Πολιτεία

Πολιτεία

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

Πολιτική οικονομία της βίας



ΚΙΜΠΙ
      Το περασμένο Σαββατόβραδο, παραμονή Πολυτεχνείου, η συνήθης ομάδα μεσηλίκων, μεσαιοταξιτών και φορείς μερικών ακόμη μεσαίων και κάτω επιδόσεων, με προβλήματα μέσης, αλλά όχι απαραίτητα οπαδοί της κατά Αριστοτέλη μεσότητος, βγήκαμε για το σύνηθες σινεμαδάκι κι ένα άφτερ, σε ρουφ γκάρντεν ξενοδοχείου στο κέντρο της Αθήνας, με πανοραμική θέα Ακρόπολη – Λυκαβηττό, εβδομαδιαία δαπάνη εξόδου 15 ευρώ κατά κεφαλήν, με τα παρελκόμενα, μην το παραχέζουμε κιόλας, αυτό είναι ό,τι πιο ακραίο σηκώνει η τσέπη.

 Αδειο το σινεμά κι ας έπαιζε το εξαιρετικό «Δυστυχώς απουσιάζατε» του Λόουτς, άδεια η Ακαδημίας, άδεια η Πανεπιστημίου, άδειο και το ρουφ γκάρντεν, συνήθως φίσκα τέτοια μέρα και ώρα. Δύο ώρες χαζοφλυαρούσαμε χαζοπίνοντας, ψυχή δεν μπήκε. «Τι συνέβη», ρωτήσαμε τον σερβιτόρο, «α, φοβήθηκαν τα επεισόδια», μας είπε γελώντας και πανευτυχής, γιατί στο κάτω κάτω είχε γλιτώσει δουλειά. Ποια επεισόδια;, Αυτά που είχαν προαναγγείλει τα μεσοκάναλα, αυτά που είχε προαναγγείλει ο υπουργός ΠΡΟΠΟ- «Κοίτα Μιχάλη μου, το χάλι μου…»-, πλημμυρίζοντας το κέντρο με κλούβες και ματατζήδες.

 Το εγχείρημα πέτυχε το Σάββατο, ευτυχώς απέτυχε την Κυριακή, στην πορεία, αλλά αναρωτήθηκα τι ακριβώς φοβίζει και διώχνει περισσότερο τον κόσμο από το κέντρο, όταν προαναγγέλλεται σόου βίας. Οι μπάχαλοι ή η αστυνομία; Προφανώς η δεύτερη, γιατί σε γενικές γραμμές οι μπάχαλοι είναι πάντα εκεί, Εξάρχεια και πέριξ, αυτό είναι το ενδιαίτημά τους, που παρόλα αυτά σφύζει από ζωή μέρα νύχτα, χειμώνα καλοκαίρι, μην πω ότι έχει γίνει και τουριστική ατραξιόν, ένα καθετοποιημένο πάρκο κοινωνικής ψυχαγωγίας που περιλαμβάνει ποτό, φαγητό, μουσική, χάζι και κάθε Σαββατόβραδο λάιβ παράσταση κλέφτες κι αστυνόμοι, δακρυγόνα και μολότοφ, με ζωντανή μετάδοση σε Star, ΣΚΑΪ, AΝΤ1, απορώ πως δεν έχουν σκεφτεί οι τουριστικοί πράκτορες νυχτερινές ξεναγήσεις Ευρασιατών στα πεδία των μαχών, με αντιασφυξιογόνες μάσκες στα κεφάλια, πιστοποιημένες και σεσημασμένες καταλλήλως, μην καταλήξουν οι ανυποψίαστοι τουρίστες στην Αντιτρομοκρατική.

 Προ το παρόν, οι ξεναγήσεις στο «καρτιέ βιολάν» (σ.σ. δίνω ιδέες στα τρομοκάναλα) περιορίζονται στο τουριστικό real estate: αγνώστου ταυτότητας κεφάλαια μπαζώνουν κτίρια και διαμερίσματα κι αυτό μπορεί ν’ αποδειχθεί ταχύτερο μέσο άλωσης των Εξαρχείων απ’ ό,τι η αστυνομοκρατία, οι επιχειρήσεις νόμου και τάξεως, πνεύματος και ηθικής και οι υπουργικές προειδοποιήσεις για εκκένωση των καταλήψεων, προς υπεράσπιση της ιεράς ιδιοκτησίας. Να είναι ήσυχοι οι ανήσυχοι ιδιοκτήτες, οι μεσίτες μπορεί να κάνουν τη βρομοδουλειά πιο γρήγορα από την Αστυνομία.

 Επειδή είμαι από τους περίεργους που εξακολουθούν να μην καταδικάζουν τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται, αλλά όπως κάθε έμβιο ον σ’ αυτή την πλάση θ’ αμυνθώ με βία στη βία που απειλεί την επιβίωσή μου- όσο τουλάχιστον δεν υποβιβάζομαι στη συνομοταξία των ασπονδύλων- αναρωτιέμαι γιατί αναλώνουν τόση φαιά ουσία, χρόνο, χρήμα και προπαγάνδα για να αλώσουν 4 οικοδομικά τετράγωνα όλα κι όλα στο κέντρο της Αθήνας, που παρουσιάζουν ως θυλάκους ανομίας. Για να είμαστε ειλικρινείς και ακριβείς, ούτε οι μπάχαλοι, ούτε οι αντεξουσιαστές, ούτε οι καταληψίες, ούτε οι ριζοσπαστικοποιημένοι φοιτητές συνιστούν κάποιου είδους απειλή για το σύστημα εξουσίας. Στην πραγματικότητα προς το παρόν ουδείς απειλεί σοβαρά το καθεστώς γενικώς, ούτε την κυβέρνηση Μητσοτάκη ειδικώς (ευτυχώς, η σημασία φωλιάζει στα ανύποπτα, κι ελπίζουμε σε εκπλήξεις). Προς τι λοιπόν οι πομπώδεις αναπαραστάσεις του Προμηθέα Δεσμώτη, με το Κράτος, τη Βία και τον πειθήνιο Ηφαιστο να καρφώνουν στον Καύκασο τον κλέφτη της φωτιάς, που στο κάτω κάτω δεν την προόριζε και για μολότοφ; Προς τι τόση ενίσχυση της θεσμοθετημένης βίας, προς τι η μονιμοποίηση του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, προς τι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους πρόσφυγες, προς τι τόσο χρήμα και τόσα μέσα στην αστυνόμευση ανύπαρκτων απειλών;

 Λοιπόν, μπορώ να παραθέσω χίλιους δύο λόγους, αλλά ας περιοριστούμε σε τέσσερις που αντιστοιχούν στη συγκυρία:

 Πρώτον, στη παρούσα διακυβέρνηση βρίσκεται ένα πολιτικό προσωπικό που στην πλειονότητά του διακατέχεται από βαθύτατο μίσος και απέχθεια σε κάθε έννοια κινήματος, αντίστασης, Αριστεράς, διεκδίκησης, ακόμη κι αν έχει απέναντί του μόνο θλιβερές καρικατούρες όλων αυτών.

 Δεύτερον, ισχύει εδώ και ισχύει παντού στην Ευρώπη και στον κόσμο: ο οικονομικός φιλελευθερισμός είναι αντιστρόφως ανάλογος του πολιτικού φιλελευθερισμού κι αυτό αποδεικνύεται ως η μεγάλη πολιτική και ιδεολογική απάτη των νεοφιλελεύθερων που σε πείσμα των φλογερών διακηρύξεων για ελευθερία από κάθε κρατικό καταναγκασμό, μόνο με αίμα, σκληρή αστυνομική ή στρατιωτική βία εφάρμοσαν τις «απελευθερωτικές» συνταγές τους.

 Τρίτον, η αστυνομική διαχείριση της κοινωνικής μικρο-βίας στις καπιταλιστικές μητροπόλεις γίνεται για λόγους συμβολικούς και παραδειγματικούς, αλλά αποτελεί και μια προσομοίωση για την αντιμετώπιση της κοινωνικής μεγα-βίας, ήτοι των αναπότρεπτων εξεγέρσεων από τους αποβλήτους του οικονομικού συστήματος. Δείτε τι γίνεται στη Χιλή ή θυμηθείτε τον Δεκέμβρη του 2008, τις μέρες που το σύστημα εξουσίας είχε χάσει τον έλεγχο και ουδείς διανοείτο να «καταδικάσει τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», αλλά όλοι έγλειφαν με «κατανόηση» τους ανεξέλεγκτους εφήβους- μέχρι και ο αρχιεπίσκοπος δήλωσε τη συμπάθειά του. Μέχρι που ανέκτησαν το έλεγχο...

 Τέταρτον, από το 2001 και εντεύθεν η ασφάλεια -ατομική, συλλογική, εθνική, παγκόσμια- αναδείχθηκε σε απόλυτο κοινωνικό αγαθό, στο οποίο επενδύουν και κερδοσκοπούν όχι μόνο οι παραδοσιακές αμυντικές βιομηχανίες, αλλά και ένα νέο βιομηχανικό σύμπλεγμα αστυνόμευσης, ασφάλειας και κοινωνικής επιτήρησης του «εσωτερικού εχθρού». Η Ε.Ε., με πρόσχημα το προσφυγικό ή την ισλαμική τρομοκρατία, είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής των προϊόντων και υπηρεσιών αυτού του συμπλέγματος. Το οποίο συχνά περνάει από την άλλη πλευρά του γκισέ και παίζει τον ρόλο του συμβούλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και εισηγητή πολιτικών και -κυρίως- ακριβών παραγγελιών. Είναι πολλά τα λεφτά, Μιχάλη μου...




ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

 Ενώ ο κ. Κόινερ, ο σκεπτόμενος, μιλούσε κάποτε μπροστά σε πολύν κόσμο κατά της βίας, παρατήρησε πως οι άνθρωποι που ήταν μπροστά του άρχισαν να οπισθοχωρούν και να φεύγουν. Γύρισε να κοιτάξει και βλέπει να στέκεται πίσω του – η Βία.
«Τι έλεγες», τον ρώτησε η Βία.
«Μιλούσα υπέρ της βίας», απάντησε ο κ. Κόινερ.
 Οταν έφυγε ο κ. Κόινερ από κει, οι μαθητές του τον ρώτησαν για τη ράχη του. Ο κ. Κόινερ απάντησε: «Τη ράχη μου δεν την έχω για σπάσιμο. Εγώ, βλέπεις, πρέπει να ζήσω περισσότερο από τη Βία».


 Μπέρτολτ Μπρεχτ «Ιστορίες του κ. Κόινερ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου