Πολιτεία

Πολιτεία

Κυριακή 17 Ιουνίου 2018

Σε ποιο φύλο ανήκει ο εγκέφαλός σας;

    Οτι οι γυναίκες σκέφτονται και συμπεριφέρονται διαφορετικά από τους άνδρες θεωρείται από όλους προφανές, το διαπιστώνουμε εξάλλου καθημερινά, άλλοτε με ιδιαίτερα ευχάριστο και άλλοτε με πολύ επώδυνο τρόπο.
  Αραγε, αυτό συνεπάγεται ότι ο εγκέφαλος των γυναικών διαφέρει
ανατομικά και λειτουργικά από αυτόν των ανδρών; Είναι η διφυλετική διαφοροποίηση, η σαφής διάκριση σε αρσενικά και θηλυκά, ο καθοριστικός παράγοντας όχι μόνο για την ανθρώπινη αναπαραγωγή αλλά και για τη διαμόρφωση της ανθρώπινης ταυτότητας; Κι αν η απάντηση είναι θετική, τότε πώς συμβιβάζεται η έμφυλη βιολογική μας ταυτότητα με την ιδιαιτερότητα και τη μοναδικότητά μας ως προσώπων;
  Το πού και το πώς ακριβώς αποτυπώνεται στις εγκεφαλικές δομές μας η έμφυλη ταυτότητά μας αποτελεί τα τελευταία χρόνια αντικείμενο πολλών επιστημονικών ερευνών που, όπως θα δούμε, μας αποκαλύπτουν μια λιγότερο σαφή διαφοροποίηση των θηλυκών από τους αρσενικούς εγκεφάλους.
Επιστημονικές ανακαλύψεις που, αν ερμηνευτούν σωστά, ενδέχεται να οδηγήσουν στην πολυπόθητη εξάλειψη των «βιολογικών» ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Πρόσφατες έρευνες αμφισβητούν τη διάκριση σε ανδρικά και γυναικεία... μυαλά

  Από την αρχαιότητα οι γιατροί, ανατόμοι και φυσιολόγοι, επιχείρησαν να εξηγήσουν τις διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα μέσω του εντοπισμού ορατών σωματικών διαφορών.
  Εκτός από τις εμφανείς διαφοροποιήσεις των αναπαραγωγικών οργάνων, κατά καιρούς, κατάφεραν να εντοπίσουν κάποιες βαθύτερες ανατομικές και λειτουργικές διαφορές, οι οποίες θεωρούνταν ως τα σωματικά «αίτια» των έμφυλων ψυχολογικών-συμπεριφορικών διαφοροποιήσεων ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες.
  Δεδομένου, μάλιστα, ότι οι επιστήμονες ήταν απρόθυμοι να παραδεχτούν ότι τα αίτια για τις διφυλετικές διαφοροποιήσεις ενδέχεται να είναι περιβαλλοντικά, εξαρτώνται δηλαδή κυρίως από κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες, στράφηκαν στη μελέτη του ανθρώπινου εγκεφάλου, σωματική έδρα και μηχανή παραγωγής κάθε ψυχολογικής λειτουργίας μας και άρα κάθε έμφυλης συμπεριφοράς μας.
  Αναζητώντας λοιπόν οριστικές απαντήσεις ή, έστω, κάποιες έγκυρες εξηγήσεις για τις διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα και έχοντας στη διάθεση της τα νέα πανίσχυρα τεχνολογικά εργαλεία των Νευροεπιστημών, η σύγχρονη έρευνα θα εστιάσει το ενδιαφέρον της στις λεπτές ανατομικές-λειτουργικές διαφορές μεταξύ του «ανδρικού» και του «θηλυκού» εγκεφάλου.
  Και, για πολλοστή φορά, η συστηματική επιστημονική έρευνα δεν μας απογοήτευσε: αφού διέψευσε κάποιες ιδιαίτερα επίμονες αλλά αυθαίρετες κοινωνικές προκαταλήψεις μας.
Ενα μωσαϊκό από ανδρικά και θηλυκά χαρακτηριστικά
  Υπάρχουν άραγε σαφείς δομικές και λειτουργικές διάφορες ανάμεσα στον ανδρικό και γυναικείο εγκέφαλο ή μήπως, αντίθετα, οι άνθρωποι είναι εγκεφαλικά... αμφιφυλικοί;
  Τις τελευταίες δεκαετίες, το ερώτημα αυτό υπήρξε αντικείμενο σφοδρών διενέξεων ανάμεσα σε φυσικούς επιστήμονες και κοινωνιολόγους-φεμινίστριες.
  Μια σχετικά πρόσφατη και επιστημονικά τεκμηριωμένη απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες υπαρξιακό ερώτημα είναι ότι, απ’ ό,τι φαίνεται, μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ούτε ως προς τη συνολική ανατομία ούτε ως προς τις βασικές λειτουργίες του εγκεφάλου τους.
  Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η έρευνα που δημοσιεύτηκε, το 2015, στο εγκυρότατο διεθνώς επιστημονικό περιοδικό PNAS (Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ). Επικεφαλής αυτής της διεθνούς έρευνας, μια συνεργασία τριών ερευνητικών κέντρων στο Ισραήλ, τη Γερμανία και την Ελβετία, που εμπνεύστηκε και διηύθυνε η επιφανής νευροψυχολόγος Ντάφνα Τζοέλ (Daphna Joel), καθηγήτρια νευροψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, η οποία από το 2009 διερευνά το αν ή σε ποιο βαθμό το ανθρώπινο φύλο αποτυπώνεται στον εγκέφαλο.
  Η στρατηγική αυτής της έρευνας ήταν να διερευνηθούν μέσω των μη επεμβατικών τεχνικών -όπως είναι η απεικόνιση των εγκεφαλικών μικροδομών μέσω της μαγνητικής τομογραφίας ή MRI και των δραστηριοτήτων και των αλληλεπιδράσεων αυτών των δομών μέσω της λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας ή fMRI- οι ανατομικές διαφορές μεταξύ θηλυκού και αρσενικού εγκεφάλου.
  Και το εντυπωσιακό συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν αυτές οι έρευνες είναι ότι μεταξύ του γυναικείου και του ανδρικού εγκεφάλου δεν φαίνεται να υπάρχουν ορατές, δηλαδή στατιστικά σημαντικές εγκεφαλικές ή λειτουργικές διαφορές.
  Αναλύοντας και αντιπαραβάλλοντας τις εικόνες από επιμέρους εγκεφαλικές δομές περισσότερων από 1.400 ατόμων και από τα δύο φύλα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι σε έναν περιορισμένο αριθμό εγκεφαλικών περιοχών υπάρχουν όντως κάποιες μικρές διαφορές που σχετίζονται με τα δύο φύλα, ωστόσο δεν παρατήρησαν σαφή «φυλετικό διμορφισμό», δηλαδή εκείνες τις ανατομικές και λειτουργικές διαφορές που θα τους επέτρεπαν να διακρίνουν τον θηλυκό από τον αρσενικό εγκέφαλο!
  Από μεθοδολογική άποψη, ο στόχος αυτών των ερευνητών ήταν να διαπιστώσουν αν όντως υπάρχει ένας σαφής έμφυλος διμορφισμός στις εγκεφαλικές δομές των ανθρώπων.
  Σύμφωνα με την κυρίαρχη, μέχρι τότε, άποψη, θα έπρεπε να παρατηρήσουν -μέσω των τεχνικών απεικόνισης του εγκεφάλου- ότι υπάρχει ένας αριθμός μοναδικών και μη αλληλεπικαλυπτόμενων δομών που αντιστοιχούν σε ό,τι θεωρείται τυπικά θηλυκό και αρσενικό χαρακτηριστικό. Με άλλα λόγια, ότι στον εγκέφαλό μας αποτυπώνεται ο έμφυλος αναπαραγωγικός διμορφισμός άνδρας-γυναίκα και άρα κάθε εγκέφαλος θα έπρεπε να εμφανίζει κάποια αποκλειστικά αρσενικά ή θηλυκά χαρακτηριστικά.
  Αναλύοντας, εντούτοις, τα δεδομένα από τις τομογραφικές απεικονίσεις αυτών των εγκεφαλικών δομών, η Τζοέλ και οι συνάδελφοί της διαπίστωσαν ότι ανάμεσα στα δύο φύλα δεν παρατηρείται η αναμενόμενη και σαφής διαφοροποίηση αλλά, αντίθετα, μια σημαντική αλληλοεπικάλυψη τόσο των λειτουργιών όσο κυρίως των εγκεφαλικών δομών.
  Πώς, όμως, κατέληξαν σε αυτό το προκλητικό συμπέρασμα; Αρχικά αναλύοντας τις τομογραφίες από τον κάθε έναν από τους 1.400 εθελοντές που προέρχονταν από τέσσερις διαφορετικές βάσεις δεδομένων, κατάφεραν να εντοπίσουν τις πιο μεγάλες και άρα εμφανείς εγκεφαλικές διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα. Κατόπιν, για κάθε έναν από αυτούς τους εγκεφάλους καθόρισαν το αν η μορφολογία και οι ανατομικές διαστάσεις των επιμέρους δομών ήταν περισσότερο θηλυκού ή αρσενικού τύπου.
  Τέλος, υποβάλλοντας σε στατιστική ανάλυση όλα αυτά τα δεδομένα διαπίστωσαν ότι, ανάλογα με το ποια βάση δεδομένων χρησιμοποιούσαν, ένα ποσοστό από 23% έως 53% των εθελοντών διέθετε αλληλοεπικαλυπτόμενα θηλυκά και ανδρικά εγκεφαλικά χαρακτηριστικά.
  Αντίθετα, το ποσοστό των εγκεφάλων που εμφάνιζαν αποκλειστικά ανδρικά ή, εναλλακτικά, θηλυκά χαρακτηριστικά κυμαινόταν από 0% έως 8%. Γεγονός που επιβεβαίωσε την αρχική υποψία ή, μήπως, προσδοκία τους ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλός είναι ένα μωσαϊκό από ετερογενή φυλετικά χαρακτηριστικά!
  Παρ’ όλα αυτά, όταν μελετά κανείς τις μικροδομές του θηλυκού και του ανδρικού εγκεφάλου διαπιστώνει κάποιες διαφοροποιήσεις ως προς τις διαστάσεις και τη μορφολογία τους σε επιμέρους περιοχές.
  Στην πραγματικότητα, όμως, ενώ παρατηρούνται μικρές φυλετικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε μεμονωμένους εγκεφάλους, από στατιστικής απόψεως, ο ανθρώπινος εγκέφαλος, ανεξαρτήτως φύλου, είναι ένα μωσαϊκό ή ένα περίπλοκο ανατομικά ψηφιδωτό από θηλυκές και αρσενικές δομές.
  Συνεπώς, η συγκεκριμένη έρευνα φαίνεται να διαψεύδει την εξαιρετικά διαδεδομένη κοινωνική -αλλά και επιστημονική- προκατάληψη ότι, εκ φύσεως, στον εγκέφαλό μας μπορούν να υπάρχουν είτε «ανδρικά» είτε «γυναικεία» μυαλά, αντίθετα, όπως φαίνεται, μπορούν κάλλιστα να συνυπάρχουν ετεροφυλετικά χαρακτηριστικά.
Επιστημονικά στερεότυπα και έμφυλες προκαταλήψεις
  Ποια ήταν η πρώτη αντίδραση της επιστημονικής κοινότητας απέναντι στα αντισυμβατικά συμπεράσματα αυτής της έρευνας; Οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν αυτά τα αποτελέσματα προβλέψιμα, δεδομένου ότι από καιρό ήταν γνωστό ότι οι κοινές σε όλους τους ανθρώπους και ανεξάρτητες φύλου νοητικές λειτουργίες απαιτούν την ύπαρξη κοινών εγκεφαλικών δομών.
  Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι αρκετοί επιφανείς ερευνητές διαφωνούν με την ερμηνεία της Ντάφνα Τζοέλ αυτών των δεδομένων.
  Για παράδειγμα, ο Αμερικανός νευροβιολόγος Larry Cahill, υποστηρίζει ότι οι στατιστικές αναλύσεις των δεδομένων ήταν «πειραγμένες» λόγω των φεμινιστικών προκαταλήψεων και πάσχουν από λήψη του δεδομένου, δηλαδή θεωρούν ως δεδομένο ή, ακόμη χειρότερα, ως αποδεδειγμένο το ζητούμενο.
Μια άλλη, πιο αντικειμενική, αντίρρηση διατυπώθηκε από τη Margaret M. McCarthy, κορυφαία Αμερικανίδα νευροεπιστήμονα, η οποία υποστήριξε ότι: «Το γεγονός ότι υπάρχει βιοποικιλότητα μεταξύ των ατόμων, όπως δείχνουν οι έρευνες της Ν. Τζοέλ, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιοχές του εγκεφάλου που, κατά μέσο όρο, είναι προγραμματισμένο να διαφοροποιηθούν στον εγκέφαλο των ανδρών σε σχέση με τον εγκέφαλο των γυναικών».
  Σε αυτές και σε άλλες εύλογες αντιρρήσεις η Ντάφνα Τζοέλ ανταπαντά ότι συμφωνεί με το γεγονός ότι οι γενετικές προδιαγραφές, οι ορμόνες και το περιβάλλον γεννούν όντως έμφυλες διαφοροποιήσεις στον ανθρώπινο εγκέφαλο.
  Συμφωνεί επίσης για το ότι, με δεδομένη την παρουσία επαρκών γενετικών πληροφοριών αναφορικά με ορισμένα ιδιαίτερα εγκεφαλικά χαρακτηριστικά, είναι εφικτό να προβλέψουμε, με αρκετά μεγάλη ακρίβεια, αν ο δεδομένος εγκέφαλος ανήκει σε άτομο αρσενικού ή θηλυκού γένους.
Αυτό που, όπως υποστηρίζει, σε καμία περίπτωση δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε είναι το αντίστροφο: παρατηρώντας δηλαδή έναν οποιοδήποτε άνδρα ή γυναίκα να προβλέψουμε την ακριβή ανατομική τοπογραφία και το βιοχημικό μικροπεριβάλλον των εγκεφαλικών δομών αυτού του ατόμου μόνο από το γεγονός ότι γνωρίζουμε το φύλο του!
  Παρά τις σφοδρές αντιδράσεις σε αυτή και άλλες παρόμοιες μελέτες για την ύπαρξη ή όχι έμφυλων εγκεφαλικών διαφορών στο είδος μας (άλλα και σε άλλα θηλαστικά), αυτό που θα έπρεπε να συγκρατήσουμε είναι μεγάλη και πολλαπλώς διαπιστωμένη ποικιλία των έμφυλων χαρακτηριστικών. Μια εξελικτικά επωφελής ποικιλομορφία, η οποία προφανώς επιλέχθηκε από τη φυσική επιλογή ως επιτυχημένη στρατηγική επιβίωσης και διαφοροποίησης του ανθρώπινου είδους σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, οικολογικό και κοινωνικό.
   Μέχρι πολύ πρόσφατα, το κυρίαρχο διφυλετικό μοντέλο επιχειρούσε να «εξηγήσει» τα ιδιαίτερα έμφυλα χαρακτηριστικά ή τις ιδιαίτερες ικανότητες των δύο φύλων, καθώς και τις διαχρονικές δυσκολίες των προσωπικών και κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες ως αποτέλεσμα όχι των κοινωνικών ανισοτήτων αλλά κάποιων βαθύτερων αλλά απροσδιόριστων βιολογικών διαφορών που υποτίθεται ότι σχετίζονται με την ιδιαίτερη εξέλιξη των φυλετικών γονιδίων ή\και των εγκεφάλων μας.
  Σύμφωνα με μια πολύ δημοφιλή μεταφορά: οι γυναίκες προέρχονται από τον πλανήτη Αφροδίτη ενώ οι άνδρες από τον Αρη. Σήμερα, αυτό το «εξηγητικό» σχήμα πρέπει να θεωρείται όχι μόνο κοινωνικά-ιστορικά άλλα και επιστημονικά ξεπερασμένο.   Μία επιπλέον χρησιμότητα, όμως, αυτών των ερευνών επισημάνθηκε από τον Βρετανό ψυχίατρο Μάικλ Μπλούμφιλντ (Michael Bloomfield), καθηγητή στο University College London, ο οποίος δήλωσε ότι πρέπει να κατανοήσουμε βαθύτερα τις εγκεφαλικές ομοιότητες και τις διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλές ασθένειες που ενώ σχετίζονται άμεσα με τα ιδιαίτερα έμφυλα χαρακτηριστικά μας, δεν γνωρίζουμε ούτε το πώς ούτε και το γιατί συμβαίνει αυτό.
  Η βαθύτερη κατανόηση των εγκεφαλικών μηχανισμών που, μαζί με το περιβάλλον, συνδιαμορφώνουν τη φυλετική μας διαφοροποίηση, θα μπορούσε, στο άμεσο μέλλον, να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερες θεραπείες των παθήσεων που σχετίζονται με το φύλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου