Στην Ελλάδα αγωνιούμε -ευλόγως- για την κατάληξη της
διαπραγμάτευσης, όμως την ίδια στιγμή εξελίσσεται ένα ακόμη κρίσιμο
διεθνές παιχνίδι, που ενδέχεται να καθορίσει την ίδια τη βιωσιμότητα του
πλανήτη
Στην εγχώρια επικαιρότητα κυριαρχεί (και ευλόγως) η πορεία
της διαπραγμάτευσης, με την Αθήνα να δίνει μάχη για να κλείσει μέσα στο
Μάιο μία συμφωνία όσο το δυνατόν λιγότερο καταστροφική. Όμως μία από τις
πιο σημαντικές ειδήσεις ήρθε την ώρα που γιορτάζαμε το Πάσχα και αφορά
στη διαρροή του σχεδίου για την ευρωατλαντική συμφωνία ελεύθερων
συναλλαγών (Transatlantic Trade and Investment Partnership – TTIP).
Η συμφωνία, που συζητείται εν κρυπτώ για δύο χρόνια, ανοίγει τον δρόμο στις ιδιωτικές επιχειρήσεις να αναλάβουν οποιονδήποτε τομέα δημοσίων
υπηρεσιών επιθυμούν, στοχεύει στη διευκόλυνση των άμεσων επενδύσεων, επιτρέπει σε ιδιωτικές εταιρείες να κινούνται δικαστικά εναντίον κρατών για την ακύρωση προστατευτικών μέτρων και θεωρείται ο δούρειος ίππος για την εισαγωγή των μεταλλαγμένων στην Ευρώπη.
Η συμφωνία, που συζητείται εν κρυπτώ για δύο χρόνια, ανοίγει τον δρόμο στις ιδιωτικές επιχειρήσεις να αναλάβουν οποιονδήποτε τομέα δημοσίων
υπηρεσιών επιθυμούν, στοχεύει στη διευκόλυνση των άμεσων επενδύσεων, επιτρέπει σε ιδιωτικές εταιρείες να κινούνται δικαστικά εναντίον κρατών για την ακύρωση προστατευτικών μέτρων και θεωρείται ο δούρειος ίππος για την εισαγωγή των μεταλλαγμένων στην Ευρώπη.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η αμερικανική πλευρά ζητά, για να
υπάρχουν ρυθμίσεις προστασίας των ανθρώπων και του περιβάλλοντος, να
έχουν πρώτα προκύψει επιστημονικά στοιχεία για την αναγκαιότητα τους.
Δηλαδή πρώτα να έχουν εκτεθεί οι άνθρωποι και το περιβάλλον σε ένα
προϊόν και εάν αποδειχθεί επικίνδυνο, να ζητηθεί η απόσυρση του.
Αντίθετα η ευρωπαϊκή νομοθεσία REACH εναποθέτει στον κατασκευαστή την
ευθύνη να αποδείξει ότι το προϊόν του δεν είναι επιβλαβές, για να του
επιτραπεί να το κυκλοφορήσει στην αγορά (no data, no market).
Η ΕΕ υιοθέτησε τέτοιους νόμους, πρώτον για να προστατέψει τα ευρωπαϊκά προϊόντα και δεύτερον χάρη στην πίεση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.
Οι πιέσεις όμως οικονομικών συμφερόντων από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι πολύ ισχυρές. Η Süddeutsche Zeitung αποκάλυψε ότι οι ΗΠΑ απειλούν με μποϊκοτάζ τις ευρωπαϊκές εξαγωγές αυτοκινήτων, ώστε να επιβάλουν στην Ευρώπη να εισάγει περισσότερα αμερικανικά αγροτικά προϊόντα. Η Γαλλία, που δεν έχει πλέον αξιόλογη αυτοκινητοβιομηχανία, στηρίζεται όμως στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και ιδιαίτερα στα προϊόντα με ονομασία προέλευσης, απειλεί να μπλοκάρει τη συμφωνία. Στη Γερμανία, όπου σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης έχει ιδιαίτερη ευαισθησία σε περιβαλλοντικά θέματα, πολίτες κινούνται κατά της κυβέρνησης για να εμποδίσουν οποιαδήποτε συζήτηση “κάτω από το τραπέζι”.
Οι υπερασπιστές της ΤΤΙΡ υποστηρίζουν ότι διαφορετικά ΗΠΑ και Ευρώπη δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την απειλή της Κίνας, η οποία κατακλύζει τις παγκόσμιες αγορές με προϊόντα χαμηλού κόστους, λόγω του μηδενικού της σεβασμού σε εργατικά δικαιώματα, προστασία του περιβάλλοντος και ασφάλεια της παραγωγής. Και η απάντηση τους είναι να γίνουν ΗΠΑ και Ευρώπη, ίδιοι με τον ανταγωνιστή.
Αυτή δεν μπορεί να είναι όμως η απάντηση των σκεπτόμενων Ευρωπαίων πολιτών και των εχόντων ένστικτο πολιτικής επιβίωσης Ευρωπαίων πολιτικών.
Η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να παίξει κρίσιμο ρόλο σε αυτό το παιχνίδι -φευ, εδώ δεν μπορούμε να καθορίσουμε τη διαπραγμάτευση για τη δική μας τύχη- όμως η φωνή της πρέπει να ταχθεί μαζί με τις υπόλοιπες φωνές λογικής στην Ευρώπη.
*H Βίκυ Σαμαρά, είναι αρχισυντάκτρια του Πολιτικού Τμήματος του NEWS 247
Η ΕΕ υιοθέτησε τέτοιους νόμους, πρώτον για να προστατέψει τα ευρωπαϊκά προϊόντα και δεύτερον χάρη στην πίεση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.
Οι πιέσεις όμως οικονομικών συμφερόντων από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι πολύ ισχυρές. Η Süddeutsche Zeitung αποκάλυψε ότι οι ΗΠΑ απειλούν με μποϊκοτάζ τις ευρωπαϊκές εξαγωγές αυτοκινήτων, ώστε να επιβάλουν στην Ευρώπη να εισάγει περισσότερα αμερικανικά αγροτικά προϊόντα. Η Γαλλία, που δεν έχει πλέον αξιόλογη αυτοκινητοβιομηχανία, στηρίζεται όμως στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και ιδιαίτερα στα προϊόντα με ονομασία προέλευσης, απειλεί να μπλοκάρει τη συμφωνία. Στη Γερμανία, όπου σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης έχει ιδιαίτερη ευαισθησία σε περιβαλλοντικά θέματα, πολίτες κινούνται κατά της κυβέρνησης για να εμποδίσουν οποιαδήποτε συζήτηση “κάτω από το τραπέζι”.
Οι υπερασπιστές της ΤΤΙΡ υποστηρίζουν ότι διαφορετικά ΗΠΑ και Ευρώπη δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την απειλή της Κίνας, η οποία κατακλύζει τις παγκόσμιες αγορές με προϊόντα χαμηλού κόστους, λόγω του μηδενικού της σεβασμού σε εργατικά δικαιώματα, προστασία του περιβάλλοντος και ασφάλεια της παραγωγής. Και η απάντηση τους είναι να γίνουν ΗΠΑ και Ευρώπη, ίδιοι με τον ανταγωνιστή.
Αυτή δεν μπορεί να είναι όμως η απάντηση των σκεπτόμενων Ευρωπαίων πολιτών και των εχόντων ένστικτο πολιτικής επιβίωσης Ευρωπαίων πολιτικών.
Η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να παίξει κρίσιμο ρόλο σε αυτό το παιχνίδι -φευ, εδώ δεν μπορούμε να καθορίσουμε τη διαπραγμάτευση για τη δική μας τύχη- όμως η φωνή της πρέπει να ταχθεί μαζί με τις υπόλοιπες φωνές λογικής στην Ευρώπη.
*H Βίκυ Σαμαρά, είναι αρχισυντάκτρια του Πολιτικού Τμήματος του NEWS 247
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου