Θεσσαλονίκη
Γεννήθηκα στον Εύοσμο τον Μάρτη του εβδομήντα
Στη Σαλονίκη δυτικά το πρώτο φως μου είδα
Στη φάμπρικα ο γέρος μου, η μάνα μου στο σπίτι
Και η μόνη αγωνία τους να μη με πουν αλήτη
Ο κόσμος και η γειτονιά την είχανε στημένη
Στο πρώτο παραστράτημα την είχαμε βαμμένη
Πατριαρχία και σεξισμός ήτανε δεδομένα
Η Αγία Οικογένεια καλά τα είχε κρυμμένα
Ρημάδια τα σχολεία μας, οι δρόμοι μες στις λάσπες
Μα Κυριακές στην εκκλησιά μάς στέλναν οι μανάδες
Η χούντα είχε πέσει μα δεν ήξερα γι’ αυτό
Γι’ αυτά δεν μας μιλούσανε στο κατηχητικό
Το μόνο που μας ένοιαζε «το τι θα πει ο κόσμος»
Μη νοιάζεσαι κι ας καίγεται του δίπλα σου ο κώλος
Δεν μου έφτανε η αλάνα ούτε η μπάλα ή το κρυφτό
Πάντα κάτι μου έλειπε, δεν το ’νιωθα σωστό
Μα βρέθηκε ένας άγγελος μ’ ακούμπησε στον ώμο
Και μου ’δειξε της μουσικής το φωτεινό το δρόμο
Κι όλα πήραν νόημα, πραγματική ουσία
Δεν ένιωσα ποτέ ξανά ανθρώπων απουσία
Η πόλη γύρω έβραζε, παντού δημιουργία
γεμάτη ρεμπετάδικα, ταβέρνες, καφενεία
και εμείς με τα οργανάκια μας γουστάραμε τη φάση
κι όλη μέρα θέλαμε μονάχα να βραδιάσει
Ο Αγάθωνας ρεμπέτικα με το συγκρότημά του
Και ο Χουλιάρας μαγικά να κάνει τα δικά του
Οι Northwind στα δυτικά, στην Τούμπα ο Παπάζης
Και οι Τρύπες πάνω στις Συκιές σε κάναν να τρομάζεις
Και όλα φαντάζαν ζόρικα και η πόλη λατρεμένη
Μα η βρομιά απ’ τα παλιά ήταν απλώς κρυμμένη
Την μπόχα που ανέδυε την είχαμε ξεχάσει
Η νύφη του Θερμαϊκού κακά είχε γεράσει
Και να η στιγμή που γέμισε με μακεδονομάχους
Τον φασισμό που έκρυβε τον έβγαλε με πάθος
νομάρχη είχε γίγαντα που έσκαβε στη Φάρμα
παπάδες του Μεσαίωνα στης εκκλησιάς το άρμα
φασισταριά στα γήπεδα σκοτώνουν για την μπάλα
νταήδες πλουσιόπαιδα βιάζουνε για πλάκα
η πόλη ξεπουλήθηκε σε κάποιους νταβατζήδες
που τριγυρνούν σαν άρχοντες με φουσκωτούς γορίλες
Διώχνει προσφυγόπουλα μέσα απ’ τα σχολεία
Η πόλη που στα σπλάχνα της φυλάει την ιστορία
Μια ιστορία που αν τη δεις θα μάθεις και θα νιώσεις
πως δεν αξίζει, φίλε μου, να τη σκορπάς σε δόσεις
Θεσσαλονίκη δυστυχώς δεν είσαι φτωχομάνα
είσαι πόλη μίζερη, φτωχή, λεπρή, ζητιάνα
στα σκοτάδια σέρνεσαι και διώχνεις τα παιδιά σου
Αυτά που είν’ η ελπίδα σου, μοναδική δικιά σου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου