Επί τρία και πλέον
δισεκατομμύρια χρόνια κάθε μορφή ζωής πάνω στη Γη
επιβιώνει και εξελίσσεται καταφεύγοντας στα πιο δόλια και παραπλανητικά τεχνάσματα.
Η φυσική επιλογή εξυφαίνοντας τις πιο σατανικές δολοπλοκίες καταφέρνει να συντηρεί, μέσω της ποικιλομορφίας, τις ασταθείς ισορροπίες, τις περίπλοκες ανταγωνιστικές-συνεργατικές σχέσεις, τόσο μεταξύ των ατόμων του ίδιου είδους όσο και ανάμεσα στα διαφορετικά ζωικά και φυτικά είδη.
Οπως επισημαίνει στο βιβλίο του «Η μωρία των ανοήτων» ο Robert Trivers, κορυφαίος εξελικτικός βιολόγος και πρωτοπόρος στην επιστημονική έρευνα των φαινομένων της εξαπάτησης: «Εχει έρθει πια ο καιρός να διατυπωθεί, υπό το πρίσμα της εξελικτικής σκέψης, μια γενική θεωρία για την εξαπάτηση και την αυτοεξαπάτηση, η οποία να ισχύει για όλα τα είδη και, κατά κύριο λόγο, για το δικό μας». Γιατί άραγε, εμείς οι άνθρωποι είμαστε παθιασμένοι ψεύτες, ακόμη και απέναντι στον εαυτό μας;
Με αφορμή την έκδοση αυτού του βιβλίου θα παρουσιάσουμε το φλέγον επιστημονικό και κοινωνικό πρόβλημα της εξαπάτησης και της αυτοεξαπάτησης.
Kάθε μορφή ζωής, από τους απλούς μονοκύτταρους οργανισμούς μέχρι τα πολύπλοκα πρωτεύοντα θηλαστικά, για να επιβιώσει και να αναπαραχθεί οφείλει να επινοεί παραπλανητικές συμπεριφορές και ψέματα. Μάλιστα, όσο πιο εξελιγμένος και πολύπλοκος είναι ο οργανισμός τόσο πιο περίπλοκες είναι οι συμπεριφορές εξαπάτησης που υιοθετεί.
Αυτά τα «ψεύδη» δεν εκφράζονται λεκτικά, όπως στην περίπτωση των ανθρώπων, αλλά με σωματικές προσαρμογές και αλλαγές της συμπεριφοράς οι οποίες είναι απολύτως νόμιμες στον αδυσώπητο ανταγωνισμό μεταξύ θηρευτών και θηραμάτων.
Πρόκειται, κυριολεκτικά, για μια κούρσα για την απόκτηση σωματικών εξοπλισμών και συμπεριφορικών στρατηγικών η οποία ανανεώνεται διαρκώς ώστε να διατηρείται σε ισορροπία η αμοιβαία εξάρτηση μεταξύ θηρευτών και θηραμάτων.
Ετσι, η εμφάνιση νέων επιθετικών ή θηρευτικών συμπεριφορών γεννά αμυντικές ή αντιθηρευτικές απαντήσεις και το αντίστροφο: η βελτίωση των αντιθηρευτικών στρατηγικών οδηγεί αναπόφευκτα στη εξέλιξη νέων θηρευτικών πρακτικών. Πρόκειται για το διαχρονικό και καθολικό φαινόμενο της «συνεξέλιξης» το οποίο, τελικά, ευνοεί την ανάπτυξη της εξαπάτησης στον έμβιο κόσμο.
Η κόκκινη βασίλισσα είναι ένα σκακιστικό πιόνι, μια διασκεδαστική φιγούρα που επινόησε ο Λουίς Κάρολ στο βιβλίο του «Η Αλίκη μέσα από τον καθρέφτη».
Οπως εξηγεί η κόκκινη βασίλισσα στην Αλίκη: στον μαγικό κόσμο όπου βρίσκεσαι πρέπει να τρέχεις συνεχώς αν θέλεις να παραμείνεις στην ίδια θέση, ενώ αν θέλεις να αλλάξεις θέση πρέπει να τρέξεις δύο φορές πιο γρήγορα.
Από ό,τι φαίνεται, αυτή η παραμυθένια «αρχή» ισχύει εξίσου και για την επιβίωση των ειδών κατά τη βιολογική εξέλιξη! Τα μέλη ενός είδους για να επιβιώσουν σε ένα αέναα μεταβαλλόμενο βιολογικό και οικολογικό περιβάλλον οφείλουν διαρκώς να προσαρμόζονται.
Πράγματι, θηρευτές και θηράματα για να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν προσαρμόζουν συνεχώς τις σωματικές και συμπεριφορικές τους ικανότητες.
Σε κάθε βελτίωση των οπτικών, ακουστικών ή οσφρητικών ικανοτήτων του θηρευτή, τα θηράματα απαντούν τελειοποιώντας τους κρυπτικούς και αποτρεπτικούς μηχανισμούς που διαθέτουν και τροποποιώντας τη συμπεριφορά τους ώστε να παραπλανούν ή να καμουφλάρονται καλύτερα.
Κάθε εξαπατητική προσαρμογή συνοδεύεται από αντιεξαπατητικά μέτρα που αποβλέπουν στην ανίχνευση της απάτης. Αντίθετα με ό,τι πιστεύουμε, αυτή η συνεξελικτική διαδικασία δεν ισχύει μόνο για τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά παρατηρείται ακόμη και στις πιο στοιχειώδεις μορφές ζωής.
Για παράδειγμα, στις πεταλούδες και τα φίδια υπάρχουν μερικά είδη που είναι δηλητηριώδη και δύσγευστα για τους θηρευτές, τους οποίους και προειδοποιούν με τα έντονα χρώματα του σώματός τους για τον κίνδυνο που διατρέχουν αν τα φάνε.
Η αποτελεσματικότητα αυτής της αμυντικής στρατηγικής οδήγησε διαφορετικά είδη εύγευστων πεταλούδων ή μη δηλητηριωδών ερπετών να μιμηθούν την εμφάνιση, δηλαδή τα φαινοτυπικά γνωρίσματα, των επικίνδυνων για τους θηρευτές ειδών.
Επίσης οι μονοκύτταροι μικροβιακοί οργανισμοί και οι ιοί καταφεύγουν σε ανάλογες εξαπατητικές στρατηγικές βιοχημικού καμουφλάζ για να εισβάλλουν στον οργανισμό των ξενιστών τους. Οι οποίοι, ως απάντηση σε αυτή την εξαπάτηση, αναπτύσσουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα που αντιμετωπίζει λίγο-πολύ αποτελεσματικά τους μικροβιακούς εισβολείς.
Μελετώντας τα πολυάριθμα δόλια τεχνάσματα για την επιβίωση των οργανισμών μέσω εξαπάτησης, οι εξελικτικοί βιολόγοι, ανοσολόγοι, ηθολόγοι και βιοανθρωπολόγοι κατέληξαν στον καθολικό «κανόνα της συνεξέλιξης»: ο απατεώνας και ο απατώμενος, ο θύτης και το θύμα εγκλωβίζονται σε ένα κοινό συνεξελικτικό παιχνίδι που στηρίζεται στις αμοιβαίες προσαρμογές των δύο παικτών.
Δεν πρόκειται όμως για έναν κλειστό και αδιέξοδο φαύλο κύκλο αλλά, αντίθετα, για έναν ανοιχτό στις αλλαγές και αμφίδρομο «βρόχο ανάδρασης» που προάγει την εξέλιξη της ζωής στον πλανήτη μας. Μια εξέλιξη που δεν είναι ούτε προσχεδιασμένη ούτε τελεολογική αλλά, όπως θα έλεγε και ο μεγάλος μοριακός βιολόγος Ζακ Μονό, ένα άσκοπο παιχνίδι «τύχης και αναγκαιότητας».
Κάθε οργανισμός αντιμετωπίζει το δίλημμα: να εξαπατά ή να
εξαπατάται. Οταν συμβαίνει το πρώτο επιβιώνει, ενώ όταν συμβαίνει το
δεύτερο το πληρώνει συνήθως με τη ζωή του.
Ολα τα έμβια όντα μπορούν να εξαπατούν ή να εξαπατώνται και είναι
γενετικά προγραμματισμένα για να το κάνουν! Επομένως, οι άνθρωποι δεν
είναι το μοναδικό ζωικό είδος που καταφεύγει συστηματικά στην εξαπάτηση.
Αυτό ίσως φαίνεται να δικαιώνει ή και να νομιμοποιεί επιστημονικά τη
λειτουργία του ψεύδους στις ανθρώπινες κοινωνίες. Ομως αυτό δεν ισχύει.
Δυστυχώς, για τους κατ’ επάγγελμα ή τους «εκ φύσεως» απατεώνες και αθεράπευτους ψεύτες, αυτές οι επιστημονικές ανακαλύψεις δεν τους δικαιώνουν καθόλου. Διότι, αντίθετα με τους ανθρώπους και τα αλλά πρωτεύοντα, τα περισσότερα ζωικά είδη ακολουθούν απαράβατα τον κανόνα: ποτέ μην εξαπατάς, εκ προθέσεως, τον εαυτό σου.
Πράγματι, η αναπτυγμένη ικανότητά μας να εξαπατάμε τους άλλους και κυρίως τον ίδιο μας τον εαυτό (αυτοεξαπάτηση) είναι το προϊόν του υπερβολικά μεγάλου και εξελιγμένου εγκεφάλου μας που είναι σε θέση όχι μόνο να δημιουργεί σύνθετες κοινωνικές σχέσεις, αλλά και να διαμορφώνει προσωπικές-ιδιωτικές συμπεριφορές.
Οι πολυάριθμες και αξιοθαύμαστες στρατηγικές εξαπάτησης στο ζωικό βασίλειο δεν σχεδιάζονται μεροληπτικά αλλά εκτελούνται αυτομάτως, χωρίς καμιά συνειδητή πρόθεση.
Ακόμα και όταν μια ομάδα από εκατοντάδες μικροσκοπικά κολεόπτερα συντονίζουν τις ενέργειές τους για να σχηματίσουν ένα πιστό ομοίωμα μέλισσας ή όταν ένα χταπόδι χρησιμοποιεί τα χρωματοφόρα κύτταρα που υπάρχουν στο δέρμα του για να προσαρμοστεί πλήρως στο φυσικό υπόβαθρο του βυθού και να γίνεται αόρατο στους θηρευτές του δεν το κάνουν ποτέ με πρόθεση να εξαπατήσουν.
Αν, όπως είπαμε, η βιολογική εξέλιξη μέσω της φυσικής επιλογής δεν είναι τελεολογική, δηλαδή δεν αποτελεί προϊόν ενός σκόπιμου σχεδιασμού από τον Θεό ή τη φύση, τότε η ανθρώπινη αυτοεξαπάτηση δεν είναι το υποχρεωτικό και αναπόφευκτο προϊόν ενός βιολογικού δήθεν προσχεδιασμού.
Και όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, σε μια εποχή γενικευμένης εξαπάτησης μόνο η συνειδητοποίηση της ανάγκης μας να εξαπατάμε τον εαυτό μας μπορεί να εγγυηθεί ένα βιώσιμο μέλλον για το είδος μας.
μτφρ. Παναγιώτης Δεληβοριάς, εκδ. «Κάτοπτρο», σελ. 600
Κυκλοφόρησε, άριστα μεταφρασμένο και επιμελημένο, το αξιόλογο και προκλητικό βιβλίο «Η μωρία των ανοήτων».
Στις σελίδες του ο κορυφαίος Αμερικανός εξελικτικός βιοανθρωπολόγος
Ρόμπερτ Τρίβερς (Robert Trivers) αναζητά μια αυστηρά επιστημονική
εξήγηση στο ερώτημα γιατί η βιολογική εξέλιξη επέλεξε και ευνόησε την
παρουσία της εξαπάτησης και της αυτοεξαπάτησης όχι μόνο στη ζωή των
ανθρώπων αλλά σε κάθε μορφή ζωής.
Ειδικότερα το ανθρώπινο είδος, λόγω της αναπτυγμένης νοημοσύνης και των γλωσσικών ικανοτήτων του, περιγράφεται ως ο πρωταθλητής στην αυτοεξαπάτηση.
Πράγματι, ο άνθρωπος είναι ο τέλειος ψεύτης: εξαπατά συστηματικά όχι μόνο τους συνανθρώπους του αλλά και τον ίδιο τον εαυτό του. Ο κάθε άνθρωπος έχει εγγενώς την τάση να πιστεύει ότι είναι ο πιο όμορφος, ο πιο έξυπνος, ο πιο ευαίσθητος, ο πιο εργατικός ή αποτελεσματικός από τους άλλους.
Συμβαίνει παντού και διαχρονικά: από τις προσωπικές ερωτικές ή τις διανθρώπινες σχέσεις μέχρι τις διεθνείς σχέσεις και τις πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των λαών, οι άνθρωποι επιδεικνύουν μια εντυπωσιακή ικανότητα να αυτοεξαπατώνται και άρα να εξαπατούν τους άλλους. Γιατί όπως υποστηρίζει ο Trivers: «Στο ανθρώπινο είδος, η εξαπάτηση και η αυτοεξαπάτηση αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος».
Προφανώς, μια τόσο καθολική και πανταχού παρούσα συμπεριφορά επιλέχθηκε από τη βιολογική εξέλιξη επειδή αποφέρει κάποια σαφή πλεονεκτήματα στον ψεύτη.
Στόχος αυτού του βιβλίου είναι να διερευνηθούν, κατά το δυνατόν αντικειμενικά, όχι απλώς τα «πλεονεκτήματα» αλλά και το υψηλό «κόστος» της αυτοεξαπάτησης.
«Εγραψα το παρόν βιβλίο έχοντας κατά νου μια συγκεκριμένη λογική σειρά. Στην αρχή αναπτύσσω την εξελικτική λογική και παρουσιάζω μια συνοπτική ανασκόπηση της εξαπάτησης στη Φύση.
»Κατόπιν πραγματεύομαι, κατά σειρά, τα νευροφυσιολογικά χαρακτηριστικά της εξαπάτησης, την επαγόμενη αυτοεξαπάτηση, τα απατηλά φαινόμενα στην οικογένεια και στις σχέσεις των δύο φύλων, τις ανοσολογικές και κοινωνικοψυχολογικές προεκτάσεις της αυτοεξαπάτησης και την επίδρασή της στην καθημερινή ζωή και στις ποικίλες εκφάνσεις της, μεταξύ των οποίων στα αεροπορικά και στα διαστημικά δυστυχήματα, στα αναληθή ιστορικά αφηγήματα, στον πόλεμο, στη θρησκεία και στις κοινωνικές επιστήμες.
«Και κλείνω με μερικές σκέψεις σχετικά με το πώς μπορούμε να αντιπαλέψουμε την αυτοεξαπάτηση στην προσωπική μας ζωή», όπως περιγράφει ο ίδιος ο Τρίβερς αυτό το ευγενικό και φιλόδοξο συγγραφικό του εγχείρημα.
Στα κεφάλαια αυτού του πραγματικά εντυπωσιακού δοκιμίου ο συγγραφέας, πρωτοπόρος ερευνητής και διεθνούς κύρους βιοανθρωπολόγος με προοδευτικές κοινωνικοπολιτικές και ηθικές ευαισθησίες, παρουσιάζει με τρόπο γοητευτικό τις επικρατέστερες σήμερα γενετικές, νευροψυχολογικές και ανθρωπολογικές εξηγήσεις του φαινομένου της εξαπάτησης.
Υποστηρίζει μάλιστα προκλητικά ότι η εξαπάτηση είναι ο αποτελεσματικότερος και, φαινομενικά, ο «οικονομικότερος» τρόπος επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων οι οποίοι, τόσο από γενετική όσο και από νευροβιολογική άποψη, έχουν την εγγενή προδιάθεση να... αυτοεξαπατώνται.
Ενα σπουδαίο (επιστημονικά) και επίκαιρο (πολιτικά) κείμενο για τις βιολογικές προϋποθέσεις και τις ψυχολογικές λειτουργίες της διαχρονικής μας ανάγκης να εξαπατάμε όχι μόνο τους άλλους αλλά κυρίως τον ίδιο μας τον εαυτό.
N. B. Davies J. R. Krebs, S. A. West, Εισαγωγή στη συμπεριφορική οικολογία
μτφρ. Μπόνη Μαρίλη, επμ. Α. Οικονόμου, Ρ. Μητούλα, εκδ. «Παρισιάνου», σελ. 544
«Η πολυαναμενόμενη νέα έκδοση αυτού του κλασικού βιβλίου είναι
γεγονός, δίνοντας νέες κατευθύνσεις στη σκέψη και απαντώντας σε φλέγοντα
ερωτήματα.
Ενσωματώνοντας πολλά στοιχεία από την πρόοδο που συντελέστηκε σε άλλα
πεδία, όπως η αισθητηριακή φυσιολογία, η γενετική και η εξελικτική
θεωρία, σηματοδοτεί την ανάδυση της συμπεριφορικής οικολογίας ως πλήρως
αναπτυγμένου επιστημονικού κλάδου…
Πρόκειται για ένα θαυμάσιο βιβλίο, γραμμένο με διαυγέστατο ύφος. Απαραίτητο ανάγνωσμα για τους επιστήμονες του πεδίου, συνιστά παράλληλα και αστείρευτη πηγή γνώσεων για όσους ενδιαφέρονται για την εξέλιξη και τη συμπεριφορά», σημειώνει εύστοχα στην εκτενή βιβλιοκριτική που έγραψε ο Manfred Milinski στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nature.
Θεωρείται διεθνώς ένα πολύ σημαντικό βιβλίο επειδή βοήθησε στην παρουσίαση και την αυστηρή οριοθέτηση του πεδίου της συμπεριφορικής οικολογίας.
Στην παρούσα τέταρτη έκδοσή του, η οποία μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, εξαιρετικά μεταφρασμένη και επιμελημένη, το κείμενο αναθεωρήθηκε πλήρως από τους συγγραφείς, ενώ παράλληλα πρόσθεσαν νέα κεφάλαια και πολλές νέες εικόνες και έγχρωμες φωτογραφίες.
Το θέμα του είναι η επίδραση της φυσικής επιλογής στη ζωική συμπεριφορά -ο αγώνας ενός ζώου να επιβιώσει και να αναπαραχθεί εκμεταλλευόμενο πόρους και ανταγωνιζόμενο γι’ αυτούς, αποφεύγοντας τους θηρευτές, επιλέγοντας συντρόφους και φροντίζοντας τους απογόνους του- και το πώς οι κοινωνίες των ζώων αντανακλούν τόσο τη συνεργασία όσο και τη σύγκρουση μεταξύ ατόμων.
Με ύφος διαυγές οι συγγραφείς εισάγουν τον αναγνώστη στις πλέον σύγχρονες επιστημονικές έννοιες και θεωρητικές ιδέες χρησιμοποιώντας πολυάριθμα παραδείγματα από τους μικροοργανισμούς, τα ασπόνδυλα και τα σπονδυλωτά. Υπάρχουν χωρία εντός πλαισίων για συγκεκριμένα θέματα, ενώ οι σημειώσεις στο περιθώριο της σελίδας καθοδηγούν τον αναγνώστη.
Το βιβλίο αποτελεί μια από τις καλύτερες εισαγωγές που έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα για τη συμπεριφορική οικολογία. Ενα πολύ ενδιαφέρον διεπιστημονικό πεδίο έρευνας που επιχειρεί να ενοποιήσει τα επιμέρους πεδία της ηθολογίας, της γενετικής συμπεριφορικής με τις αρχές της εξελικτικής βιολογίας.
επιβιώνει και εξελίσσεται καταφεύγοντας στα πιο δόλια και παραπλανητικά τεχνάσματα.
Η φυσική επιλογή εξυφαίνοντας τις πιο σατανικές δολοπλοκίες καταφέρνει να συντηρεί, μέσω της ποικιλομορφίας, τις ασταθείς ισορροπίες, τις περίπλοκες ανταγωνιστικές-συνεργατικές σχέσεις, τόσο μεταξύ των ατόμων του ίδιου είδους όσο και ανάμεσα στα διαφορετικά ζωικά και φυτικά είδη.
Οπως επισημαίνει στο βιβλίο του «Η μωρία των ανοήτων» ο Robert Trivers, κορυφαίος εξελικτικός βιολόγος και πρωτοπόρος στην επιστημονική έρευνα των φαινομένων της εξαπάτησης: «Εχει έρθει πια ο καιρός να διατυπωθεί, υπό το πρίσμα της εξελικτικής σκέψης, μια γενική θεωρία για την εξαπάτηση και την αυτοεξαπάτηση, η οποία να ισχύει για όλα τα είδη και, κατά κύριο λόγο, για το δικό μας». Γιατί άραγε, εμείς οι άνθρωποι είμαστε παθιασμένοι ψεύτες, ακόμη και απέναντι στον εαυτό μας;
Με αφορμή την έκδοση αυτού του βιβλίου θα παρουσιάσουμε το φλέγον επιστημονικό και κοινωνικό πρόβλημα της εξαπάτησης και της αυτοεξαπάτησης.
Kάθε μορφή ζωής, από τους απλούς μονοκύτταρους οργανισμούς μέχρι τα πολύπλοκα πρωτεύοντα θηλαστικά, για να επιβιώσει και να αναπαραχθεί οφείλει να επινοεί παραπλανητικές συμπεριφορές και ψέματα. Μάλιστα, όσο πιο εξελιγμένος και πολύπλοκος είναι ο οργανισμός τόσο πιο περίπλοκες είναι οι συμπεριφορές εξαπάτησης που υιοθετεί.
Αυτά τα «ψεύδη» δεν εκφράζονται λεκτικά, όπως στην περίπτωση των ανθρώπων, αλλά με σωματικές προσαρμογές και αλλαγές της συμπεριφοράς οι οποίες είναι απολύτως νόμιμες στον αδυσώπητο ανταγωνισμό μεταξύ θηρευτών και θηραμάτων.
Πρόκειται, κυριολεκτικά, για μια κούρσα για την απόκτηση σωματικών εξοπλισμών και συμπεριφορικών στρατηγικών η οποία ανανεώνεται διαρκώς ώστε να διατηρείται σε ισορροπία η αμοιβαία εξάρτηση μεταξύ θηρευτών και θηραμάτων.
Ετσι, η εμφάνιση νέων επιθετικών ή θηρευτικών συμπεριφορών γεννά αμυντικές ή αντιθηρευτικές απαντήσεις και το αντίστροφο: η βελτίωση των αντιθηρευτικών στρατηγικών οδηγεί αναπόφευκτα στη εξέλιξη νέων θηρευτικών πρακτικών. Πρόκειται για το διαχρονικό και καθολικό φαινόμενο της «συνεξέλιξης» το οποίο, τελικά, ευνοεί την ανάπτυξη της εξαπάτησης στον έμβιο κόσμο.
Οι πανουργίες της συνεξέλιξης
Αυτή η εικόνα της βιολογικής επιβίωσης ως ακατάπαυστης προσαρμογής σε ένα αέναα μεταβαλλόμενο περιβάλλον περιγράφεται συνήθως από τους εξελικτικούς βιολόγους ως η θεωρία της «κόκκινης βασίλισσας».Η κόκκινη βασίλισσα είναι ένα σκακιστικό πιόνι, μια διασκεδαστική φιγούρα που επινόησε ο Λουίς Κάρολ στο βιβλίο του «Η Αλίκη μέσα από τον καθρέφτη».
Οπως εξηγεί η κόκκινη βασίλισσα στην Αλίκη: στον μαγικό κόσμο όπου βρίσκεσαι πρέπει να τρέχεις συνεχώς αν θέλεις να παραμείνεις στην ίδια θέση, ενώ αν θέλεις να αλλάξεις θέση πρέπει να τρέξεις δύο φορές πιο γρήγορα.
Από ό,τι φαίνεται, αυτή η παραμυθένια «αρχή» ισχύει εξίσου και για την επιβίωση των ειδών κατά τη βιολογική εξέλιξη! Τα μέλη ενός είδους για να επιβιώσουν σε ένα αέναα μεταβαλλόμενο βιολογικό και οικολογικό περιβάλλον οφείλουν διαρκώς να προσαρμόζονται.
Πράγματι, θηρευτές και θηράματα για να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν προσαρμόζουν συνεχώς τις σωματικές και συμπεριφορικές τους ικανότητες.
Σε κάθε βελτίωση των οπτικών, ακουστικών ή οσφρητικών ικανοτήτων του θηρευτή, τα θηράματα απαντούν τελειοποιώντας τους κρυπτικούς και αποτρεπτικούς μηχανισμούς που διαθέτουν και τροποποιώντας τη συμπεριφορά τους ώστε να παραπλανούν ή να καμουφλάρονται καλύτερα.
Κάθε εξαπατητική προσαρμογή συνοδεύεται από αντιεξαπατητικά μέτρα που αποβλέπουν στην ανίχνευση της απάτης. Αντίθετα με ό,τι πιστεύουμε, αυτή η συνεξελικτική διαδικασία δεν ισχύει μόνο για τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά παρατηρείται ακόμη και στις πιο στοιχειώδεις μορφές ζωής.
Για παράδειγμα, στις πεταλούδες και τα φίδια υπάρχουν μερικά είδη που είναι δηλητηριώδη και δύσγευστα για τους θηρευτές, τους οποίους και προειδοποιούν με τα έντονα χρώματα του σώματός τους για τον κίνδυνο που διατρέχουν αν τα φάνε.
Η αποτελεσματικότητα αυτής της αμυντικής στρατηγικής οδήγησε διαφορετικά είδη εύγευστων πεταλούδων ή μη δηλητηριωδών ερπετών να μιμηθούν την εμφάνιση, δηλαδή τα φαινοτυπικά γνωρίσματα, των επικίνδυνων για τους θηρευτές ειδών.
Επίσης οι μονοκύτταροι μικροβιακοί οργανισμοί και οι ιοί καταφεύγουν σε ανάλογες εξαπατητικές στρατηγικές βιοχημικού καμουφλάζ για να εισβάλλουν στον οργανισμό των ξενιστών τους. Οι οποίοι, ως απάντηση σε αυτή την εξαπάτηση, αναπτύσσουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα που αντιμετωπίζει λίγο-πολύ αποτελεσματικά τους μικροβιακούς εισβολείς.
Μελετώντας τα πολυάριθμα δόλια τεχνάσματα για την επιβίωση των οργανισμών μέσω εξαπάτησης, οι εξελικτικοί βιολόγοι, ανοσολόγοι, ηθολόγοι και βιοανθρωπολόγοι κατέληξαν στον καθολικό «κανόνα της συνεξέλιξης»: ο απατεώνας και ο απατώμενος, ο θύτης και το θύμα εγκλωβίζονται σε ένα κοινό συνεξελικτικό παιχνίδι που στηρίζεται στις αμοιβαίες προσαρμογές των δύο παικτών.
Δεν πρόκειται όμως για έναν κλειστό και αδιέξοδο φαύλο κύκλο αλλά, αντίθετα, για έναν ανοιχτό στις αλλαγές και αμφίδρομο «βρόχο ανάδρασης» που προάγει την εξέλιξη της ζωής στον πλανήτη μας. Μια εξέλιξη που δεν είναι ούτε προσχεδιασμένη ούτε τελεολογική αλλά, όπως θα έλεγε και ο μεγάλος μοριακός βιολόγος Ζακ Μονό, ένα άσκοπο παιχνίδι «τύχης και αναγκαιότητας».
Η στρατηγική του ψεύδους
Δυστυχώς, για τους κατ’ επάγγελμα ή τους «εκ φύσεως» απατεώνες και αθεράπευτους ψεύτες, αυτές οι επιστημονικές ανακαλύψεις δεν τους δικαιώνουν καθόλου. Διότι, αντίθετα με τους ανθρώπους και τα αλλά πρωτεύοντα, τα περισσότερα ζωικά είδη ακολουθούν απαράβατα τον κανόνα: ποτέ μην εξαπατάς, εκ προθέσεως, τον εαυτό σου.
Πράγματι, η αναπτυγμένη ικανότητά μας να εξαπατάμε τους άλλους και κυρίως τον ίδιο μας τον εαυτό (αυτοεξαπάτηση) είναι το προϊόν του υπερβολικά μεγάλου και εξελιγμένου εγκεφάλου μας που είναι σε θέση όχι μόνο να δημιουργεί σύνθετες κοινωνικές σχέσεις, αλλά και να διαμορφώνει προσωπικές-ιδιωτικές συμπεριφορές.
Οι πολυάριθμες και αξιοθαύμαστες στρατηγικές εξαπάτησης στο ζωικό βασίλειο δεν σχεδιάζονται μεροληπτικά αλλά εκτελούνται αυτομάτως, χωρίς καμιά συνειδητή πρόθεση.
Ακόμα και όταν μια ομάδα από εκατοντάδες μικροσκοπικά κολεόπτερα συντονίζουν τις ενέργειές τους για να σχηματίσουν ένα πιστό ομοίωμα μέλισσας ή όταν ένα χταπόδι χρησιμοποιεί τα χρωματοφόρα κύτταρα που υπάρχουν στο δέρμα του για να προσαρμοστεί πλήρως στο φυσικό υπόβαθρο του βυθού και να γίνεται αόρατο στους θηρευτές του δεν το κάνουν ποτέ με πρόθεση να εξαπατήσουν.
Αν, όπως είπαμε, η βιολογική εξέλιξη μέσω της φυσικής επιλογής δεν είναι τελεολογική, δηλαδή δεν αποτελεί προϊόν ενός σκόπιμου σχεδιασμού από τον Θεό ή τη φύση, τότε η ανθρώπινη αυτοεξαπάτηση δεν είναι το υποχρεωτικό και αναπόφευκτο προϊόν ενός βιολογικού δήθεν προσχεδιασμού.
Και όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, σε μια εποχή γενικευμένης εξαπάτησης μόνο η συνειδητοποίηση της ανάγκης μας να εξαπατάμε τον εαυτό μας μπορεί να εγγυηθεί ένα βιώσιμο μέλλον για το είδος μας.
Δύο σημαντικά βιβλία για την εξαπάτηση και την αυτοεξαπάτηση
Robert Trivers, Η μωρία των ανοήτων, Η λογική της εξαπάτησης και της αυτοεξαπάτησης στην ανθρώπινη ζωήμτφρ. Παναγιώτης Δεληβοριάς, εκδ. «Κάτοπτρο», σελ. 600
Ειδικότερα το ανθρώπινο είδος, λόγω της αναπτυγμένης νοημοσύνης και των γλωσσικών ικανοτήτων του, περιγράφεται ως ο πρωταθλητής στην αυτοεξαπάτηση.
Πράγματι, ο άνθρωπος είναι ο τέλειος ψεύτης: εξαπατά συστηματικά όχι μόνο τους συνανθρώπους του αλλά και τον ίδιο τον εαυτό του. Ο κάθε άνθρωπος έχει εγγενώς την τάση να πιστεύει ότι είναι ο πιο όμορφος, ο πιο έξυπνος, ο πιο ευαίσθητος, ο πιο εργατικός ή αποτελεσματικός από τους άλλους.
Συμβαίνει παντού και διαχρονικά: από τις προσωπικές ερωτικές ή τις διανθρώπινες σχέσεις μέχρι τις διεθνείς σχέσεις και τις πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των λαών, οι άνθρωποι επιδεικνύουν μια εντυπωσιακή ικανότητα να αυτοεξαπατώνται και άρα να εξαπατούν τους άλλους. Γιατί όπως υποστηρίζει ο Trivers: «Στο ανθρώπινο είδος, η εξαπάτηση και η αυτοεξαπάτηση αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος».
Προφανώς, μια τόσο καθολική και πανταχού παρούσα συμπεριφορά επιλέχθηκε από τη βιολογική εξέλιξη επειδή αποφέρει κάποια σαφή πλεονεκτήματα στον ψεύτη.
Στόχος αυτού του βιβλίου είναι να διερευνηθούν, κατά το δυνατόν αντικειμενικά, όχι απλώς τα «πλεονεκτήματα» αλλά και το υψηλό «κόστος» της αυτοεξαπάτησης.
«Εγραψα το παρόν βιβλίο έχοντας κατά νου μια συγκεκριμένη λογική σειρά. Στην αρχή αναπτύσσω την εξελικτική λογική και παρουσιάζω μια συνοπτική ανασκόπηση της εξαπάτησης στη Φύση.
»Κατόπιν πραγματεύομαι, κατά σειρά, τα νευροφυσιολογικά χαρακτηριστικά της εξαπάτησης, την επαγόμενη αυτοεξαπάτηση, τα απατηλά φαινόμενα στην οικογένεια και στις σχέσεις των δύο φύλων, τις ανοσολογικές και κοινωνικοψυχολογικές προεκτάσεις της αυτοεξαπάτησης και την επίδρασή της στην καθημερινή ζωή και στις ποικίλες εκφάνσεις της, μεταξύ των οποίων στα αεροπορικά και στα διαστημικά δυστυχήματα, στα αναληθή ιστορικά αφηγήματα, στον πόλεμο, στη θρησκεία και στις κοινωνικές επιστήμες.
«Και κλείνω με μερικές σκέψεις σχετικά με το πώς μπορούμε να αντιπαλέψουμε την αυτοεξαπάτηση στην προσωπική μας ζωή», όπως περιγράφει ο ίδιος ο Τρίβερς αυτό το ευγενικό και φιλόδοξο συγγραφικό του εγχείρημα.
Στα κεφάλαια αυτού του πραγματικά εντυπωσιακού δοκιμίου ο συγγραφέας, πρωτοπόρος ερευνητής και διεθνούς κύρους βιοανθρωπολόγος με προοδευτικές κοινωνικοπολιτικές και ηθικές ευαισθησίες, παρουσιάζει με τρόπο γοητευτικό τις επικρατέστερες σήμερα γενετικές, νευροψυχολογικές και ανθρωπολογικές εξηγήσεις του φαινομένου της εξαπάτησης.
Υποστηρίζει μάλιστα προκλητικά ότι η εξαπάτηση είναι ο αποτελεσματικότερος και, φαινομενικά, ο «οικονομικότερος» τρόπος επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων οι οποίοι, τόσο από γενετική όσο και από νευροβιολογική άποψη, έχουν την εγγενή προδιάθεση να... αυτοεξαπατώνται.
Ενα σπουδαίο (επιστημονικά) και επίκαιρο (πολιτικά) κείμενο για τις βιολογικές προϋποθέσεις και τις ψυχολογικές λειτουργίες της διαχρονικής μας ανάγκης να εξαπατάμε όχι μόνο τους άλλους αλλά κυρίως τον ίδιο μας τον εαυτό.
N. B. Davies J. R. Krebs, S. A. West, Εισαγωγή στη συμπεριφορική οικολογία
μτφρ. Μπόνη Μαρίλη, επμ. Α. Οικονόμου, Ρ. Μητούλα, εκδ. «Παρισιάνου», σελ. 544
Πρόκειται για ένα θαυμάσιο βιβλίο, γραμμένο με διαυγέστατο ύφος. Απαραίτητο ανάγνωσμα για τους επιστήμονες του πεδίου, συνιστά παράλληλα και αστείρευτη πηγή γνώσεων για όσους ενδιαφέρονται για την εξέλιξη και τη συμπεριφορά», σημειώνει εύστοχα στην εκτενή βιβλιοκριτική που έγραψε ο Manfred Milinski στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nature.
Θεωρείται διεθνώς ένα πολύ σημαντικό βιβλίο επειδή βοήθησε στην παρουσίαση και την αυστηρή οριοθέτηση του πεδίου της συμπεριφορικής οικολογίας.
Στην παρούσα τέταρτη έκδοσή του, η οποία μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, εξαιρετικά μεταφρασμένη και επιμελημένη, το κείμενο αναθεωρήθηκε πλήρως από τους συγγραφείς, ενώ παράλληλα πρόσθεσαν νέα κεφάλαια και πολλές νέες εικόνες και έγχρωμες φωτογραφίες.
Το θέμα του είναι η επίδραση της φυσικής επιλογής στη ζωική συμπεριφορά -ο αγώνας ενός ζώου να επιβιώσει και να αναπαραχθεί εκμεταλλευόμενο πόρους και ανταγωνιζόμενο γι’ αυτούς, αποφεύγοντας τους θηρευτές, επιλέγοντας συντρόφους και φροντίζοντας τους απογόνους του- και το πώς οι κοινωνίες των ζώων αντανακλούν τόσο τη συνεργασία όσο και τη σύγκρουση μεταξύ ατόμων.
Με ύφος διαυγές οι συγγραφείς εισάγουν τον αναγνώστη στις πλέον σύγχρονες επιστημονικές έννοιες και θεωρητικές ιδέες χρησιμοποιώντας πολυάριθμα παραδείγματα από τους μικροοργανισμούς, τα ασπόνδυλα και τα σπονδυλωτά. Υπάρχουν χωρία εντός πλαισίων για συγκεκριμένα θέματα, ενώ οι σημειώσεις στο περιθώριο της σελίδας καθοδηγούν τον αναγνώστη.
Το βιβλίο αποτελεί μια από τις καλύτερες εισαγωγές που έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα για τη συμπεριφορική οικολογία. Ενα πολύ ενδιαφέρον διεπιστημονικό πεδίο έρευνας που επιχειρεί να ενοποιήσει τα επιμέρους πεδία της ηθολογίας, της γενετικής συμπεριφορικής με τις αρχές της εξελικτικής βιολογίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου