ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ; ΑΡΗΣ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ Ο λόγος στη Λαμία
από seisaxthiablog
– εθνικοανεξαρτησιακό χαρακτήρα είναι μια απάτη ή στην καλύτερη των περιπτώσεων μια τραγική αυταπάτη που το λαϊκό κίνημα την πλήρωσε, την πληρώνει και θα την πληρώσει ακριβά.
«Αν
η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα είναι χαρακτηριστική,
εντυπωσιακή είναι η δριμύτητα και των δύο στην αποκάλυψη του ρόλου των
ντόπιων συνεργατών του»
«Η
υπεράσπιση της πατρίδας και η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις αποτελεί
για τους δύο κορυφαίους του ΕΑΜικού κινήματος τη σημαντικότερη
προϋπόθεση αλλά και μέγιστο διακύβευμα»
Λουκάς Αξελός
Στη σκιά της μεγάλης εφόδου
Ολος ο πρόλογος-εισαγωγή του βιβλίου παρακάτω
Συνέντευξη στον Μιχάλη Σιάχο
Τόσο ο
Δημήτρης Γληνός στη Διακήρυξη του ΕΑΜ όσο και ο Άρης Βελουχιώτης στην
ιστορική ομιλία του στη Λαμία, επανασυνθέτουν, επανασυγκροτούν και
εκσυγχρονίζουν τον αφετηριακό αστικοδημοκρατικό πυρήνα του Δημοκρατικού
Πατριωτισμού, προσαρμόζοντάς τον στις νέες συνθήκες και μπολιάζοντάς τον
με τα ουμανιστικά προτάγματα και τις κοινωνικές ευαισθησίες που κόμιζε η
πληβειακή μαχόμενη Αριστερά
Με αφορμή την επανέκδοση δύο κορυφαίων ντοκουμέντων της Ελληνικής Αντίστασης, Το τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ του Δημήτρη Γληνού και τον Λόγο στη Λαμία του Άρη Βελουχιώτη, από τις Εκδόσεις Στοχαστής, περίπου 75 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία τους, ο Δρόμος
συνομίλησε με τον Λουκά Αξελό, ο οποίος επιμελήθηκε και προλόγισε το βιβλίο.
Για
ποιο λόγο να ασχολούμαστε σήμερα με το παρελθόν; Τι σας ώθησε σχεδόν 75
χρόνια μετά να προβείτε σε αυτήν τη σύνθεση στον ίδιο τόμο,
δημιουργώντας συνειρμούς για τη σχέση ανάμεσα στα δύο κείμενα;
Είναι
απαραίτητο, θα έλεγα, στοιχείο η σαφέστερη δυνατή γνώση της διαδρομής
μας ως ατόμων για να συνειδητοποιήσουμε τεκμηριωμένα τη θέση μας στο
παρόν. Αυτό που ισχύει για τον καθένα μας ισχύει πολύ περισσότερο για
τους λαούς και τα έθνη. Έθνη και λαοί που ξεχνούν το παρελθόν τους
παύουν να λειτουργούν ως υποκείμενα της Ιστορίας.
Αυτό δεν ισχύει ακόμα τουλάχιστον για τους Έλληνες. Από την εποχή της Ιλιάδας και της Οδύσσειας
η θέση που έδιναν και δίνουν στην Ιστορία τους είναι σημαντική.
Ανεξάρτητα από τις καμπές και ασυνέχειες, είναι ιστορικά εξακριβωμένο
ότι στις δύσκολες στιγμές ο λαός μας ξαναγύριζε στις πηγές για να
αντλήσει δύναμη. Από τον Αισχύλο και τον Ρήγα που θεωρούσαν
σημαντικότερο στοιχείο νοήματος ζωής τη συμμετοχή τους στον αγώνα κατά
των κατακτητών, μέχρι τον Γληνό και τον Άρη που εμπνέονται ξεκάθαρα από
τη διαχρονική ιστορία των Αντιστάσεων του ελληνικού λαού με κορυφαίο
σημείο αναφοράς την Επανάσταση του 1821.
Και μόνο
αυτός ο λόγος φρονώ ότι θα ήταν αρκετός για να δικαιολογήσει την έκδοση
αυτή του «Στοχαστή», όμως στην πραγματικότητα δεν είναι ο μόνος.
Η Ελλάδα
και η Κύπρος έχουν εδώ και χρόνια μετατραπεί σε κράτη περιορισμένης
κυριαρχίας. Η διάκριση των εξουσιών αναζητείται πια μόνον στα βιβλία του
Μοντεσκιέ. Μια sui generis
ημικατοχή αποτελεί την καθημερινότητά μας, που διαρκώς βυθίζεται στο
έλος της παθητικότητας και της μοιρολατρίας, χάρη στις συνεχείς
συντονισμένες επιθέσεις με ψέματα, αποσιωπήσεις, σιωπές, στρεβλώσεις,
πλαστογράφηση της ιστορίας και μεθοδευμένου κλίματος ενοχής και φόβου.
Έχω κατ’
επανάληψη τονίσει ότι η πνευματική ένδεια είναι απείρως χειρότερη από
την υλική. Ότι ο φόβος μπροστά στην ελευθερία είναι πανίσχυρος. Ως εκ
τούτου, είχα και έχω κάθε λόγο να ξαναθυμίσω, κατά το αναλογούν μου
μέρος, στους Έλληνες, «τι έχασαν, τι είχαν, τι τους πρέπει», αλλά
-ταυτόχρονα- να ξεπληρώσω ένα προσωπικό μου χρέος.
να αποτίσω τον πρέποντα φόρο τιμής στις δύο εμβληματικές μορφές του
Αγώνα, τον αρχιτέκτονα του ΕΑΜικού οράματος Δημήτρη Γληνό και τον
προδομένο πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη, ψυχή της νικηφόρας
επανάστασης που χάθηκε.
Στην Εισαγωγή
σας επιμένετε ότι ανάμεσα στα δύο κείμενα υπάρχει ένα κοινό υπόβαθρο,
κοινοί αξιακοί τόποι, αλλά και σταθερά συγκλίνουσες πολιτικοϊδεολογικές
εκτιμήσεις που οδηγούν στα ίδια πολιτικά συμπεράσματα. Θα μπορούσατε να
σταθείτε αναλυτικότερα στο παραπάνω σκεπτικό;
Πράγματι, αν και πρόκειται για δύο κείμενα σαφώς διαφορετικής τάξης,. προγραμματική διακήρυξη ενός πανεθνικού-παλλαϊκού μετώπου το πρώτο, ομιλία στους πολίτες της Λαμίας το δεύτερο,.
εντούτοις η κοινότητα εθνικής, κοινωνικής, ιστορικής και πολιτισμικής
οπτικής είναι τόσον εμφανής και ηθικοπολιτικά συγκλίνουσα, που βάσιμα
επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι η ηγεσία του εθνικού απελευθερωτικού
κινήματος υπεράσπιζε σθεναρά τους ίδιους αξιακούς τόπους.
Θα σταθώ σε έναν κατεξοχήν κοινό τους τόπο.
Η
αναφορά στην ιστορική συνέχεια του Ελληνικού Έθνους αποτελεί και για
τους δύο την αναγκαία εισαγωγή στα όσα στη συνέχεια θα διατυπώσουν: «Η
πολυβασανισμένη χώρα μας στα τρεις χιλιάδες χρόνια της τρικυμισμένης
ιστορίας της… Έδειχνε πως οι Έλληνες δεν είναι λαός “ώριμος για
σκλαβιά”. Έδειχνε πως οι Έλληνες ξέρουν να πεθαίνουνε για τη λευτεριά,
που δεν τους την εχάρισε κανένας ποτέ, παρά πάντα, από τον καιρό του
Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, ως το ’21 και ως σήμερα, την κατακτήσανε με
το αίμα τους και τον ηρωισμό τους… Γιατί τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη
φορά, νιώθουμε όλοι ζωντανή μέσα μας την εγερτήρια κραυγή του Ρήγα
Φεραίου, που εμψύχωνε τους προγόνους μας του ’21», επισημαίνει ο Γληνός,
για να συμπληρωθεί από τον Άρη, που χαρακτηριστικά τονίζει πως: «Μέσα
στα χρόνια της σκλαβιάς δεν σταμάτησαν οι αγώνες. Μικροί ή μεγάλοι,
ένοπλοι ή όχι. Κι ύστερα μέσα απ’ αυτό το λαό ξεπήδησε ο μεγάλος βάρδος
της επανάστασης, που ύμνησε με τα τραγούδια του την ιδέα της εξέγερσης
του έθνους, ο πρόδρομος της Φιλικής Εταιρείας: ο Ρήγας. Η αντίδραση τον
σκότωσε, πριν προλάβει να φέρει σε πέρας τις αρχές του. Μα ο σπόρος που
έσπειρε βλάστησε σύντομα. Σε λίγο, η Φιλική Εταιρεία έγινε κι αγκάλιασε
χιλιάδες Έλληνες».
Στην
ανάλυσή σας αναφέρετε ότι και τα δύο κείμενα στέκονται εμφαντικά στην
επικράτηση της Νέας Τάξης στην Ευρώπη, στα σαφή σχέδια διαμελισμού της
χώρας από τους κατακτητές, αλλά και στον καθοριστικό χαρακτήρα που
παίρνει η συνέργεια των ντόπιων συνεργατών τους. Αυτά, προφανώς,
αποτελούν την Ιστορία του ζητήματος. Όμως και στις μέρες μας η Ελλάδα
και ο λαός της περνούν μια καινούργια δοκιμασία. Πιστεύετε ότι οι δύο
περίοδοι μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με τον Α ή Β τρόπο;
Η
αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα κατέχει σημαίνουσα θέση στο
σκεπτικό και των δύο ηγετών. Η θέση τους απέναντι στον ιμπεριαλισμό και
την εξάρτηση είναι σαφής.
«Πάνε
δεκαοχτώ μήνες που εβάλθηκαν όλοι τούτοι οι “αρχοντολαοί” να
δημιουργήσουν τη “νέα τάξη πραγμάτων” και στην Ελλάδα. Και ο ελληνικός
λαός τη γνώρισε, ή καλλίτερα, την ξαναγνώρισε τη νέα τάξη πραγμάτων, που
είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος, και λέγεται με την αληθινή λέξη
“σκλαβιά”. Μαύρη σκλαβιά και αρπαγή και βαρβαρότητα, και
μπασιμπουζουκισμός και λεηλασία και ερήμωση της χώρας … Η πιο άναντρη, η
πιο σιχαμερή τυραννία που παρουσιάστηκε ποτές πάνω στη γη. Αληθινά “νέα
τάξη” στον κόσμο. Ξαναγύρισμα στην πρωτόγονη βαρβαρότητα, κατάργηση
κάθε νόμου, κάθε ηθικής, κάθε δίκιου. Ο νόμος της Ζούγκλας απάνω στην Ευρώπη! Αυτή είναι η νέα Ευρωπαϊκή τάξη».
Αν η
αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα είναι χαρακτηριστική, εντυπωσιακή
είναι η δριμύτητα και των δύο στην αποκάλυψη του ρόλου των ντόπιων
συνεργατών του.
Ανελέητος
ο Γληνός αποκαλύπτει τον ρόλο τους, μέσα από την επιχειρηματολογία του
ίδιου του Χίτλερ: «Όταν ο Χίτλερ επροετοίμαζε στα κρυφά τα εγκληματικά
του σχέδια για την υποδούλωση των Ευρωπαϊκών λαών, συζητώντας κάποιαν
ημέρα μ’ ένα φίλο του που τον ερωτούσε με ποιον τρόπο θα νικήσει την
εσωτερική αντίσταση των λαών και θα την παραλύσει, είπε με τη
συνηθισμένη του ξετσιπωσιά: “Σε
κάθε τόπο θα βρεθούνε κάμποσα φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα, που θα
εξυπηρετήσουν πρόθυμα τους σκοπούς μου, γιατί αυτό θα είναι ο μόνος
τρόπος για να αναδειχτούν και να πλουτίσουν στη χώρα τους”.
Και η πρόβλεψή του αυτή επραγματοποιήθηκε δυστυχώς… Αυτά λοιπόν τα
φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα κρύβουν από το λαό όλα τα εγκλήματα των
καταχτητών, τους παρουσιάζουν για ευεργέτες του λαού, του καίνε
λιβανωτό, γιατί τάχα μας έστειλαν δέκα κουτιά γάλα, τη στιγμή που μας
απογυμνώνουν απ’ όλα μας τα αγαθά. Αυτοί κρύβουν από το λαό πως η
Μακεδονία και η Θράκη κατακυρώθηκαν στους Βουλγάρους φασίστες και
ρημάζεται απ’ αυτούς, πως την Ήπειρο την προορίζουν για την Ιταλική
Αλβανία, πως τα Εφτάνησα και τις Κυκλάδες τις προσαρτήσανε κιόλας οι
Ιταλοί».
Δεν
πρόκειται να υποκύψω στον πειρασμό της εύκολης συναγωγής συμπερασμάτων
ανάμεσα στο χθες και το σήμερα. Θα σταθώ απλώς στο αυτονόητο που
προκύπτει από την απλή και μόνον ανάγνωση της Ιστορίας και που αφορά τον
χαρακτήρα και ρόλο της εθελοδουλίας, που διιστορικά από την εποχή των
μηδισάντων, των γραικύλων, των τουρκοπροσκυνημένων, των δωσίλογων έως
και σήμερα, αποτελεί τη μαύρη τρύπα της Ιστορίας μας, επιβεβαιώνοντας
την άποψη ότι τα τείχη παίρνονται κυρίως από μέσα και θα εξακολουθούν να
παίρνονται στον βαθμό που η δεξαμενή των φιλόδοξων και ιδιοτελών
καθαρμάτων δεν δείχνει να στερεύει.
Στην
ανάλυσή σας σχετικά με τα δύο κείμενα, διαπιστώνει κανείς ότι δίνεται
ένα ιδιαίτερο βάρος στα ζητήματα υπεράσπισης της πατρίδας, της
αντιιμπεριαλιστικής πάλης, της στήριξης στις δικές μας δυνάμεις, της
προάσπισης και διεύρυνσης του δημοκρατικού πατριωτισμού, που, κατά την
άποψή σας, αποτελεί το ιδεολογικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται η
ΕΑΜική δράση και η πρόταση των δύο πρωταγωνιστών. Μπορείτε να γίνετε
σαφέστερος σε σχέση με τα παραπάνω;
Είναι προφανές ότι τόσο η Διακήρυξη όσο και ο Λόγος περικλείουν
ένα αναλυτικό σκεπτικό που θέτει μια σειρά ζητημάτων και προβλημάτων
που απασχολούσαν τον ευρισκόμενο σε δεινή θέση ελληνικό λαό.
Αυτά
μπορεί κανείς να τα ανιχνεύσει σε αρκετές διακηρύξεις ή λόγους της
περιόδου. Η ποιοτική διαφορά όμως των δύο κειμένων βρίσκεται στο γεγονός
της ορθής ιεράρχησης των αξιών και προτεραιοτήτων, της καίριας εστίασής
τους στην κύρια αντίθεση της περιόδου και της υπαγωγής αυτού του
πλέγματος ιδεών και προτάσεων κάτω από τις σημαίες του Δημοκρατικού
Πατριωτισμού.
Η
υπεράσπιση της πατρίδας και η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις αποτελεί
για τους δύο κορυφαίους του ΕΑΜικού κινήματος τη σημαντικότερη
προϋπόθεση αλλά και μέγιστο διακύβευμα.
Η λογική
τους για την υπεράσπιση της πατρίδας με όλα τα μέσα, είναι μια λογική
που δεν εμπεριέχει όμως ούτε ίχνος σωβινισμού ή εθνικής περιχαρακώσεως,
αλλά λογική που εδράζεται στο αυταπόδεικτο στοιχείο της διαφοράς που
υπάρχει ανάμεσα στον αμυντικό αγώνα ενός καταπιεζόμενου έθνους και την
ανοιχτά βουλιμική επιθετικότητα των κυρίαρχων καταπιεστικών εθνών.
Ακόμα
πιο συγκεκριμένα και σε συνδυασμό -πάντα- με το βαθύτερο κοινωνικό
περιεχόμενο της «ΕΑΜικής ιδεολογίας», η λογική στήριξης από τον Γληνό
και τον Βελουχιώτη στις δικές μας δυνάμεις, όχι μόνο δεν εξαντλείται σε
έναν αναδρομικό-παρωχημένο εθνικισμό, αλλά αναδεικνύει από την αφετηρία
της το κοινωνικό της πρόσημο και τη βαθιά προσήλωσή της στον αγώνα για
την κοινωνική χειραφέτηση.
Το
γεγονός ότι και οι δύο επισημαίνουν ότι η κύρια αντίθεση της
συγκεκριμένης περιόδου είναι ανάμεσα στην υποτέλεια/εξάρτηση και την
εθνική ανεξαρτησία, προτάσσοντας τη συγκρότηση ενός εθνικού-λαϊκού μπλοκ
που θα υπηρετήσει σθεναρά την υπόθεση αυτή, αποτελεί επιβεβαίωση του
πολιτικού τους άλματος από τον αριστερίστικο μανιχαϊσμό, αλλά και το
ευρύτερο μεταπρατικό πνεύμα που διαπότιζε και διαποτίζει ορισμένα
τμήματα της Αριστεράς που δεν θέλησαν να αποδεσμευτούν από τη λογική
υπηρέτησης των ποικίλων ρωσοαγγλογάλλων, ασκώντας -ταυτόχρονα- σκληρή
κριτική από ταξική -τάχα μου- σκοπιά, σε όσους φροντίζουν να τους
υπενθυμίζουν ότι ο ταξικός αγώνας χωρίς αντιιμπεριαλιστικό –
εθνικοανεξαρτησιακό χαρακτήρα είναι μια απάτη ή στην καλύτερη των
περιπτώσεων μια τραγική αυταπάτη που το λαϊκό κίνημα την πλήρωσε, την
πληρώνει και θα την πληρώσει ακριβά.
Έπρεπε να περάσουν 140 περίπου χρόνια από τον Θούριο και την Νομαρχία,
για να διατυπωθούν ανάλογης βαρύτητας και απελευθερωτικής ισχύος
προτάσεις από το στρατόπεδο της εθνικής και κοινωνικής χειραφέτησης. Οι
δύο ηγέτες έχοντας σταθερή πυξίδα τις παρακαταθήκες του Ρήγα και των
Φιλικών, επανασυνθέτουν, επανασυγκροτούν και εκσυγχρονίζουν τον
αφετηριακό αστικοδημοκρατικό πυρήνα του Δημοκρατικού Πατριωτισμού,
προσαρμόζοντάς τον στις νέες συνθήκες και μπολιάζοντάς τον με τα
ουμανιστικά προτάγματα και τις κοινωνικές ευαισθησίες που κόμιζε η
πληβειακή μαχόμενη Αριστερά.
Με αυτόν
τον τρόπο, πέρα από κάθε λογική γραμμικού μιμητισμού και
προγονοπληξίας, στηριγμένοι όμως στα διδάγματα του παρελθόντος,
παρελθόντος που τους εμπνέει, και ερχόμενοι σε ευθεία σύγκρουση με το
κυρίαρχο μεταπρατικό πνεύμα, κατορθώνουν να συγκροτήσουν ένα ξεχωριστής
ιθαγένειας, σύγχρονο για την εποχή του, σύστημα αρχών και αξιών με σαφή
πατριωτικό, δημοκρατικό, κοινωνικό, ουμανιστικό και διεθνιστικό
προσανατολισμό.
ΣΕ ΠΛΑΙΣΙΟ
«Καμία ήττα δεν είναι οριστική»
Ανατρέχοντας
στον Γληνό και τον Άρη, αλλά και την εποποιία της Εθνικής Αντίστασης,
ποιο απ’ όλα τα στοιχεία που επισημάνατε είχε για εσάς ένα ξεχωριστό
ιδιαίτερο βάρος, που υπό μίαν έννοια θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως
ουσιαστική ιστορική διάγνωση αλλά και παρακαταθήκη για το μέλλον;
Η
συνδυαστική ανάγνωση των δύο κειμένων, όπου ο Γληνός περιγράφει τι
πρέπει να γίνει και ο Άρης πώς και μέχρι ποιο βαθμό έγινε αυτό,
επιβεβαιώνει την ιστορικά διαμορφωμένη πεποίθησή μου «για την ύπαρξη
άλατος», δηλαδή για την σταθερή παρουσία, όπως με σαφήνεια επισήμανε και
ο Νικόλαος Σβορώνος, του πνεύματος της Αντίστασης που χαρακτηρίζει την
πορεία του Ελληνικού Έθνους, κάτι που ανεξάρτητα από τις ασυνέχειες, τις
κάμψεις ή υπαναχωρήσεις του εξακολουθεί να αποτελεί σταθερή κατάκτηση
μέσα στον μακρύ ιστορικό χρόνο.
Ο 20ός
αιώνας έκλεισε με τον ηρωικό θάνατο (1996) του Τάσου Ισαάκ και Σολωμού
Σολωμού, δολοφονηθέντων στη Λευκωσία από τις σφαίρες των Τούρκων
κατακτητών.
Το 2004 η
απάντηση των Ελλήνων της Κύπρου ήταν ένα βροντερό «όχι» στο
φρανκενσταϊνικής κοπής τερατούργημα, το Σχέδιο Ανάν. Το 2015 το εξίσου
βροντερό «όχι» των Ελλαδιτών στην επέλαση της αριστοκρατίας του χρήματος
και των σταυροφόρων του αριστερονεοφιλελευθερισμού προδόθηκε. Οι
σταυροφόροι προσώρας είναι οι νικητές. Όμως εγώ που έφαγα όλη μου τη ζωή
διαβάζοντας Ιστορία και συμμετέχοντας ενεργά στα πολιτικά δρώμενα,
γνωρίζω καλά ότι καμία ήττα δεν είναι οριστική. Τίποτα δεν τέλειωσε. Όλα
τώρα αρχίζουν.
Αν και πρόκειται για δύο διαφορετικά κείμενα· προγραμματική διακήρυξη ενός πανεθνικού – παλλαϊκού μετώπου το πρώτο, ομιλία στους πολίτες της Λαμίας το δεύτερο, επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι η ηγεσία του εθνικού απελευθερωτικού κινήματος, υπεράσπιζε τους ίδιους αξιακούς τόπους. Και είναι αυτή η αφετηριακή βάση που τους οδηγεί στις εξόχως αποκαλυπτικές και καίριες διαπιστώσεις σχετικά με το ρόλο του ξένου παράγοντα (των Ευρωπαϊκών «αρχοντολαών») και των ντόπιων συνεργατών τους στην εγκαθίδρυση και επιβολή της «Νέας Τάξης».
Τα συμπεράσματά τους είναι σαφή. Ο ετεροκαθορισμός, ο μεταπρατισμός και η εθελοδουλεία αποτελούν βασικές διαχρονικές πληγές για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις είναι αυτό που χρειάζεται και απαιτείται. Η ανολοκλήρωτη επανάσταση του 1821 καθιστά επιτακτική την ανάγκη ολοκλήρωσης των στόχων για Εθνική Ανεξαρτησία – Δημοκρατία – Κοινωνική Δικαιοσύνη. Το καθήκον αυτό δεν μπορεί να το φέρει σε πέρας ο παλιός κόσμος, αλλά ο Νέος που οραματίζεται μια νέα Ελλάδα και είναι αποφασισμένος να παλέψει γι’ αυτήν.
Η συστηματική ανάγνωση των κειμένων μας αποκαλύπτει ότι οι δύο ηγέτες γίνονται κομιστές μιας νέας πρωτόγνωρης για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα πρότασης. Ερχόμενοι σε ευθεία σύγκρουση με το κυρίαρχο μεταπρατικό πνεύμα, κατορθώνουν να συγκροτήσουν ένα ξεχωριστής ιθαγένειας σύστημα αρχών και αξιών με σαφή πατριωτικό, δημοκρατικό, κοινωνικό και ουμανιστικό προσανατολισμό.
Και είναι αυτά τα στοιχεία που καθιστούν τα κείμενα αυτά, όχι απλά ντοκουμέντα ενός πρόσφατου ιστορικού παρελθόντος, αλλά κείμενα παρόντος και μέλλοντος· ορόσημα και οδόσημα στον μακρύ αγώνα του ελληνικού λαού για την κατάκτηση της ανεξαρτησίας και της αυτεξουσιότητάς του.
Για τους συγγραφείς
Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1882. Αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή. Γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1904 εντάχτηκε στο κίνημα τουδημοτικισμού. Διορίστηκε στο Ελληνογερμανικό Λύκειο· έγινε πρόεδρος του Σ.Λ.Μ.Ε. Σμύρνης. Συνεργάστηκε με το περ. «Κόσμος» και την εφημ. «Ημερησία της Σμύρνης». Το 1908 παντρεύτηκε την Άννα Χρόνη. Λίγο μετά έφυγε για τη Γερμανία, όπου συνέχισε τις σπουδές του στα Πανεπιστήμια της Λειψίαςκαι της Ιένας. Στη Γερμανία συνδέθηκε με τον Μ. Τριανταφυλλίδη και γνωρίστηκε με τον Γ.Σκληρό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με τον μαρξισμό. Επιστρέφει και συμμετέχει στον Εκπαιδευτικό Όμιλο, όπουκαι ανέλαβε την διεύθυνση του Δελτίου του. Σε συνεργασία με τον Δελμούζο και τον Τριανταφυλλίδη ξεκίνησε η συγγραφή σχολικών βιβλίων στη δημοτική. Φυλακίστηκε και μετά την αποφυλάκισή του το 1917 διορίστηκε από τον Βενιζέλο πρόεδρος της τριμελούς Εκπαιδευτικής Επιτροπής και στην συνέχεια του Υπουργείου Παιδείας. Το 1924 οργάνωσε την Παιδαγωγική Ακαδημία, η οποία διαλύθηκε από το δικτατορικό καθεστώς του Πάγκαλου. Από το 1925 διηύθυνε το περ. «Αναγέννηση». Το 1928 αναγκάστηκε λόγω διώξεως, να διακόψει την κυκλοφορία του. Στην συνέχεια εξέδωσε το περ. «Νέος Δρόμος» και μετά τη διάλυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου το 1929 εργάστηκε στους εκδοτικούς οίκους «Ελευθερουδάκη» και «Δημητράκου». Το 1932 εξέδωσε το περ. «Νέοι Πρωτοπόροι». Το 1936 εξελέγη βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου και μετά την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά συνελήφθη και εξορίστηκε στην Ανάφη, την Ακροναυπλία και την Σαντορίνη. Στην διάρκεια της Κατοχής πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση δραστηριοποιούμενος ως μέλος του ΚΚΕ, ενώ πρωτοστάτησε στην ίδρυση του ΕΑΜ, βάζοντας καθοριστικά την σφραγίδα του στο ιδρυτικό του πρόγραμμα. Πέθανε σε νοσοκομείο της Αθήνας τα Χριστούγεννα του 1943.
O ΑΡΗΣ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ (ψευδώνυμο του Αθανασίου Κλάρα) γεννήθηκε το 1905 στην Λαμία. Σπούδασε γεωπόνος. Στην Αθήνα που μετέβη το 1924 ασπάστηκε την κομμουνιστική ιδεολογία και προσχώρησε στο ΚΚΕ, όπου ανέπτυξε έντονη δράση. Το 1928 έγινε αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη». Φυλακίστηκε, εξορίστηκε, βασανίστηκε και απέδρασε από πολλές φυλακές και εξορίες. Κατά την μεταξική δικτατορία φυλακίστηκε στην Αίγινα και στην Κέρκυρα, όπου υπέγραψε «δήλωση μετάνοιας». Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο υπηρέτησε στο πυροβολικό. Μετά την κατάρρευση ζήτησε από το ΚΚΕ να αναλάβει την οργάνωση αντάρτικου. Αλλάζοντας το όνομά του σε Άρης Βελουχιώτης, τέθηκε επικεφαλής μικρής ένοπλης ομάδας, που έγινε ο πυρήνας του ΕΛΑΣ στην κεντρική Ελλάδα. Τον Νοέμβριο του 1942 συνεργάστηκε με τον Ζέρβα και Βρετανούς σαμποτέρ στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου. Τον Μάιο του 1943 έγινε καπετάνιος του ΓΣ του ΕΛΑΣ, όπου και παρέμεινε μέχρι την διάλυσή του. Διοίκησε τα τμήματα του ΕΛΑΣ που επιτέθηκαν στην Ήπειρο κατά του ΕΔΕΣ. Τον Απρίλιο του 1944 στάλθηκε στην Πελοπόννησο όπου διηύθυνε τις επιχειρήσεις κατά των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας. Για την προσφορά του η Κυβέρνηση του Βουνού του απένειμε τον βαθμό του Υποστράτηγου. Στα Δεκεμβριανά στάλθηκε στην Ήπειρο, όπου διέλυσε τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ. Παρ’ ότι μετά την Συμφωνία της Βάρκιζας υπέγραψε την διαταγή αποστράτευσης του ΕΛΑΣ, αντιτάχθηκε στην εντολή του κόμματος για αφοπλισμό και συγκρότησε εκ νέου ένοπλη ομάδα από πιστούς συντρόφους του. Διαγράφηκε και αποκηρύχτηκε από το ΚΚΕ και διωκόμενος από κυβερνητικές δυνάμεις αυτοκτόνησε στις 15 Ιουνίου 1945 στη Μεσούντα Άρτας, παραμένοντας για ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού ο προδομένος ηγέτης της νικηφόρας επανάστασης που χάθηκε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΙ ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
ΑΡΗΣ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ
Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΛΑΜΙΑ
Εισαγωγή – Επιμέλεια
Λουκάς Αξελός
ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΦΟΔΟΥ
Αποδοκιμάζει κανείς το παρελθόν για να μην υπολογίσει το καθήκον του παρόντος
Αντόνιο Γκράμσι
Πολλά, πράγματι, είναι τα ντοκουμέντα που στοιχειοθε- τούν την κιβωτό της μνήμης της εποποιίας 1940–45, δεύτερης εφόδου των Ελλήνων στους ουρανούς μετά το 1821, στα ζοφερά χρόνια της Κατοχής. Τα τραγούδια της Αντίστασης λ.χ. ως νέοι Θούριοι, αποτελούν το πιο άμεσο και λειτουργικό όπλο, που κράτησε όρθιο τον λαό μας, εμψυχώνοντάς τον στο να αντιδράσει στη φασιστική λαίλαπα. Εκείνα, όμως, που ο ιστορικός χρόνος συγκράτησε ως κορυφαία ήταν δύο. Το Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ του Δημήτρη Γληνού και ο Λόγος στη Λαμία του Άρη Βελουχιώτη. Αν και πρόκειται για δύο κείμενα σαφώς διαφορετικής τάξης· προγραμματική διακήρυξη ενός πανεθνικού-παλλαϊ- κού μετώπου το πρώτο, ομιλία στους πολίτες της Λαμίας το δεύτερο· δύο ανεξάρτητα κείμενα που το πρώτο αποτελεί τον ελπιδοφόρο πρόλογο στο μεγάλο βιβλίο του αγώνα, ενώ το δεύτερο τον δραματικό επίλογό του (γεγονός που πρέπει δι- αρκώς να συνυπολογίζεται), εντούτοις η κοινότητα εθνικής, κοινωνικής, ιστορικής και πολιτισμικής οπτικής είναι τόσον εμφανής και ηθικοπολιτικά συγκλίνουσα, που βάσιμα, όπως θα προσπαθήσω να καταδείξω στην συνέχεια, επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι η ηγεσία του εθνικού απελευθερωτικού κι- νήματος, υπεράσπιζε σθεναρά τους ίδιους αξιακούς τόπους.
Δεν είναι στις προθέσεις μου η ενδελεχής και εις βάθος ανάλυση των
ιστορικών αυτών κειμένων και από ένα σημείο και πέρα ίσως και να
καθίστατο προβληματικό, το να αναλύσω δηλαδή σε ένα εξαντλητικό επίπεδο
δύο κείμενα που η δωρικότητα και η διαύγειά τους (δεν λέω αναγκαστικά η
ορθότητα), είναι τόσο προφανής που ακόμα και σήμερα μπορούν να
διαβαστούν από έναν αναγνώστη μέσης παιδείας, χωρίς να δημιουργούν
πρόβλημα στην κατανόησή τους.
Ως εκ τούτου θα προσπαθήσω να αναδείξω κάποιες βασικές κοινές
παραμέτρους τους, χωρίς όμως υποτίμηση και των δευτερευουσών διαφορών,
που και αυτές, ίσως, να ήταν αχρείαστες αν δεν βιώναμε την σκοτεινή
πραγματικότητα της επέλασης του ιστορικού αναθεωρητισμού, που είναι
κατανοητή όταν εκπορεύεται από τα κυρίαρχα ιδεολογικοπολιτικά κέντρα της
αριστοκρατίας του χρήματος, αλλά δημιουργεί πραγματικά προβλήματα
ηθικής και επιστημονικής τάξης, όταν εγείρεται από αυτοπροσδιοριζόμενους
αριστερούς, μαρξιστές-διεθνιστές διανοούμενους, που με χαρακτηριστικό
θράσος διαγκωνίζονται στην ιδεολογική χρήση της ιστορίας, την
«επιστημονική» πλαστογράφησή της, τους νεοφιλελεύθερους συνταξιδιώτες
τους, στο χωρίς επιστροφή ταξίδι στον θαυμαστό κόσμο της Νέας Τάξης.
Ας δούμε λοιπόν, συγκεκριμένα, ορισμένα κοινά ή συγκλίνοντα στοιχεία που οι συγγραφείς των κειμένων ηθελημένα προτάσσουν.
Η αναφορά στην ιστορική συνέχεια του Ελληνικού Έθνους, αποτελεί και για τους δύο την αναγκαία εισαγωγή στα όσα στην συνέχεια θα διατυπώσουν: «Η πολυβασανισμένη χώρα μας στα τρεις χιλιάδες χρόνια της τρικυμισμένης ιστορίας της… Έδειχνε πως οι Έλληνες δεν είναι λαός “ώριμος για σκλαβιά”. Έδειχνε πως οι Έλληνες ξέρουν να πεθαίνουνε για τη λευτεριά, που δεν τους την εχάρισε κανένας ποτέ, παρά πάντα, από τον καιρό του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, ως το 21 και ως σήμερα, την κατακτήσανε με το αίμα τους και τον ηρωισμό τους» γράφει ο Γληνός για να συμπληρώσει ο Άρης, αιφνιδιάζοντάς μας με την έντονη κριτική του σε παλαιότερες απόπειρες ιστορικού αναθεωρητισμού, λέγοντας: «Κάποτε η γωνιά αυτής της γης, που πατάμε και λέγεται Ελλάδα είτανε δοξασμένη κι ευτυχισμένη κι είχε ένα πολιτισμό που επί 2½ χιλιάδες χρόνια συνεχίζει να παραμένει, και να θαυμάζεται απ’ όλον τον κόσμο… Στην εποχή της σκλαβιάς πέρασε σκληρά, μαύρα χρόνια και πολλοί “έξυπνοι”, ανάμεσά τους κάποιος Φαλμεράγιερ, ισχυρίστηκαν, πως η ελληνική φυλή έσβησε κι ότι αυτή διασταυρώθηκε μ’ άλλες φυλές, που δεν έχουν τίποτα κοινό με την αρχαία ελληνική φυλή. Μα ό,τι κι αν πούνε, αυτό δεν έχει καμιά αξία. Την ελληνικότητά μας την αποδείξαμε». Αν το στοιχείο της ιστορικής συνέχειας αποτελεί τον αρχικό κοινό τόπο, η ανάγκη για σύνδεση με το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν και τις ιδεολογικοπολιτικές αφετηρίες του νεότερου Ελληνισμού αποτελεί τον επόμενο σταθμό στον οποίο οι δύο οπτικές συγκλίνουν. «Γιατί τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, νοιώθουμε όλοι ζωντανή μέσα μας την εγερτήρια κραυγή του Ρήγα Φεραίου, που εμψύχωνε τους προγόνους μας του 21.
Καλλίτερα μιας ώρας ελεύτερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!»επισημαίνει ο Γληνός για να συμπληρωθεί από τον Άρη που χαρακτηριστικά τονίζει πως: «Μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς δεν σταμάτησαν οι αγώνες. Μικροί ή μεγάλοι, ένοπλοι ή όχι. Κι ύστερα μέσα απ’ αυτό το λαό ξεπήδησε ο μεγάλος βάρδος της επανάστασης, που ύμνησε με τα τραγούδια του την ιδέα της εξέγερσης του έθνους, ο πρόδρομος της Φιλικής Εταιρείας: ο Ρήγας. Η αντίδραση τον σκότωσε, πριν προλάβει να φέρει σε πέρας τις αρχές του. Μα ο σπόρος που έσπειρε βλάστησε σύντομα. Σε λίγο, η Φιλική Εταιρεία έγινε κι αγκάλιασε χιλιάδες Έλληνες».
Αποτελεί, άραγε, τυχαία επιλογή ή σύμπτωση το ότι οι δύο κορυφαίοι του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, θεωρούν αναγκαίο να σημειώσουν εμφαντικά ότι ο Ρήγας υπήρξε όχι μόνο ο πατέρας της Ανεξαρτησίας, όχι μόνο το αποφασιστικό ορόσημο και οδόσημο στην ελληνική νεωτερικότητα και τον ελληνικό ριζοσπαστισμό, αλλά και η πηγή από την οποία όλοι μας αντλούμε έμπνευση;
Η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα κατέχει σημαίνουσα θέση στο σκεπτικό και των δύο ηγετών. Η θέση τους απέναντι στον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση είναι σαφής.
Mε την διαφορά ότι στον Άρη ως προϊόν μιας προφορικής ομιλίας αποτυπώνεται με σχηματικό και συνοπτικό τρόπο, ενώ στον Γληνό ως προϊόν δουλεμένου και επεξεργασμένου λόγου, αποκτά ευρύτερα και βαθύτερα χαρακτηριστικά.
«Όλοι – ξένοι και ντόπιοι – πάλαιψαν για να μην ξεσηκωθεί ο λαός και να αποχτήσει τη λευτεριά του… Με την επικράτηση της επανάστασης αμέσως οι δικοί μας κοτζαμπάσηδες επιληφθήκανε πάνω στη χώρα μας. Η αντίδραση, ντόπια και ξένη, για να ευνουχίσει το λαϊκό χαρακτήρα του κινήματος και να επιβάλει νέα σκλαβιά, χρησιμοποίησε όλα τα μέσα» σημειώνει ο Άρης, για να καταλήξει, μετά από μια σύντομη περιδιάβαση στα χρόνια που μεσολάβησαν, στην κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς.
Αναλυτικότερος ο Γληνός αποκαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο που κόμιζε το γερμανικό Ράιχ και οι στενοί σύμμα- χοί του ως προκαθήμενοι της Νέας Ευρωπαϊκής Τάξης. «Και τώρα, πάνε δεκαοχτώ μήνες που εβάλθηκαν όλοι τούτοι οι “αρχοντολαοί” να δημιουργήσουν τη “νέα τάξη πραγμάτων” και στην Ελλάδα. Και ο Ελληνικός λαός τη γνώρισε, ή καλλίτερα, την ξαναγνώρισε τη νέα τάξη των πραγμάτων, που είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος, και λέγεται με την αληθινή λέξη “σκλαβιά”. Μαύρη σκλαβιά και αρπαγή και βαρβαρότητα, και μπασιμπουζουκισμός και λεηλασία και ερήμωση της χώρας… Η πιο άναντρη, η πιο σιχαμερή τυραννία που παρουσιάστηκε ποτές πάνω στη γη. Αληθινά “νέα τάξη” στον κόσμο. Ξαναγύρισμα στην πρωτόγονη βαρβαρότητα, κατάργηση κάθε νόμου, κάθε ηθικής, κάθε δίκιου. Ο νόμος της Ζούγκλας απάνω στην Ευρώπη! Αυτή είναι η νέα Ευρωπαϊκή τάξη».
Αν η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα είναι χαρα- κτηριστική, εντυπωσιακή είναι η δριμύτητα και των δύο στην αποκάλυψη του ρόλου των ντόπιων συνεργατών του. «Μα δεν είναι μόνο το αίμα που χύνεται, οι υλικές καταστροφές, η σωματική εξαθλίωση του λαού, που φέρνει ετούτη η μαύρη τυραννία μαζί της. Περισσότερο ακόμα και βαθύτερα και σκληρότερα χτυπάει το λαό η ηθική εξαθλίωση, που παρουσιάζουν ορισμένα κοινωνικά στρώματα και ορισμένα άτομα.
Όταν ο Χίτλερ επροετοίμαζε στα κρυφά τα εγκληματικά του σχέδια για την υποδούλωση των Ευρωπαϊκών λαών, συζητώντας κάποιαν ημέρα μ’ ένα φίλο του που τον ερωτούσε με ποιον τρόπο θα νικήσει την εσωτερική αντίσταση των λαών και θα την παραλύσει, είπε με τη συνηθισμένη του ξετσιπωσιά:
Ας δούμε λοιπόν, συγκεκριμένα, ορισμένα κοινά ή συγκλίνοντα στοιχεία που οι συγγραφείς των κειμένων ηθελημένα προτάσσουν.
Η αναφορά στην ιστορική συνέχεια του Ελληνικού Έθνους, αποτελεί και για τους δύο την αναγκαία εισαγωγή στα όσα στην συνέχεια θα διατυπώσουν: «Η πολυβασανισμένη χώρα μας στα τρεις χιλιάδες χρόνια της τρικυμισμένης ιστορίας της… Έδειχνε πως οι Έλληνες δεν είναι λαός “ώριμος για σκλαβιά”. Έδειχνε πως οι Έλληνες ξέρουν να πεθαίνουνε για τη λευτεριά, που δεν τους την εχάρισε κανένας ποτέ, παρά πάντα, από τον καιρό του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, ως το 21 και ως σήμερα, την κατακτήσανε με το αίμα τους και τον ηρωισμό τους» γράφει ο Γληνός για να συμπληρώσει ο Άρης, αιφνιδιάζοντάς μας με την έντονη κριτική του σε παλαιότερες απόπειρες ιστορικού αναθεωρητισμού, λέγοντας: «Κάποτε η γωνιά αυτής της γης, που πατάμε και λέγεται Ελλάδα είτανε δοξασμένη κι ευτυχισμένη κι είχε ένα πολιτισμό που επί 2½ χιλιάδες χρόνια συνεχίζει να παραμένει, και να θαυμάζεται απ’ όλον τον κόσμο… Στην εποχή της σκλαβιάς πέρασε σκληρά, μαύρα χρόνια και πολλοί “έξυπνοι”, ανάμεσά τους κάποιος Φαλμεράγιερ, ισχυρίστηκαν, πως η ελληνική φυλή έσβησε κι ότι αυτή διασταυρώθηκε μ’ άλλες φυλές, που δεν έχουν τίποτα κοινό με την αρχαία ελληνική φυλή. Μα ό,τι κι αν πούνε, αυτό δεν έχει καμιά αξία. Την ελληνικότητά μας την αποδείξαμε». Αν το στοιχείο της ιστορικής συνέχειας αποτελεί τον αρχικό κοινό τόπο, η ανάγκη για σύνδεση με το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν και τις ιδεολογικοπολιτικές αφετηρίες του νεότερου Ελληνισμού αποτελεί τον επόμενο σταθμό στον οποίο οι δύο οπτικές συγκλίνουν. «Γιατί τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, νοιώθουμε όλοι ζωντανή μέσα μας την εγερτήρια κραυγή του Ρήγα Φεραίου, που εμψύχωνε τους προγόνους μας του 21.
Καλλίτερα μιας ώρας ελεύτερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!»επισημαίνει ο Γληνός για να συμπληρωθεί από τον Άρη που χαρακτηριστικά τονίζει πως: «Μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς δεν σταμάτησαν οι αγώνες. Μικροί ή μεγάλοι, ένοπλοι ή όχι. Κι ύστερα μέσα απ’ αυτό το λαό ξεπήδησε ο μεγάλος βάρδος της επανάστασης, που ύμνησε με τα τραγούδια του την ιδέα της εξέγερσης του έθνους, ο πρόδρομος της Φιλικής Εταιρείας: ο Ρήγας. Η αντίδραση τον σκότωσε, πριν προλάβει να φέρει σε πέρας τις αρχές του. Μα ο σπόρος που έσπειρε βλάστησε σύντομα. Σε λίγο, η Φιλική Εταιρεία έγινε κι αγκάλιασε χιλιάδες Έλληνες».
Αποτελεί, άραγε, τυχαία επιλογή ή σύμπτωση το ότι οι δύο κορυφαίοι του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, θεωρούν αναγκαίο να σημειώσουν εμφαντικά ότι ο Ρήγας υπήρξε όχι μόνο ο πατέρας της Ανεξαρτησίας, όχι μόνο το αποφασιστικό ορόσημο και οδόσημο στην ελληνική νεωτερικότητα και τον ελληνικό ριζοσπαστισμό, αλλά και η πηγή από την οποία όλοι μας αντλούμε έμπνευση;
Η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα κατέχει σημαίνουσα θέση στο σκεπτικό και των δύο ηγετών. Η θέση τους απέναντι στον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση είναι σαφής.
Mε την διαφορά ότι στον Άρη ως προϊόν μιας προφορικής ομιλίας αποτυπώνεται με σχηματικό και συνοπτικό τρόπο, ενώ στον Γληνό ως προϊόν δουλεμένου και επεξεργασμένου λόγου, αποκτά ευρύτερα και βαθύτερα χαρακτηριστικά.
«Όλοι – ξένοι και ντόπιοι – πάλαιψαν για να μην ξεσηκωθεί ο λαός και να αποχτήσει τη λευτεριά του… Με την επικράτηση της επανάστασης αμέσως οι δικοί μας κοτζαμπάσηδες επιληφθήκανε πάνω στη χώρα μας. Η αντίδραση, ντόπια και ξένη, για να ευνουχίσει το λαϊκό χαρακτήρα του κινήματος και να επιβάλει νέα σκλαβιά, χρησιμοποίησε όλα τα μέσα» σημειώνει ο Άρης, για να καταλήξει, μετά από μια σύντομη περιδιάβαση στα χρόνια που μεσολάβησαν, στην κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς.
Αναλυτικότερος ο Γληνός αποκαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο που κόμιζε το γερμανικό Ράιχ και οι στενοί σύμμα- χοί του ως προκαθήμενοι της Νέας Ευρωπαϊκής Τάξης. «Και τώρα, πάνε δεκαοχτώ μήνες που εβάλθηκαν όλοι τούτοι οι “αρχοντολαοί” να δημιουργήσουν τη “νέα τάξη πραγμάτων” και στην Ελλάδα. Και ο Ελληνικός λαός τη γνώρισε, ή καλλίτερα, την ξαναγνώρισε τη νέα τάξη των πραγμάτων, που είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος, και λέγεται με την αληθινή λέξη “σκλαβιά”. Μαύρη σκλαβιά και αρπαγή και βαρβαρότητα, και μπασιμπουζουκισμός και λεηλασία και ερήμωση της χώρας… Η πιο άναντρη, η πιο σιχαμερή τυραννία που παρουσιάστηκε ποτές πάνω στη γη. Αληθινά “νέα τάξη” στον κόσμο. Ξαναγύρισμα στην πρωτόγονη βαρβαρότητα, κατάργηση κάθε νόμου, κάθε ηθικής, κάθε δίκιου. Ο νόμος της Ζούγκλας απάνω στην Ευρώπη! Αυτή είναι η νέα Ευρωπαϊκή τάξη».
Αν η αναφορά στον ρόλο του ξένου παράγοντα είναι χαρα- κτηριστική, εντυπωσιακή είναι η δριμύτητα και των δύο στην αποκάλυψη του ρόλου των ντόπιων συνεργατών του. «Μα δεν είναι μόνο το αίμα που χύνεται, οι υλικές καταστροφές, η σωματική εξαθλίωση του λαού, που φέρνει ετούτη η μαύρη τυραννία μαζί της. Περισσότερο ακόμα και βαθύτερα και σκληρότερα χτυπάει το λαό η ηθική εξαθλίωση, που παρουσιάζουν ορισμένα κοινωνικά στρώματα και ορισμένα άτομα.
Όταν ο Χίτλερ επροετοίμαζε στα κρυφά τα εγκληματικά του σχέδια για την υποδούλωση των Ευρωπαϊκών λαών, συζητώντας κάποιαν ημέρα μ’ ένα φίλο του που τον ερωτούσε με ποιον τρόπο θα νικήσει την εσωτερική αντίσταση των λαών και θα την παραλύσει, είπε με τη συνηθισμένη του ξετσιπωσιά:
“Σε κάθε τόπο θα βρεθούνε κάμποσα φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα,
που θα εξυπηρετήσουν πρόθυμα τους σκοπούς μου, γιατί αυτό θα είναι ο
μόνος τρόπος για να αναδειχτούν και να πλουτίσουν στη χώρα τους”.
Και η πρόβλεψή του αυτή επραγματοποιήθηκε δυστυχώς. Γιατί σ’ όλες
τις χώρες βρέθηκαν οι διάφοροι Λαβάλ και Κουΐσλιγκ για να προδώσουνε τον
τόπο τους. Έτσι και στη δική μας χώρα από την πρώτη στιγμή έτρεξαν
κοντά στους καταχτητές τα φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα…
Αυτά λοιπόν τα φιλόδοξα και ιδιοτελή καθάρματα κρύβουν από το λαό
όλα τα εγκλήματα των καταχτητών, τους παρουσιάζουν για ευεργέτες του
λαού, τους καίνε λιβανωτό, γιατί τάχα μας έστειλαν δέκα κουτιά γάλα, τη
στιγμή που μας απογυμνώνουν απ’ όλα μας τα αγαθά. Αυτοί κρύβουν από το
λαό πως η Μακεδονία και η Θράκη κατακυρώθηκαν στους Βουλγάρους φασίστες
και ρημάζεται απ’ αυτούς, πως την Ήπειρο την προορίζουν για την Ιταλική
Αλβανία, πως τα Εφτάνησα και τις Κυκλάδες τις προσαρτήσανε κιόλας οι
Ιταλοί», για να συμπληρώσει ο Άρης, «Αυτοί που πούλησαν τις γυναίκες και
τις αδελφές στον κατακτητή για να κάνουν νταραβέρια μαζί του και μας
σκλάβωσαν διπλά, αυτοί πάνε τώρα να μας πείσουν ότι εί- ναι οι κέρβεροι
της τιμής και της ηθικής! Μ’ αυτά τα μέσα προσπαθούν να εξαπατήσουν το
λαό για να συνεχίσουν το ξεζούμισμα και την εκμετάλλευσή του».
Δεν χρήζει, φρονώ, ιδιαίτερης υπομνήσεως, η επισήμανση της βαθιάς
σύγκλισης των δύο πλευρών στο κεφάλαιο αυτό που αφορά τον χαρακτήρα και
ρόλο της εθελοδουλείας, που διιστορικά από την εποχή των μηδισάντων, των
γραικύλων, των τουρκοπροσκυνημένων, των δωσιλόγων έως και σήμερα,
αποτελεί την μαύρη τρύπα της ιστορίας μας, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι
τα τείχη παίρνονται κυρίως από μέσα και θα εξακολουθούν να παίρνονται
στον βαθμό που η δεξαμενή των φιλόδοξων και ιδιοτελών καθαρμάτων δεν
δείχνει να στερεύει.
Αυτή την ζοφερή εικόνα της πραγματικότητας αποτυπώ- νει, κατά τους συγγραφείς η Νέα Τάξη των Ευρωπαϊκών «αρχοντολαών». «Μια μαυρίλα πλάκωνε τον ελληνικό ορίζοντα. Κανείς δεν ήξερε τι θα έφερνε η αύριο και πώς θα ξεφεύγαμε από τη σιδερένια τανάλια που μας έσφιγγε» διαπιστώνει ο Άρης. Και σε αυτό το απελπιστικό τοπίο που επέβαλλε η ξένη και ντόπια ακρίδα ο «αληθινά φριχτότερος εχθρός μας… θα ήταν η παθητική αποδοχή της μοίρας μας, θα ήταν η αποκαρδίωση, η απελπισία και η μοιρολατρεία…
Όποιος δέχεται να του χαρίσουν άλλοι τη λευτεριά του, αυτός ομολογεί κιόλας πως είναι σκλάβος και το πολύ-πολύ πρόκειται ν’ αλλάξει αφέντη», επισημαίνει ο Γληνός για να συμπληρώσει αναφερόμενος στο 1821 ο Άρης ότι «Κανείς δεν πίστευε προηγούμενα σ’αυτό το θαύμα που συντελέστηκε από τις ίδιες τις δυνάμεις και τα μέσα του λαού. Άλλοι περίμεναν να τους έλθει η λευτεριά από τη Ρωσία κι άλλοι από τη μεγαλοψυχία των βασιλιάδων της Ευρώπης. Μα η επανάσταση απόδειξε, ότι αυτή μόνη της χάρισε τη λευτεριά της πατρίδας μας. Τα παραμύθια του φιλελληνισμού, χάρη στον οποίο αποχτήσαμε δήθεν τη λευτεριά μας, εφευρέθηκαν μόνο και μόνο για να γίνει πιστευτό, ότι η πατρίδα μας λευτερώθηκε, όχι από τις ίδιες της τις δυνάμεις, μα από τους ξένους. Υπήρξαν βέβαια φιλέλληνες, που αγωνίστηκαν, πολέμησαν κι έχυσαν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας.
Αυτή την ζοφερή εικόνα της πραγματικότητας αποτυπώ- νει, κατά τους συγγραφείς η Νέα Τάξη των Ευρωπαϊκών «αρχοντολαών». «Μια μαυρίλα πλάκωνε τον ελληνικό ορίζοντα. Κανείς δεν ήξερε τι θα έφερνε η αύριο και πώς θα ξεφεύγαμε από τη σιδερένια τανάλια που μας έσφιγγε» διαπιστώνει ο Άρης. Και σε αυτό το απελπιστικό τοπίο που επέβαλλε η ξένη και ντόπια ακρίδα ο «αληθινά φριχτότερος εχθρός μας… θα ήταν η παθητική αποδοχή της μοίρας μας, θα ήταν η αποκαρδίωση, η απελπισία και η μοιρολατρεία…
Όποιος δέχεται να του χαρίσουν άλλοι τη λευτεριά του, αυτός ομολογεί κιόλας πως είναι σκλάβος και το πολύ-πολύ πρόκειται ν’ αλλάξει αφέντη», επισημαίνει ο Γληνός για να συμπληρώσει αναφερόμενος στο 1821 ο Άρης ότι «Κανείς δεν πίστευε προηγούμενα σ’αυτό το θαύμα που συντελέστηκε από τις ίδιες τις δυνάμεις και τα μέσα του λαού. Άλλοι περίμεναν να τους έλθει η λευτεριά από τη Ρωσία κι άλλοι από τη μεγαλοψυχία των βασιλιάδων της Ευρώπης. Μα η επανάσταση απόδειξε, ότι αυτή μόνη της χάρισε τη λευτεριά της πατρίδας μας. Τα παραμύθια του φιλελληνισμού, χάρη στον οποίο αποχτήσαμε δήθεν τη λευτεριά μας, εφευρέθηκαν μόνο και μόνο για να γίνει πιστευτό, ότι η πατρίδα μας λευτερώθηκε, όχι από τις ίδιες της τις δυνάμεις, μα από τους ξένους. Υπήρξαν βέβαια φιλέλληνες, που αγωνίστηκαν, πολέμησαν κι έχυσαν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας.
Τιμή και δόξα σ’ αυτούς κι αιώνια ας είναι η ευγνωμοσύνη του
έθνους. Μα αυτοί υπήρξαν μεμονωμένα άτομα μονάχα. Η θεωρία του
οργανωμένου φιλελληνισμού είναι καθαρό παραμύθι».
Είναι αρκούντως χαρακτηριστική η λογική της όλης πα- ραγράφου. Ο Άρης
όχι απλώς αποσαφηνίζει ποιος έφερε το βάρος του αγώνα, αλλά και ως
γνήσιος απόγονος του πνεύ- ματος του ’21 επαναλαμβάνει με τα δικά του
λόγια την σοφή διαπίστωση του Ανωνύμου της Ελληνικής Νομαρχίας «Διατί
αδελφοί μου, να θέλωμεν να αλλάξωμεν κύριον, όταν μόνοι μας ημπορούμεν
να ελευθερωθώμεν». Την λογική αυτή ο Άρης την κράτησε μέχρι τέλους. Τα
γεγονότα επιβεβαίωσαν ότι το πνεύμα του ’21 παρέμενε ζωντανό εμπνέοντας
τους Έλληνες.
Η υποθήκη του Ρήγα «Κάλλιο για την Πατρίδα κανένας να χαθή, ή να κρεμάσει φούντα για ξένον στο σπαθί»,
δεν είχε μόνο τηρηθεί από τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη, αλλά
βρήκε και στον πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ την πιστή εφαρμογή της,
καθαγιασμένη με το αίμα του.
Ηυπεράσπιση της πατρίδας και η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις
αποτελεί για τους δύο κορυφαίους του εαμικού κινήματος την σημαντικότερη
προϋπόθεση αλλά και μέγιστο διακύβευμα.
Ηλογική τους για την υπεράσπιση της πατρίδας με όλα τα μέσα, είναι μια λογική που δεν εμπεριέχει όμως ούτε ίχνος σωβινισμού ή εθνικής περιχαρακώσεως, αλλά λογική που εδράζεται στο αυταπόδεικτο στοιχείο της διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στον αμυντικό αγώνα ενός καταπιεζόμενου έθνους και την ανοιχτά βουλιμική επιθετικότητα των κυρίαρχων καταπιεστικών εθνών.
Ακόμα πιο συγκεκριμένα και σε συνδυασμό – πάντα – με το βαθύτατο κοινωνικό περιεχόμενο της «εαμικής ιδεολογίας», η λογική στήριξης από τον Γληνό και τον Βελουχιώτη στις δικές μας δυνάμεις, όχι μόνο δεν εξαντλείται σε έναν αναδρομικό-παρωχημένο εθνικισμό, αλλά αναδεικνύει από την αφετηρία της το κοινωνικό της πρόσημο και την βαθιά προσήλωσή της στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση.
«Γύρω απ’ αυτούς τους σκοπούς πρέπει να ενωθούν όλοι, όσοι πραγματικά και ειλικρινά επιθυμούν ν’ αγωνιστούν για την λαϊκή απολύτρωση. Κατάχτηση της εξωτερικής λευτεριάς, κατάχτηση και κατοχύρωση της εσωτερικής λευτεριάς, να με δυο λόγια ποιοι μπορεί να είναι οι σκοποί του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα», τονίζει ο Δημήτρης Γληνός.
Το γεγονός ότι και οι δύο επισημαίνουν ότι η κύρια αντίθεση της συγκεκριμένης περιόδου είναι ανάμεσα στην υποτέλεια/εξάρτηση και την εθνική ανεξαρτησία, προτάσσοντας την συγκρότηση ενός εθνικού-λαϊκού μπλοκ που θα υπηρετήσει σθεναρά την υπόθεση αυτή, αποτελεί επιβεβαίωση του πολιτικού τους άλματος από τον αριστερίστικο μανιχαϊσμό, αλλά και το ευρύτερο μεταπρατικό πνεύμα που διαπότιζε και διαποτίζει ορισμένα τμήματα της Αριστεράς που δεν θέλησαν να αποδεσμευτούν από την λογική υπηρέτησης των ποικίλων ρωσοαγγλογάλλων, ασκώντας –ταυτόχρονα- σκληρή κριτική από ταξική –τάχα μου- σκοπιά, σε όσους φροντίζουν να τους υπενθυμίζουν ότι ο ταξικός αγώνας χωρίς αντιιμπεριαλιστικό – εθνικοανεξαρτησιακό χαρακτήρα είναι μια απάτη ή στην καλύτερη των περιπτώσεων μια τραγική αυταπάτη που το λαϊκό κίνημα την πλήρωσε, την πληρώνει και θα την πληρώσει ακριβά.
Όμως η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις θα ήταν λόγος κενός περιεχομένου, χωρίς το πατριωτικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο εδράζεται και στηρίζεται η συγκεκριμένη λογική.
Η άποψη των ηγετών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ είναι συγκεκρι- μένη και σε αυτό το πεδίο. Θέτοντας ευθέως το ζήτημα του πατριωτισμού και το ποιος είναι πατριώτης, ο Άρης επισημαίνει: «Μας κατηγορούν ότι θέλουμε να καταργήσουμε τα σύνορα και να διαλύσουμε το κράτος. Μα το κράτος εμείς το φτιάχνουμε σήμερα, γιατί δεν υπήρχε, μια που αυτοί οι ίδιοι το είχανε διαλύσει. Ποιος είναι λοιπόν πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει νάβρει κέρδη σ’ όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι’ αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κρά- τους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουνε μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουνε τα κεφάλαιά τους από τη χώρα μας, ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;»
Πάνω σε αυτή την λογική στηρίζεται το εαμικό πρόγραμμα, που, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης της διακήρυξής του, έχει σκληρό του πυρήνα τον Δημοκρατικό Πατριωτισμό.
Οι δυο ηγέτες έχοντας σταθερή πυξίδα τις παρακαταθήκες του Ρήγα και των Φιλικών, επανασυνθέτουν, επανασυγκροτούν και εκσυγχρονίζουν τον αφετηριακό αστικοδημοκρατικό πυρήνα του Δημοκρατικού Πατριωτισμού, προσαρμόζοντάς τον στις νέες συνθήκες και μπολιάζοντάς τον με τα ουμανιστικά προτάγματα και τις κοινωνικές ευαισθησίες που κόμιζε η πληβειακή μαχόμενη Αριστερά.
Με αυτό τον τρόπο, πέρα από κάθε λογική γραμμικού μιμητισμού και προγονοπληξίας, στηριγμένοι όμως στα διδάγματα του παρελθόντος, παρελθόντος που τους εμπνέει, και ερχόμενοι σε ευθεία σύγκρουση με το κυρίαρχο μεταπρατικό πνεύμα, κατορθώνουν να συγκροτήσουν ένα ξεχωριστής ιθαγένειας, σύγχρονο για την εποχή του, σύστημα αρχών και αξιών με σαφή πατριωτικό, δημοκρατικό, κοινωνικό, ουμανιστικό και διεθνιστικό προσανατολισμό.
Η συστηματική ανάγνωση των δύο κειμένων δεν αφήνει περιθώριο στην πιστοποίηση του γεγονότος ότι η απόρριψη κάθε λογικής ξένης επέμβασης και επιτροπείας, η ανάδειξη της ελευθερίας σε πρώτιστη αξία, η εθνική ανεξαρτησία, η αγάπη και υπεράσπιση της πατρίδας, η ανεξιθρησκία, ο δημοκρατικός πολιτειακός προσανατολισμός, η κοινωνική ευαισθησία και πρόνοια, η ανάγκη σύνδεσης της ηθικής με την πολιτική, ο ουμανισμός και η υπεράσπιση των πολιτισμικών αξιών μιας τρισχιλιετούς ιστορίας, η προσήλωση στα ατομικά δικαιώματα, η υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών και αρχών από την σκοπιά των δυνάμεων της κοινωνικής χειραφέτησης, αποτελούν τους σταθερούς άξονες της όλης πρότασής τους.
Οι επισημάνσεις όμως αυτές που αφορούν την ουσιαστική πλευρά, τον κεντρικό πυρήνα, της όλης τους πρότασης, θα ήταν άδικο να περιοριστούν μόνο σε αυτήν. Γιατί – κατά την γνώμη μου – εξίσου σημαντική και καινοτόμα είναι και η συμβολή τους στην ανατροπή του παραδοσιακού πολιτικού- κομματικού λόγου.
Πράγματι είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό το πώς δυο εξέχουσες πολιτικές φυσιογνωμίες της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος, φορείς ορισμένης παιδείας και κουλτούρας και με υψηλό και διευρυμένο γνωσιολογικό επίπεδο, κατορθώνουν υπερβαίνοντας εαυτόν, να υποτάξουν τον όποιο ακαδημαϊσμό τους και να διατυπώσουν με «κλασικό» θα έλεγα τρόπο μια λογική υπέρβασης από την κυρίαρχη κομματική γλώσσα. Να επιδιώξουν δηλαδή και να καταφέρουν την δημιουργική συνάντηση ανάμεσα στις υπαρκτές προσλαμβάνουσες παραστάσεις και το πολιτισμικό status των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων και τις ριζοσπαστικές – νεωτερικές ιδέες που κόμιζε ο αριστερός προσανατολισμός τους· να προσαρμόσουν με δυο λόγια το δικό τους «υψηλό» επίπεδο στις νοητικές δυνατότητες πρόσληψης από πλευράς των ευρύτατων μη αναγκαστικά εγγράμματων λαϊκών στρωμάτων.
Η προσπάθειά τους να καταστήσουν τον λόγο τους όσο μπορούσαν πιο απλό, είναι προφανές ότι σε ένα κάποιο βαθμό οδηγούσε αναγκαστικά σε «παράπλευρες απώλειες». Η προσεκτική όμως ανάγνωση – ανάλυση των δύο κειμένων, με έχει πείσει ότι και στο πεδίο αυτό στάθηκαν πρωτοπόροι. Η αμεσότητα και η απλότητα με την οποία εκθέτουν το όλο τους σκεπτικό, όχι μόνο δεν αποδυνάμωσε το ιδεολογικοπολιτικό φορτίο της συνολικής τους πρότασης, αλλά και την ενίσχυσε ουσιαστικά αγγίζοντας όλους τους αναγνώστες – ακροατές με έναν άμεσο, απλό, παλλόμενο και πειστικό τρόπο.
Είναι, πλέον ιστορικά καταγεγραμμένο ότι τα δύο αυτά κείμενα κατόρθωσαν όχι μόνο να συμπυκνώσουν, αποτυπώσουν και εκφράσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις προσδοκίες και το πανεθνικό αίτημα για μιαν εκ βάθρων αλλαγή, αλλά και να υιοθετηθούν από ευρύτατα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Ηλογική τους για την υπεράσπιση της πατρίδας με όλα τα μέσα, είναι μια λογική που δεν εμπεριέχει όμως ούτε ίχνος σωβινισμού ή εθνικής περιχαρακώσεως, αλλά λογική που εδράζεται στο αυταπόδεικτο στοιχείο της διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στον αμυντικό αγώνα ενός καταπιεζόμενου έθνους και την ανοιχτά βουλιμική επιθετικότητα των κυρίαρχων καταπιεστικών εθνών.
Ακόμα πιο συγκεκριμένα και σε συνδυασμό – πάντα – με το βαθύτατο κοινωνικό περιεχόμενο της «εαμικής ιδεολογίας», η λογική στήριξης από τον Γληνό και τον Βελουχιώτη στις δικές μας δυνάμεις, όχι μόνο δεν εξαντλείται σε έναν αναδρομικό-παρωχημένο εθνικισμό, αλλά αναδεικνύει από την αφετηρία της το κοινωνικό της πρόσημο και την βαθιά προσήλωσή της στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση.
«Γύρω απ’ αυτούς τους σκοπούς πρέπει να ενωθούν όλοι, όσοι πραγματικά και ειλικρινά επιθυμούν ν’ αγωνιστούν για την λαϊκή απολύτρωση. Κατάχτηση της εξωτερικής λευτεριάς, κατάχτηση και κατοχύρωση της εσωτερικής λευτεριάς, να με δυο λόγια ποιοι μπορεί να είναι οι σκοποί του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα», τονίζει ο Δημήτρης Γληνός.
Το γεγονός ότι και οι δύο επισημαίνουν ότι η κύρια αντίθεση της συγκεκριμένης περιόδου είναι ανάμεσα στην υποτέλεια/εξάρτηση και την εθνική ανεξαρτησία, προτάσσοντας την συγκρότηση ενός εθνικού-λαϊκού μπλοκ που θα υπηρετήσει σθεναρά την υπόθεση αυτή, αποτελεί επιβεβαίωση του πολιτικού τους άλματος από τον αριστερίστικο μανιχαϊσμό, αλλά και το ευρύτερο μεταπρατικό πνεύμα που διαπότιζε και διαποτίζει ορισμένα τμήματα της Αριστεράς που δεν θέλησαν να αποδεσμευτούν από την λογική υπηρέτησης των ποικίλων ρωσοαγγλογάλλων, ασκώντας –ταυτόχρονα- σκληρή κριτική από ταξική –τάχα μου- σκοπιά, σε όσους φροντίζουν να τους υπενθυμίζουν ότι ο ταξικός αγώνας χωρίς αντιιμπεριαλιστικό – εθνικοανεξαρτησιακό χαρακτήρα είναι μια απάτη ή στην καλύτερη των περιπτώσεων μια τραγική αυταπάτη που το λαϊκό κίνημα την πλήρωσε, την πληρώνει και θα την πληρώσει ακριβά.
Όμως η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις θα ήταν λόγος κενός περιεχομένου, χωρίς το πατριωτικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο εδράζεται και στηρίζεται η συγκεκριμένη λογική.
Η άποψη των ηγετών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ είναι συγκεκρι- μένη και σε αυτό το πεδίο. Θέτοντας ευθέως το ζήτημα του πατριωτισμού και το ποιος είναι πατριώτης, ο Άρης επισημαίνει: «Μας κατηγορούν ότι θέλουμε να καταργήσουμε τα σύνορα και να διαλύσουμε το κράτος. Μα το κράτος εμείς το φτιάχνουμε σήμερα, γιατί δεν υπήρχε, μια που αυτοί οι ίδιοι το είχανε διαλύσει. Ποιος είναι λοιπόν πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει νάβρει κέρδη σ’ όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι’ αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κρά- τους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουνε μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουνε τα κεφάλαιά τους από τη χώρα μας, ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;»
Πάνω σε αυτή την λογική στηρίζεται το εαμικό πρόγραμμα, που, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης της διακήρυξής του, έχει σκληρό του πυρήνα τον Δημοκρατικό Πατριωτισμό.
Οι δυο ηγέτες έχοντας σταθερή πυξίδα τις παρακαταθήκες του Ρήγα και των Φιλικών, επανασυνθέτουν, επανασυγκροτούν και εκσυγχρονίζουν τον αφετηριακό αστικοδημοκρατικό πυρήνα του Δημοκρατικού Πατριωτισμού, προσαρμόζοντάς τον στις νέες συνθήκες και μπολιάζοντάς τον με τα ουμανιστικά προτάγματα και τις κοινωνικές ευαισθησίες που κόμιζε η πληβειακή μαχόμενη Αριστερά.
Με αυτό τον τρόπο, πέρα από κάθε λογική γραμμικού μιμητισμού και προγονοπληξίας, στηριγμένοι όμως στα διδάγματα του παρελθόντος, παρελθόντος που τους εμπνέει, και ερχόμενοι σε ευθεία σύγκρουση με το κυρίαρχο μεταπρατικό πνεύμα, κατορθώνουν να συγκροτήσουν ένα ξεχωριστής ιθαγένειας, σύγχρονο για την εποχή του, σύστημα αρχών και αξιών με σαφή πατριωτικό, δημοκρατικό, κοινωνικό, ουμανιστικό και διεθνιστικό προσανατολισμό.
Η συστηματική ανάγνωση των δύο κειμένων δεν αφήνει περιθώριο στην πιστοποίηση του γεγονότος ότι η απόρριψη κάθε λογικής ξένης επέμβασης και επιτροπείας, η ανάδειξη της ελευθερίας σε πρώτιστη αξία, η εθνική ανεξαρτησία, η αγάπη και υπεράσπιση της πατρίδας, η ανεξιθρησκία, ο δημοκρατικός πολιτειακός προσανατολισμός, η κοινωνική ευαισθησία και πρόνοια, η ανάγκη σύνδεσης της ηθικής με την πολιτική, ο ουμανισμός και η υπεράσπιση των πολιτισμικών αξιών μιας τρισχιλιετούς ιστορίας, η προσήλωση στα ατομικά δικαιώματα, η υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών και αρχών από την σκοπιά των δυνάμεων της κοινωνικής χειραφέτησης, αποτελούν τους σταθερούς άξονες της όλης πρότασής τους.
Οι επισημάνσεις όμως αυτές που αφορούν την ουσιαστική πλευρά, τον κεντρικό πυρήνα, της όλης τους πρότασης, θα ήταν άδικο να περιοριστούν μόνο σε αυτήν. Γιατί – κατά την γνώμη μου – εξίσου σημαντική και καινοτόμα είναι και η συμβολή τους στην ανατροπή του παραδοσιακού πολιτικού- κομματικού λόγου.
Πράγματι είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό το πώς δυο εξέχουσες πολιτικές φυσιογνωμίες της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος, φορείς ορισμένης παιδείας και κουλτούρας και με υψηλό και διευρυμένο γνωσιολογικό επίπεδο, κατορθώνουν υπερβαίνοντας εαυτόν, να υποτάξουν τον όποιο ακαδημαϊσμό τους και να διατυπώσουν με «κλασικό» θα έλεγα τρόπο μια λογική υπέρβασης από την κυρίαρχη κομματική γλώσσα. Να επιδιώξουν δηλαδή και να καταφέρουν την δημιουργική συνάντηση ανάμεσα στις υπαρκτές προσλαμβάνουσες παραστάσεις και το πολιτισμικό status των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων και τις ριζοσπαστικές – νεωτερικές ιδέες που κόμιζε ο αριστερός προσανατολισμός τους· να προσαρμόσουν με δυο λόγια το δικό τους «υψηλό» επίπεδο στις νοητικές δυνατότητες πρόσληψης από πλευράς των ευρύτατων μη αναγκαστικά εγγράμματων λαϊκών στρωμάτων.
Η προσπάθειά τους να καταστήσουν τον λόγο τους όσο μπορούσαν πιο απλό, είναι προφανές ότι σε ένα κάποιο βαθμό οδηγούσε αναγκαστικά σε «παράπλευρες απώλειες». Η προσεκτική όμως ανάγνωση – ανάλυση των δύο κειμένων, με έχει πείσει ότι και στο πεδίο αυτό στάθηκαν πρωτοπόροι. Η αμεσότητα και η απλότητα με την οποία εκθέτουν το όλο τους σκεπτικό, όχι μόνο δεν αποδυνάμωσε το ιδεολογικοπολιτικό φορτίο της συνολικής τους πρότασης, αλλά και την ενίσχυσε ουσιαστικά αγγίζοντας όλους τους αναγνώστες – ακροατές με έναν άμεσο, απλό, παλλόμενο και πειστικό τρόπο.
Είναι, πλέον ιστορικά καταγεγραμμένο ότι τα δύο αυτά κείμενα κατόρθωσαν όχι μόνο να συμπυκνώσουν, αποτυπώσουν και εκφράσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις προσδοκίες και το πανεθνικό αίτημα για μιαν εκ βάθρων αλλαγή, αλλά και να υιοθετηθούν από ευρύτατα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Γεγονός πρωτόγνωρο για τα πολιτικά δεδομένα της Ελλάδας των μέσων του
εικοστού αιώνα, της Ελλάδας που οι διαρκείς ξένες επεμβάσεις, τα συνεχή
πραξικοπήματα και η δικτατορία της 4ης Αυγούστου είχαν γονατίσει
οικονομικά, πολιτικά και ηθικά, αποτελεί η ανάδειξη ενός λαογέννητου
κινήματος που η πολιτική και στρατιωτική του ηγεσία, σε προγραμματικό
τουλάχιστον επίπεδο, κατορθώνει να αναδείξει δημιουργικά το κοινωνικό
ζήτημα δίπλα στο εθνικό και το πατριωτικό δίπλα στο διεθνικό,
επιτυγχάνοντας το μέγιστο ζητούμενο, την οργανική δηλαδή σύνδεση των δύο
μεγάλων στόχων, της εθνικής απελευθέρωσης και της κοινωνικής αλλαγής.
Η συνειδητή επιδίωξη της ανάδειξης της οργανικής σύνδεσης του εθνικού
με το κοινωνικό, είναι ρεαλιστική και πολιτικά γειωμένη. Είναι
εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι τα πολιτικά προτάγματα, αλλά και συμπεράσματα
που προκύπτουν από την όλη τους προβληματική, είναι απαλλαγμένα τόσο από
τα κάπηλα στοιχεία του κατ’ επάγγελμα πατριωτισμού και μεγαλοϊδεατισμού
όσο και από τα εισαγόμενα στοιχεία του του άτοπου και ά-χρονου
μεταπρατικού διεθνισμού, που την ίδια περίοδο παραγνωρίζοντας πλήρως την
αντίθεση ανάμεσα στα καταπιεστικά και καταπιεζόμενα έθνη ήθελε δια των
υπερδιεθνιστών οπαδών του, όπως λ.χ. ο Άγις Στίνας, την συναδέλφωση των
γκεσταπιτών Γερμανών εργατών με τους ελασίτες Έλληνες εργάτες.
Αν η σύνδεση του εθνικού με το κοινωνικό, η σύνδεση της ελευθερίας με την δημοκρατία, ο δημοκρατικός πατριωτισμός, αποτελούν μια πρωτόγνωρη και ρηξικέλευθη στάση που απέχει πόρρω των στερεοτύπων που δέσποζαν στους κόλπους της ιστορικής Αριστεράς· η θέση τους στο ζήτημα της θρησκείας, της Εκκλησίας, του μαχόμενου κλήρου, αποτελεί πραγματική τομή, συγκροτώντας ένα ξεχωριστό πλαίσιο συνειδητοποίησης αλλά και κατανόησης του ρόλου της θρησκείας γενικά και δη της ορθοδοξίας στα νεοελληνικά δρώμενα.
Ο Άρης είναι απόλυτα σαφής, αποδεικνύοντας και στο επίπεδο αυτό όχι μόνο την βαθύτατη εθνικολαϊκή του οπτική, το οργανικό του δέσιμο με ό,τι αφορά αυτό το πολυδοκιμασμένο έθνος, αυτόν τον ανελέητα χτυπημένο λαό, αλλά και την ξεχωριστή ευφυΐα και διορατικότητά του, με το να κατανοήσει εις βάθος το πόσο πολύπλοκο, βαθύ και άπατο είναι το ζήτημα της πίστης και του θρησκευτικού αυτοκαθορισμού.
«…Λένε ότι ο κομμουνισμός χαλνά τις εκκλησίες και γδέρνει τους παπάδες…Θα γδάρουμε τους παπάδες; Μα γιατί; Εμείς βλέπουμε, ότι χιλιάδες παπάδες βρίσκονται τώρα στην πρωτοπορία του κινήματός μας και η συμβολή του κλήρου, που στάθηκε στο πλευρό μας υπήρξε ανεκτίμητη.
Μήπως συμβαίνει το αντίθετο; Γιατί αυτοί που εμφανίζονται σαν προστάτες της εκκλησίας, γκρεμίσανε μαζί με τους Γερμανούς και γδέρνουνε παπάδες.
Ο κομμουνισμός, λένε, θα καταργήσει τη θρησκεία. Μα η θρησκεία είναι ζήτημα συνείδησης. Πώς θα καταργηθεί λοιπόν; Η κατάργηση της θρησκευτικής συνείδησης, είναι πράγμα αδύνατο, έστω κι αν ακόμα οι κομμουνιστές θέλανε να την καταργήσουν. Η θρησκευτική συνείδηση δεν καταργείται με απλές διαταγές. Αν συνέβαινε ένα τέτοιο πράμα, αυτό θα έμοιαζε με τη διαταγή που έβγαλε κάποτε ένας αστυνόμος στην Ανάφη, με την οποία απαγόρευε την πάλη των τάξεων».
Έχοντας δώσει ένα επαρκές περίγραμμα της πραγματικότητας που αντιμετώπιζε ο ελληνικός λαός, μια πρώτη ερμηνεία για τα αίτιά της και ένα αφετηριακό πλαίσιο αρχών και αξιών που πρέπει να διαπνέουν μια λογική εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, οι δυο ηγέτες αισθάνονται την υποχρέωση να καταλήξουν και σε ένα πρακτικό «δια ταύτα», που να το οδηγεί «του Διάκου μας το τιμημένο χέρι…», αλλά και η συνειδητοποίηση ότι «Η λευτεριά δεν κερδίζεται με ξόρκια, αλλά με αγώνες και θύματα!», όπως φροντίζει να τονίζει ο Άρης.
Η συνδυαστική ανάγνωση των δύο κειμένων, όπου ο Γληνός περιγράφει τι πρέπει να γίνει και ο Άρης πώς και μέχρι ποιο βαθμό έγινε αυτό, αποτελεί το επιστέγασμα της όλης τους προβληματικής, επιβεβαιώνοντας την ιστορικά διαμορφωμένη πεποίθησή μου «για τη ύπαρξη άλατος», δηλαδή για την σταθερή παρουσία, όπως με σαφήνεια επεσήμανε και ο Νικόλαος Σβορώνος, του πνεύματος της Αντίστασης που χαρακτηρίζει την πορεία του Ελληνικού Έθνους, κάτι που ανεξάρτητα από τις ασυνέχειες, τις κάμψεις ή υπαναχωρήσεις του εξακολουθεί να αποτελεί σταθερή κατάκτηση μέσα στον μακρύ ιστορικό χρόνο.
«Αποδοκιμάζει κανείς το παρελθόν για να μην υπολογίσει το καθήκον του παρόντος», παρατηρεί ο Αντόνιο Γκράμσι. Ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν και σταθερά υπηρέτησαν την αλήθεια αυτή.
Γι’ αυτό και θα κλείσω το κείμενο αυτό, φόρο τιμής στην νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε, με τις επισημάνσεις του Δημήτρη Γληνού, που αν και γραμμένες δεκαετίες πριν, φαντάζουν καίριες, ουσιαστικές και λυτρωτικές στα μάτια τα δικά μου και – ελπίζω – και άλλων πολλών, που ασφυκτιούν εγκιβωτισμένοι στο κατειλημμένο από τους πειρατές σκάφος «Ελλάδα».
«Μα ο λαός αυτός με την τρισχιλιόχρονη ιστορία, που πέρασε μέσα σε τόσες συμφορές χωρίς να χάσει ποτέ την ελπίδα και τη δύναμη της άρνησης απέναντι σε κάθε κατακτητή, δε θα λυγίσει και τώρα και δε θα απελπιστεί. Και τώρα ολόψυχα ενωμένος θα ριζώσει στο χώμα το ελληνικό και στην ιστορία την ελληνική, και με ατσαλωμένη την ψυχή θα αντιτάξει στους τυράννους το “όχι”, το “όχι” το οριστικό και αμετάκλητο… Δεν είναι πια καιρός για χάσιμο για κανέναν. Ο καθένας από εμάς, ο κάθε ζωντανός Έλληνας πρέπει να θέσει στον εαυτό του το σκληρό και αμείλιχτο ερώτημα: Τι κάνει αυτός, τι συνεισφέρει, πώς βοηθάει το έθνος του για να σωθεί την κρισιμώτατη αυτή στιγμή κι ο ίδιος κι όλοι οι άλλοι;…
Δεν υπάρχει συμβιβασμός και μοιρολατρική αποδοχή της σκλαβιάς. Ένας και μόνος δρόμος ανοίγεται μπροστά μας. Ο δρόμος της ενεργητικής αντίστασης, ο δρόμος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Αντίσταση ενεργητική.
Αν η σύνδεση του εθνικού με το κοινωνικό, η σύνδεση της ελευθερίας με την δημοκρατία, ο δημοκρατικός πατριωτισμός, αποτελούν μια πρωτόγνωρη και ρηξικέλευθη στάση που απέχει πόρρω των στερεοτύπων που δέσποζαν στους κόλπους της ιστορικής Αριστεράς· η θέση τους στο ζήτημα της θρησκείας, της Εκκλησίας, του μαχόμενου κλήρου, αποτελεί πραγματική τομή, συγκροτώντας ένα ξεχωριστό πλαίσιο συνειδητοποίησης αλλά και κατανόησης του ρόλου της θρησκείας γενικά και δη της ορθοδοξίας στα νεοελληνικά δρώμενα.
Ο Άρης είναι απόλυτα σαφής, αποδεικνύοντας και στο επίπεδο αυτό όχι μόνο την βαθύτατη εθνικολαϊκή του οπτική, το οργανικό του δέσιμο με ό,τι αφορά αυτό το πολυδοκιμασμένο έθνος, αυτόν τον ανελέητα χτυπημένο λαό, αλλά και την ξεχωριστή ευφυΐα και διορατικότητά του, με το να κατανοήσει εις βάθος το πόσο πολύπλοκο, βαθύ και άπατο είναι το ζήτημα της πίστης και του θρησκευτικού αυτοκαθορισμού.
«…Λένε ότι ο κομμουνισμός χαλνά τις εκκλησίες και γδέρνει τους παπάδες…Θα γδάρουμε τους παπάδες; Μα γιατί; Εμείς βλέπουμε, ότι χιλιάδες παπάδες βρίσκονται τώρα στην πρωτοπορία του κινήματός μας και η συμβολή του κλήρου, που στάθηκε στο πλευρό μας υπήρξε ανεκτίμητη.
Μήπως συμβαίνει το αντίθετο; Γιατί αυτοί που εμφανίζονται σαν προστάτες της εκκλησίας, γκρεμίσανε μαζί με τους Γερμανούς και γδέρνουνε παπάδες.
Ο κομμουνισμός, λένε, θα καταργήσει τη θρησκεία. Μα η θρησκεία είναι ζήτημα συνείδησης. Πώς θα καταργηθεί λοιπόν; Η κατάργηση της θρησκευτικής συνείδησης, είναι πράγμα αδύνατο, έστω κι αν ακόμα οι κομμουνιστές θέλανε να την καταργήσουν. Η θρησκευτική συνείδηση δεν καταργείται με απλές διαταγές. Αν συνέβαινε ένα τέτοιο πράμα, αυτό θα έμοιαζε με τη διαταγή που έβγαλε κάποτε ένας αστυνόμος στην Ανάφη, με την οποία απαγόρευε την πάλη των τάξεων».
Έχοντας δώσει ένα επαρκές περίγραμμα της πραγματικότητας που αντιμετώπιζε ο ελληνικός λαός, μια πρώτη ερμηνεία για τα αίτιά της και ένα αφετηριακό πλαίσιο αρχών και αξιών που πρέπει να διαπνέουν μια λογική εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, οι δυο ηγέτες αισθάνονται την υποχρέωση να καταλήξουν και σε ένα πρακτικό «δια ταύτα», που να το οδηγεί «του Διάκου μας το τιμημένο χέρι…», αλλά και η συνειδητοποίηση ότι «Η λευτεριά δεν κερδίζεται με ξόρκια, αλλά με αγώνες και θύματα!», όπως φροντίζει να τονίζει ο Άρης.
Η συνδυαστική ανάγνωση των δύο κειμένων, όπου ο Γληνός περιγράφει τι πρέπει να γίνει και ο Άρης πώς και μέχρι ποιο βαθμό έγινε αυτό, αποτελεί το επιστέγασμα της όλης τους προβληματικής, επιβεβαιώνοντας την ιστορικά διαμορφωμένη πεποίθησή μου «για τη ύπαρξη άλατος», δηλαδή για την σταθερή παρουσία, όπως με σαφήνεια επεσήμανε και ο Νικόλαος Σβορώνος, του πνεύματος της Αντίστασης που χαρακτηρίζει την πορεία του Ελληνικού Έθνους, κάτι που ανεξάρτητα από τις ασυνέχειες, τις κάμψεις ή υπαναχωρήσεις του εξακολουθεί να αποτελεί σταθερή κατάκτηση μέσα στον μακρύ ιστορικό χρόνο.
«Αποδοκιμάζει κανείς το παρελθόν για να μην υπολογίσει το καθήκον του παρόντος», παρατηρεί ο Αντόνιο Γκράμσι. Ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν και σταθερά υπηρέτησαν την αλήθεια αυτή.
Γι’ αυτό και θα κλείσω το κείμενο αυτό, φόρο τιμής στην νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε, με τις επισημάνσεις του Δημήτρη Γληνού, που αν και γραμμένες δεκαετίες πριν, φαντάζουν καίριες, ουσιαστικές και λυτρωτικές στα μάτια τα δικά μου και – ελπίζω – και άλλων πολλών, που ασφυκτιούν εγκιβωτισμένοι στο κατειλημμένο από τους πειρατές σκάφος «Ελλάδα».
«Μα ο λαός αυτός με την τρισχιλιόχρονη ιστορία, που πέρασε μέσα σε τόσες συμφορές χωρίς να χάσει ποτέ την ελπίδα και τη δύναμη της άρνησης απέναντι σε κάθε κατακτητή, δε θα λυγίσει και τώρα και δε θα απελπιστεί. Και τώρα ολόψυχα ενωμένος θα ριζώσει στο χώμα το ελληνικό και στην ιστορία την ελληνική, και με ατσαλωμένη την ψυχή θα αντιτάξει στους τυράννους το “όχι”, το “όχι” το οριστικό και αμετάκλητο… Δεν είναι πια καιρός για χάσιμο για κανέναν. Ο καθένας από εμάς, ο κάθε ζωντανός Έλληνας πρέπει να θέσει στον εαυτό του το σκληρό και αμείλιχτο ερώτημα: Τι κάνει αυτός, τι συνεισφέρει, πώς βοηθάει το έθνος του για να σωθεί την κρισιμώτατη αυτή στιγμή κι ο ίδιος κι όλοι οι άλλοι;…
Δεν υπάρχει συμβιβασμός και μοιρολατρική αποδοχή της σκλαβιάς. Ένας και μόνος δρόμος ανοίγεται μπροστά μας. Ο δρόμος της ενεργητικής αντίστασης, ο δρόμος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Αντίσταση ενεργητική.
Παλλαϊκός αγώνας για την κατάχτηση την οριστική και την κατοχύρωση
την οριστική της λευτεριάς. Αυτή είναι η ηρωική διάθεση του ελληνικού
λαού μέσα στην αγωνία του. Η αγωνία του ελληνικού λαού, είναι η αγωνία
λαού που θέλει να ζήσει και θα ζήσει. Που θα παλαίψει όλος μαζί
ενωμένος, που θα παλαίψει και θα νικήσει».
Β΄
Στον παρόντα τόμο περιλαμβάνονται, ως ήδη έχει ανα- φερθεί, τα δύο κορυφαία ντοκουμέντα του Αγώνα. Το Τι είναι και τι θέλει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο του Δημήτρη Γληνού και ο Λόγος στη Λαμία του Άρη Βελουχιώτη.
* Το Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ πρωτοκυκλοφόρησε στην γερμανοκρατούμενη Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1942, γραμμένο από τον Γληνό με απόφαση του ΕΑΜ και με σκοπό να εξηγήσει στον ελληνικό λαό το νόημα του αγώνα, την γεμάτη θυσίες μακρά πορεία που έπρεπε να ακολουθηθεί, αλλά και το πλαίσιο αξιών και αρχών πάνω στις οποίες όφειλε να οικοδομηθεί η Νέα Ελλάδα μετά τη απελευθέρωση.
Ξανακυκλοφόρησε σε δεύτερη έκδοση που εξέδωσε ο Εκδοτικός Οργανισμός «Ο Ρήγας» στα τέλη του 1944.
Στον παρόντα τόμο περιλαμβάνονται, ως ήδη έχει ανα- φερθεί, τα δύο κορυφαία ντοκουμέντα του Αγώνα. Το Τι είναι και τι θέλει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο του Δημήτρη Γληνού και ο Λόγος στη Λαμία του Άρη Βελουχιώτη.
* Το Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ πρωτοκυκλοφόρησε στην γερμανοκρατούμενη Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1942, γραμμένο από τον Γληνό με απόφαση του ΕΑΜ και με σκοπό να εξηγήσει στον ελληνικό λαό το νόημα του αγώνα, την γεμάτη θυσίες μακρά πορεία που έπρεπε να ακολουθηθεί, αλλά και το πλαίσιο αξιών και αρχών πάνω στις οποίες όφειλε να οικοδομηθεί η Νέα Ελλάδα μετά τη απελευθέρωση.
Ξανακυκλοφόρησε σε δεύτερη έκδοση που εξέδωσε ο Εκδοτικός Οργανισμός «Ο Ρήγας» στα τέλη του 1944.
Στην έκδοση αυτή προτάσσονται:
Α) Το εισαγωγικό σημείωμα «Στον Αναγνώστη» της Λαϊκής Διαφώτισης του ΕΑΜ,
Β) Ο πρόλογος του Γ. Ζεύγου και
τέλος ο λόγος που εκφώνησε από μέρους του ΚΚΕ ο Γ. Ζεύγος στις 21
Μαΐου 1944, στο πολιτικό μνημόσυνο που αφιέρωσε στην μνήμη του το Εθνικό
Συμβούλιο.* Η αναφορά μου στις πέραν της πρώτης εκδόσεως ανατυπώσεις δεν είναι βιβλιογραφικά εξαντλητική.
Το 1975 ξανακυκλοφόρησε σε νέα έκδοση από τις εκδόσεις «Στοχαστής»,
ανθολογημένο στον τέταρτο τόμο των Εκλεκτών Σελίδων (σ.141-178) που
περιελάμβανε και άλλα έργα του Δημήτρη Γληνού.
Οι τρεις πρώτοι τόμοι των Εκλεκτών Σελίδων κυκλοφόρησαν στα χρόνια της χούντας (1971-2).
Ο τέταρτος τόμος αν και έτοιμος από το 1973 παρέμεινε ανενεργός
μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και κυκλοφόρησε με την πτώση της
δικτατορίας.
Η σημερινή έκδοση, όπως και αυτή των Εκλεκτών Σελίδων, αποτελεί ουσιαστικά αναδημοσίευση της δεύτερης έκδοσης του 1944.
Ο Λόγος στη Λαμία αποτελεί την ομιλία που ο Άρης Βελουχιώτης εκφώνησε στην Λαμία από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου Βούλγαρη, στις 22 Οκτωβρίου του 1944. Δημοσιογραφικά καλύφθηκε από τον Ορφέα Οικονομίδη και φωτογραφικά από τον Σπύρο Μελετζή. Λίγες μέρες μετά την εκφώνηση δημοσιεύτηκε το πλήρες κείμενο στην εφημερίδα «Ρούμελη».
Σύμφωνα με τον βιογράφο του Άρη Πάνο Λάγδα «Ο Άρης έφτασε στη Λαμία στις 20 Οκτώβρη. Στις 19 Οκτώβρη είχε μπει σ’ αυτήν η ΧΙΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ.
Ήταν βραδάκι. Καβάλλα στ’ άλογό του, με τους μαυροσκούφηδες συνοδεία, ο Άρης μπαίνει στην πόλη που γεννήθηκε. Η υποδοχή που του έγινε βγαίνει από τις δυνατότητες μιας περιγραφής. Από τη μια άκρη της πόλης ως την άλλη παραταγμένα τα συντάγματα της ΧΙΙΙης χαιρετούσαν τον αρχηγό τους. Οι αντάρτες συνεπαρμένοι από τον ενθουσιασμό τον υποδέχονται με ζητωκραυγές και πυροβολισμούς. Οι καμπάνες χτυπάνε. Οι χιλιάδες του λαού τον επευφημούν. Τα λουλούδια πέφτουν απάνω του βροχή. Τον στεφανώνουν με στεφάνια από δάφνη και μυρτιά».
Το κείμενο ολόκληρο, «ατόφιο» κατά τον βιογράφο του, δημοσιεύτηκε στις σελ.461-471, του δεύτερου τόμου του ογκώδους βιογραφικού έργου που έγραψε ο Πάνος Λάγδας με την συνεργασία συναγωνιστών του Άρη και κυκλοφόρησε με τον τίτλο Άρης Βελουχιώτης. Ο πρώτος του Αγώνα (Βιογραφία 1905-1945), εκδόσεις «Κυψέλη», τόμος Α΄, Αθήνα 1964, τόμος Β΄, Αθήνα 1965.
Μια δεκαετία αργότερα συμπεριελήφθηκε (σελ.491-509), στο έργο του Γιάννη Χατζηπαναγιώτου (Καπετάν Θωμά) που κυκλοφόρησε με τίτλο Η πολιτική διαθήκη του Άρη Βελουχιώτη, εκδ. «Δωρικός», Αθήνα 1976. Η διαφορά ανάμεσα στα δύο κείμενα του 1965 και του 1976 είναι ελάχιστη έως μηδαμινή.
Το 2006 επανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Φιλίστωρ», με τίτλο Ο Άρης στη Λαμία, μαζί με δύο συνοδευτικά κείμενα των Κωστή Παπακόγκου και Νίκου Κοταρίδη και ένα βιογραφικό χρονολόγιο.
Πρόσφατα, Ο Λόγος, επαναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου, Έρευνας και Κριτικής», τεύχος 64, σελ. 15-29, που κυκλοφόρησε την Άνοιξη του 2014 αφιερωμένο ειδικά στο ΕΑΜ και τον Δημοκρατικό Πατριωτισμό.
Η σημερινή έκδοση, όπως και αυτή των «Τετραδίων» αναδημοσιεύεται από το έργο του Π. Λάγδα σε συγκριτική παραβολή με το έργο του Γ. Χατζηπαναγιώτου.
Και τα δύο κείμενα δημοσιεύονται ολόκληρα, χωρίς καμία περικοπή ή συντόμευση και αφού υποβλήθηκαν, στοιχειοθετημένα εκ νέου, σε έλεγχο με τις προηγούμενες εκδόσεις για τον εντοπισμό τυχόν αβλεψιών ή τυπογραφικών λαθών, που διορθώθηκαν σιωπηρά. Κρατήθηκε αυστηρά η ιστορική ορθογραφία των συγγραφέων με μοναδική παρέμβαση την προσαρμογή τους στο μονοτονικό σύστημα.
Αθήνα – Νέα Μάκρη, Μάιος 2016
Λουκάς Αξελός
Ο Λόγος στη Λαμία αποτελεί την ομιλία που ο Άρης Βελουχιώτης εκφώνησε στην Λαμία από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου Βούλγαρη, στις 22 Οκτωβρίου του 1944. Δημοσιογραφικά καλύφθηκε από τον Ορφέα Οικονομίδη και φωτογραφικά από τον Σπύρο Μελετζή. Λίγες μέρες μετά την εκφώνηση δημοσιεύτηκε το πλήρες κείμενο στην εφημερίδα «Ρούμελη».
Σύμφωνα με τον βιογράφο του Άρη Πάνο Λάγδα «Ο Άρης έφτασε στη Λαμία στις 20 Οκτώβρη. Στις 19 Οκτώβρη είχε μπει σ’ αυτήν η ΧΙΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ.
Ήταν βραδάκι. Καβάλλα στ’ άλογό του, με τους μαυροσκούφηδες συνοδεία, ο Άρης μπαίνει στην πόλη που γεννήθηκε. Η υποδοχή που του έγινε βγαίνει από τις δυνατότητες μιας περιγραφής. Από τη μια άκρη της πόλης ως την άλλη παραταγμένα τα συντάγματα της ΧΙΙΙης χαιρετούσαν τον αρχηγό τους. Οι αντάρτες συνεπαρμένοι από τον ενθουσιασμό τον υποδέχονται με ζητωκραυγές και πυροβολισμούς. Οι καμπάνες χτυπάνε. Οι χιλιάδες του λαού τον επευφημούν. Τα λουλούδια πέφτουν απάνω του βροχή. Τον στεφανώνουν με στεφάνια από δάφνη και μυρτιά».
Το κείμενο ολόκληρο, «ατόφιο» κατά τον βιογράφο του, δημοσιεύτηκε στις σελ.461-471, του δεύτερου τόμου του ογκώδους βιογραφικού έργου που έγραψε ο Πάνος Λάγδας με την συνεργασία συναγωνιστών του Άρη και κυκλοφόρησε με τον τίτλο Άρης Βελουχιώτης. Ο πρώτος του Αγώνα (Βιογραφία 1905-1945), εκδόσεις «Κυψέλη», τόμος Α΄, Αθήνα 1964, τόμος Β΄, Αθήνα 1965.
Μια δεκαετία αργότερα συμπεριελήφθηκε (σελ.491-509), στο έργο του Γιάννη Χατζηπαναγιώτου (Καπετάν Θωμά) που κυκλοφόρησε με τίτλο Η πολιτική διαθήκη του Άρη Βελουχιώτη, εκδ. «Δωρικός», Αθήνα 1976. Η διαφορά ανάμεσα στα δύο κείμενα του 1965 και του 1976 είναι ελάχιστη έως μηδαμινή.
Το 2006 επανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Φιλίστωρ», με τίτλο Ο Άρης στη Λαμία, μαζί με δύο συνοδευτικά κείμενα των Κωστή Παπακόγκου και Νίκου Κοταρίδη και ένα βιογραφικό χρονολόγιο.
Πρόσφατα, Ο Λόγος, επαναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου, Έρευνας και Κριτικής», τεύχος 64, σελ. 15-29, που κυκλοφόρησε την Άνοιξη του 2014 αφιερωμένο ειδικά στο ΕΑΜ και τον Δημοκρατικό Πατριωτισμό.
Η σημερινή έκδοση, όπως και αυτή των «Τετραδίων» αναδημοσιεύεται από το έργο του Π. Λάγδα σε συγκριτική παραβολή με το έργο του Γ. Χατζηπαναγιώτου.
Και τα δύο κείμενα δημοσιεύονται ολόκληρα, χωρίς καμία περικοπή ή συντόμευση και αφού υποβλήθηκαν, στοιχειοθετημένα εκ νέου, σε έλεγχο με τις προηγούμενες εκδόσεις για τον εντοπισμό τυχόν αβλεψιών ή τυπογραφικών λαθών, που διορθώθηκαν σιωπηρά. Κρατήθηκε αυστηρά η ιστορική ορθογραφία των συγγραφέων με μοναδική παρέμβαση την προσαρμογή τους στο μονοτονικό σύστημα.
Αθήνα – Νέα Μάκρη, Μάιος 2016
Λουκάς Αξελός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου