός δεν το αντιλαμβάνεσαι σαν bullying, το βλέπεις πως έτσι είναι, το αποδέχεσαι. Μπορεί όμως να σε επηρεάσει στη μετέπειτα ζωή σου. Τότε δεν το ‘χα αντιμετωπίσει, δεν μίλησα σε κάποιον, δεν είχα σκεφτεί καν να το πω, παρόλο που αναρωτιόμουν γιατί να είμαι εγώ, ένιωθα αρνητικά συναισθήματα, ενοχές και τύψεις για πράγματα που δεν είχα κάνει. Ενιωθα πως έφταιγα γι’ αυτό που γίνεται. Πιστεύω πως γινόταν γιατί ήμουν πολύ καλός, δεν πείραζα κανέναν. Τώρα βγαίνει ό,τι μαζεύτηκε από τη μικρή ηλικία: χαμηλή αυτοεκτίμηση, ενοχές, τάσεις φυγής. Στο Δημοτικό ο εκφοβισμός είναι κυρίως ψυχολογικός, μετά περνάνε στη σωματική βία. Πρέπει να δείξεις πως δεν το σηκώνεις, δεν περνάνε σε σένα αυτά. Πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρχει σύμβουλος-ψυχολόγος στα σχολεία και να ελέγχονται και οι δάσκαλοι, γιατί και αυτοί με είχαν υποτιμήσει σε σχέση με τα άλλα παιδιά».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου