Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Ασφυκτικές συνθήκες σε σχολεία και βαθμολογικά κέντρα
Οι συνθήκες βαθμολόγησης των γραπτών των υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων ήταν πιο πιεστικές και ασφυκτικές από ποτέ άλλοτε. Αυτό πιστοποιεί το πιεστικό χρονοδιάγραμμα των προαγωγικών - απολυτήριων και πανελλαδικών εξετάσεων που διαμόρφωσε το Υπουργείο Παιδείας για χάρη της επικοινωνιακής εικόνας για την επιμήκυνση του διδακτικού έτους. Επιβλήθηκε, έτσι, ένα ασφυκτικό πλαίσιο επιδεινώνοντας τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί κλήθηκαν να διεξάγουν ενδοσχολικές εξετάσεις, επιτήρηση (πολλές φορές και δύο μαθήματα ανά ημέρα) ενώ παράλληλα ήταν επιτηρητές και βαθμολογητές στις πανελλαδικές εξετάσεις. Όλες αυτές οι διαδικασίες συνεπάγονται κόπωση και πίεση των εκπαιδευτικών, αλλά και μεγάλη πίεση και πρόσθετο άγχος για τους μαθητές.
Ωστόσο σε αυτό το πιεστικό πλαίσιο προστέθηκε πρόσφατα και η οδηγία του Υπουργείου Παιδείας προς τα βαθμολογικά κέντρα να αποστείλουν τις βαθμολογίες την Τρίτη 26-6, δημιουργώντας έτσι ασφυκτικά χρονικά πλαίσια για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της βαθμολόγησης, τον απαραίτητα ενδελεχή έλεγχο και την καταχώρισή της. Εκεί που οι «φωστήρες» του Υπουργείου Παιδείας ξεπέρασαν κάθε όριο ευτελίζοντας κάθε έννοια παιδαγωγικής είναι το θέμα των επαναληπτικών εξετάσεων για τους μαθητές των Γυμνασίων και Λυκείων. Το χρονοδιάγραμμα προαγωγικών, ενισχυτικής, επαναληπτικών προκαλεί ασφυξία στα σχολεία για εκπαιδευτικούς και μαθητές. Υπάρχουν μαθητές και γυμνασίων που μπορεί να δίνουν και τέσσερα μαθήματα τη μέρα! Ας μην αναλύσουμε το άκρως τραγελαφικό των τριών ωρών ενισχυτικής στα μαθήματα που έμειναν οι μαθητές!
Ειδικότερα για τους βαθμολογητές οι οδηγίες χειραγώγησης από το Υπουργείο διαμoρφώνουν ακόμα πιο ασφυκτικές συνθήκες. Ο διοικητικός μηχανισμός τη εκπαίδευσης και οι επιτροπές των εξετάσεων που στελεχώνονται με διαδικασίες αδιαφάνειας και πελατειακών σχέσεων επιδιώκουν να διαμορφώσουν στους βαθμολογητές μια διεκπεραιωτική λογική όσον αφορά τη βαθμολόγηση των γραπτών με αποτέλεσμα να πιέζονται να βαθμολογήσουν περισσότερα γραπτά και γρηγορότερα. Με πρόσχημα «την ομογενοποίηση της κρίσης» δίνονται οδηγίες που χειραγωγούν και αλλοτριώνουν τους βαθμολογητές, πολλές φορές, για να καλυφθούν αστοχίες ή ασάφειες στη διατύπωση των θεμάτων.
Οι αμοιβές , ιδιαίτερα στους επιτηρητές, είναι άκρως εξευτελιστικές, αλλά στο σημείο αυτό είναι αναγκαίες δυο παρατηρήσεις. Η πρώτη αφορά τη διαμόρφωση μιας αντιπαιδαγωγικής νοοτροπίας και πρακτικής. Κλείνουν το μάτι στους βαθμολογητές οι διάφοροι ανευθυνοϋπεύθυνοι των επιτροπών για διόρθωση – “Fast”, δηλαδή όσα περισσότερα γραπτά βαθμολογήσει κανείς, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αμοιβή του. Αλίμονο στον βαθμολογητή που θα ασκήσει αυτό τον άχαρο ρόλο με τέτοια νοοτροπία. Η δεύτερη παρατήρηση αφορά το δίκαιο αίτημα για αύξηση των αποζημιώσεων των συμμετεχόντων εκπαιδευτικών στις εξεταστικές διαδικασίες. Ωστόσο η οικονομική ανάσα για τους εκπαιδευτικούς μπορεί να υπάρξει μόνο με τη συλλογική διεκδίκηση και υλοποίηση του αιτήματος για αύξηση του μισθού, ώστε να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια.
Οι άστοχες επιλογές θεμάτων στις πανελλαδικές εξετάσεις, οι λανθασμένες διατυπώσεις, όπως στη Φυσική και οι ασάφειες στη Βιολογία επαναφέρουν στο προσκήνιο τις συζητήσεις για τις εξετάσεις και το ρόλο τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων συγκροτείται όχι από τους «άριστους», αλλά, κυρίως, από αρεστούς και υποτακτικούς στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και λειτουργεί σε ένα πλαίσιο αδιαφάνειας με επίφαση το «αδιάβλητο» των εξετάσεων υλοποιώντας την «γραμμή», ακόμα και στην επιλογή των θεμάτων. Εύλογα για μια ακόμα χρονιά συγκεντρώνει τα πυρά της κριτικής και των αντιδράσεων της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Παράλληλα η συζήτηση για το μορφωτικό επίπεδο των μαθητών με βάση την καλή ή κακή βαθμολογία στις εξετάσεις είναι άνευ σημασίας, γιατί τα υψηλά ποσοστά επιτυχίας ή αποτυχίας είναι μια «κατασκευή» από τους «θεματοθέτες» της Επιτροπής Εξετάσεων που κρατούν στα χέρια τους τα «εργαλεία» των λεγομένων διαβαθμισμένων θεμάτων. Εύστοχα έχει επισημανθεί: «Δεν έγινε λάθος στις πανελλήνιες… οι πανελλήνιες είναι ένα λάθος!».
Τι αλήθεια μπορεί να προκύψει για την αξιολόγηση της επίδοσης του μαθητή, αν επιτύχει να κυκλώσει σωστά το τάδε γράμμα ή να βάλλει ένα σταυρό στη θέση του «σωστού» ή του «λάθους»; Τι σχέση έχει με κριτική επεξεργασία μια άσκηση όπου ο μαθητής καλείται να συμπληρώσει τα κενά της φράσεως με τις κατάλληλες λέξεις; Μήπως η αντιστοίχηση των ονομάτων των συγγραφέων μιας στήλης με τους τίτλους των έργων της απέναντι πιστοποιεί κριτική οξύνοια;
Τι ελέγχεται, όμως, με αυτά τα τεστ που παρουσιάζονται σαν τη λυδία λίθο της αξιολόγησης των μαθητών; Θραύσματα γνώσεων και επιλεκτικής μνήμης που δεν είναι παρά μια από τις μορφές που παίρνει η ικανότητα συγκράτησης πληροφοριών που δρομολογείται στα ίδια ίχνη της αποστήθισης που υποτίθεται ότι έρχεται να αναιρέσει. Να το πούμε καθαρά ότι τα τεστ αυτά ευνοούν περισσότερο τους «συλλέκτες επιλογών» από εκείνους που έχουν μια επί της ουσίας σχέση με τη σχολική γνώση, τους επιφανειακά έξυπνους, από αυτούς που είναι βαθιά δημιουργικοί.
Ασφαλώς και δεν είναι τα θέματα εύκολα ή δύσκολα, … θεία ή διαβολικά που καθορίζουν τον ρόλο των εξετάσεων και του σχολείου. Πίσω από μια τέτοια συζήτηση κρύβονται οι μύθοι των «ίσων ευκαιριών» και του «αδιάβλητου» των εξετάσεων. Ας μη μας διαφεύγει η ουσία. Όσο υπάρχει ο κλειστός αριθμός εισακτέων, «numerus clausus», τόσο οι εξετάσεις θα λειτουργούν ως μηχανισμοί ταξικής επιλογής ευνοώντας τους μαθητές από τις προνομιούχες τάξεις και αποκλείοντας τους «άλλους».
Οι εξετάσεις αποτελούν τον ορατό μηχανισμό της επιλεκτικής- απορριπτικής λειτουργίας του σχολείου. Πέρα από τον μαζικό αποκλεισμό των υποψηφίων, κυρίως από τις ασθενέστερες τάξεις και στρώματα και τις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, οι εξετάσεις επιβάλλουν έναν ολοκληρωτικό έλεγχο στην εκπαιδευτική διαδικασία από το Δημοτικό. Οι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων» που αποφέρουν βαθμούς. Σημασία έχει η παροχή «συνταγών επιτυχίας» για τη συλλογή μορίων. Οι μαθητές «μαθαίνουν» τις σχολικές γνώσεις, αρκετοί περνούν με επιτυχία τις εξετάσεις, αλλά δεν τις κατανοούν. Δεν μπορούν να συνδέσουν τις επιμέρους γνώσεις από τα διάφορα μαθήματα προκειμένου να ερμηνεύσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν μέχρι το πανεπιστήμιο.
Από τη πλευρά του κόσμου της εργασίας χρειάζεται να οργανωθεί ένα ευρύ μορφωτικό κίνημα παιδείας με μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τα δικαιώματα και τις μορφωτικές ανάγκες της νέας γενιάς προβάλλοντας το στρατηγικό αίτημα «μόρφωση και δουλειά για όλους» . Γι’ αυτό και το ζητούμενο σήμερα δεν είναι το «λίφτινγκ» του εξεταστικού συστήματος. Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σ ΄ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου και της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά.
Ασφυκτικές συνθήκες σε σχολεία και βαθμολογικά κέντρα
Οι συνθήκες βαθμολόγησης των γραπτών των υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων ήταν πιο πιεστικές και ασφυκτικές από ποτέ άλλοτε. Αυτό πιστοποιεί το πιεστικό χρονοδιάγραμμα των προαγωγικών - απολυτήριων και πανελλαδικών εξετάσεων που διαμόρφωσε το Υπουργείο Παιδείας για χάρη της επικοινωνιακής εικόνας για την επιμήκυνση του διδακτικού έτους. Επιβλήθηκε, έτσι, ένα ασφυκτικό πλαίσιο επιδεινώνοντας τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί κλήθηκαν να διεξάγουν ενδοσχολικές εξετάσεις, επιτήρηση (πολλές φορές και δύο μαθήματα ανά ημέρα) ενώ παράλληλα ήταν επιτηρητές και βαθμολογητές στις πανελλαδικές εξετάσεις. Όλες αυτές οι διαδικασίες συνεπάγονται κόπωση και πίεση των εκπαιδευτικών, αλλά και μεγάλη πίεση και πρόσθετο άγχος για τους μαθητές.
Ωστόσο σε αυτό το πιεστικό πλαίσιο προστέθηκε πρόσφατα και η οδηγία του Υπουργείου Παιδείας προς τα βαθμολογικά κέντρα να αποστείλουν τις βαθμολογίες την Τρίτη 26-6, δημιουργώντας έτσι ασφυκτικά χρονικά πλαίσια για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της βαθμολόγησης, τον απαραίτητα ενδελεχή έλεγχο και την καταχώρισή της. Εκεί που οι «φωστήρες» του Υπουργείου Παιδείας ξεπέρασαν κάθε όριο ευτελίζοντας κάθε έννοια παιδαγωγικής είναι το θέμα των επαναληπτικών εξετάσεων για τους μαθητές των Γυμνασίων και Λυκείων. Το χρονοδιάγραμμα προαγωγικών, ενισχυτικής, επαναληπτικών προκαλεί ασφυξία στα σχολεία για εκπαιδευτικούς και μαθητές. Υπάρχουν μαθητές και γυμνασίων που μπορεί να δίνουν και τέσσερα μαθήματα τη μέρα! Ας μην αναλύσουμε το άκρως τραγελαφικό των τριών ωρών ενισχυτικής στα μαθήματα που έμειναν οι μαθητές!
Ειδικότερα για τους βαθμολογητές οι οδηγίες χειραγώγησης από το Υπουργείο διαμoρφώνουν ακόμα πιο ασφυκτικές συνθήκες. Ο διοικητικός μηχανισμός τη εκπαίδευσης και οι επιτροπές των εξετάσεων που στελεχώνονται με διαδικασίες αδιαφάνειας και πελατειακών σχέσεων επιδιώκουν να διαμορφώσουν στους βαθμολογητές μια διεκπεραιωτική λογική όσον αφορά τη βαθμολόγηση των γραπτών με αποτέλεσμα να πιέζονται να βαθμολογήσουν περισσότερα γραπτά και γρηγορότερα. Με πρόσχημα «την ομογενοποίηση της κρίσης» δίνονται οδηγίες που χειραγωγούν και αλλοτριώνουν τους βαθμολογητές, πολλές φορές, για να καλυφθούν αστοχίες ή ασάφειες στη διατύπωση των θεμάτων.
Οι αμοιβές , ιδιαίτερα στους επιτηρητές, είναι άκρως εξευτελιστικές, αλλά στο σημείο αυτό είναι αναγκαίες δυο παρατηρήσεις. Η πρώτη αφορά τη διαμόρφωση μιας αντιπαιδαγωγικής νοοτροπίας και πρακτικής. Κλείνουν το μάτι στους βαθμολογητές οι διάφοροι ανευθυνοϋπεύθυνοι των επιτροπών για διόρθωση – “Fast”, δηλαδή όσα περισσότερα γραπτά βαθμολογήσει κανείς, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αμοιβή του. Αλίμονο στον βαθμολογητή που θα ασκήσει αυτό τον άχαρο ρόλο με τέτοια νοοτροπία. Η δεύτερη παρατήρηση αφορά το δίκαιο αίτημα για αύξηση των αποζημιώσεων των συμμετεχόντων εκπαιδευτικών στις εξεταστικές διαδικασίες. Ωστόσο η οικονομική ανάσα για τους εκπαιδευτικούς μπορεί να υπάρξει μόνο με τη συλλογική διεκδίκηση και υλοποίηση του αιτήματος για αύξηση του μισθού, ώστε να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια.
Τα ανα – θέματα των εξετάσεων
Οι άστοχες επιλογές θεμάτων στις πανελλαδικές εξετάσεις, οι λανθασμένες διατυπώσεις, όπως στη Φυσική και οι ασάφειες στη Βιολογία επαναφέρουν στο προσκήνιο τις συζητήσεις για τις εξετάσεις και το ρόλο τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων συγκροτείται όχι από τους «άριστους», αλλά, κυρίως, από αρεστούς και υποτακτικούς στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και λειτουργεί σε ένα πλαίσιο αδιαφάνειας με επίφαση το «αδιάβλητο» των εξετάσεων υλοποιώντας την «γραμμή», ακόμα και στην επιλογή των θεμάτων. Εύλογα για μια ακόμα χρονιά συγκεντρώνει τα πυρά της κριτικής και των αντιδράσεων της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Παράλληλα η συζήτηση για το μορφωτικό επίπεδο των μαθητών με βάση την καλή ή κακή βαθμολογία στις εξετάσεις είναι άνευ σημασίας, γιατί τα υψηλά ποσοστά επιτυχίας ή αποτυχίας είναι μια «κατασκευή» από τους «θεματοθέτες» της Επιτροπής Εξετάσεων που κρατούν στα χέρια τους τα «εργαλεία» των λεγομένων διαβαθμισμένων θεμάτων. Εύστοχα έχει επισημανθεί: «Δεν έγινε λάθος στις πανελλήνιες… οι πανελλήνιες είναι ένα λάθος!».
Τι αλήθεια μπορεί να προκύψει για την αξιολόγηση της επίδοσης του μαθητή, αν επιτύχει να κυκλώσει σωστά το τάδε γράμμα ή να βάλλει ένα σταυρό στη θέση του «σωστού» ή του «λάθους»; Τι σχέση έχει με κριτική επεξεργασία μια άσκηση όπου ο μαθητής καλείται να συμπληρώσει τα κενά της φράσεως με τις κατάλληλες λέξεις; Μήπως η αντιστοίχηση των ονομάτων των συγγραφέων μιας στήλης με τους τίτλους των έργων της απέναντι πιστοποιεί κριτική οξύνοια;
Τι ελέγχεται, όμως, με αυτά τα τεστ που παρουσιάζονται σαν τη λυδία λίθο της αξιολόγησης των μαθητών; Θραύσματα γνώσεων και επιλεκτικής μνήμης που δεν είναι παρά μια από τις μορφές που παίρνει η ικανότητα συγκράτησης πληροφοριών που δρομολογείται στα ίδια ίχνη της αποστήθισης που υποτίθεται ότι έρχεται να αναιρέσει. Να το πούμε καθαρά ότι τα τεστ αυτά ευνοούν περισσότερο τους «συλλέκτες επιλογών» από εκείνους που έχουν μια επί της ουσίας σχέση με τη σχολική γνώση, τους επιφανειακά έξυπνους, από αυτούς που είναι βαθιά δημιουργικοί.
Ασφαλώς και δεν είναι τα θέματα εύκολα ή δύσκολα, … θεία ή διαβολικά που καθορίζουν τον ρόλο των εξετάσεων και του σχολείου. Πίσω από μια τέτοια συζήτηση κρύβονται οι μύθοι των «ίσων ευκαιριών» και του «αδιάβλητου» των εξετάσεων. Ας μη μας διαφεύγει η ουσία. Όσο υπάρχει ο κλειστός αριθμός εισακτέων, «numerus clausus», τόσο οι εξετάσεις θα λειτουργούν ως μηχανισμοί ταξικής επιλογής ευνοώντας τους μαθητές από τις προνομιούχες τάξεις και αποκλείοντας τους «άλλους».
Οι εξετάσεις αποτελούν τον ορατό μηχανισμό της επιλεκτικής- απορριπτικής λειτουργίας του σχολείου. Πέρα από τον μαζικό αποκλεισμό των υποψηφίων, κυρίως από τις ασθενέστερες τάξεις και στρώματα και τις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, οι εξετάσεις επιβάλλουν έναν ολοκληρωτικό έλεγχο στην εκπαιδευτική διαδικασία από το Δημοτικό. Οι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων» που αποφέρουν βαθμούς. Σημασία έχει η παροχή «συνταγών επιτυχίας» για τη συλλογή μορίων. Οι μαθητές «μαθαίνουν» τις σχολικές γνώσεις, αρκετοί περνούν με επιτυχία τις εξετάσεις, αλλά δεν τις κατανοούν. Δεν μπορούν να συνδέσουν τις επιμέρους γνώσεις από τα διάφορα μαθήματα προκειμένου να ερμηνεύσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν μέχρι το πανεπιστήμιο.
Από τη πλευρά του κόσμου της εργασίας χρειάζεται να οργανωθεί ένα ευρύ μορφωτικό κίνημα παιδείας με μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τα δικαιώματα και τις μορφωτικές ανάγκες της νέας γενιάς προβάλλοντας το στρατηγικό αίτημα «μόρφωση και δουλειά για όλους» . Γι’ αυτό και το ζητούμενο σήμερα δεν είναι το «λίφτινγκ» του εξεταστικού συστήματος. Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σ ΄ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου και της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου