Ξανά
και ξανά η ίδια διαπίστωση, με άλλες, θλιβερές αφορμές: Η Ελλάδα είναι
μια χώρα στην οποία ο παλιανθρωπισμός τείνει να εξελιχθεί σε κυρίαρχη
ιδεολογία.
Γράφει: ο Κώστας Κεφαλογιάννης.
Γράφει: ο Κώστας Κεφαλογιάννης.
Με
συγχωρείται, δεν έχω τίποτα πρωτότυπο να γράψω. Το βίντεο με τον θάνατο
του Ζακ Κωστόπουλου δεν είναι χίλιες λέξεις. Είναι μία. Αλλά αρκεί.
Τομάρια!
Ξεφτιλισμένα, θρασύδειλα τομάρια. Προϊόντα μια κοινωνίας που σαπίζει
μέρα τη μέρα όλο και περισσότερο.
Κλωτσούν στο κεφάλι έναν εγκλωβισμένο και πεσμένο άνθρωπο. Επειδή είναι -ή επειδή έγινε - ληστής. Κυρίως, επειδή είναι πεσμένος και εγκλωβισμένος. Και επειδή στην ηλιόλουστη χώρα μας, το λιντσάρισμα και η αυτοδικία εξακολουθούν καθώς φαίνεται να ανήκουν σε μια ηθικά γκρίζα περιοχή, της οποίας το πρόσημο αλλάζει, αναλόγως της ιδεολογικής αφετηρίας του παρατηρητή.
Και κάπως έτσι, μετά τα τομάρια με τις κλωτσιές, έπονται τα χιλιάδες τομάρια του πληκτρολογίου. Οι προφανείς παλιάνθρωποι του «καλά του κάνανε». Αλλά και οι λιγότεροι προφανείς που «χρωματίζουν» τους νεκρούς. Αυτοί που σήμερα είναι θλιμμένοι επειδή ο Κωστόπουλος ήταν ένα παιδί το οποίο ζούσε στο περιθώριο. Και αύριο θα αδιαφορήσουν αν ο νεκρός δεν ανήκει σε όσους κατά τη γνώμη τους αξίζουν την θλίψη και την οργή τους – αν είναι μπάτσος ας πούμε.
Κι εσείς παλιάνθρωποι είστε παιδιά, κι ας μην το ξέρετε. Κι ας νιώθετε σήμερα τόσο μα το τόσο «ευαίσθητοι». Η ευαισθησία σας είναι υποκρισία.
Η Ελλάδα σαρώνεται από ένα τεράστιο κύμα παλιανθρωπισμού. Από τα έδρανα της Βουλής, μέχρι τα σπασμένα κοσμηματοπωλεία της Ομόνοιας και από την «ζούγκλα» των social media, μέχρι την «ζούγκλα» του διπλανού διαμερίσματος.
Το μοναδικό ανάχωμα είναι η εφαρμογή του νόμου. Και η καταδίκη της βίας από όπου κι αν προέρχεται. Ξενέρωτο ε; Πολύ «δεξιό» και άρα όχι ιδιαίτερα ταιριαστό στο αφήγημα ενός ακόμα «ταξικού θανάτου» που έχει κατακλύσει το timeline μου.
Λυπάμαι, αυτό είναι. Δεν έχει άλλο. Είτε το καταλαβαίνετε, είτε όχι, η ανοχή και η ιδεολογική προσέγγιση , συχνά εξιδανίκευση, της βίας συγκοινωνεί με τον φασισμό. Το μίσος, όσο το θρέφεις, τόσο απλώνει ρίζες, υπόγεια, προς κατευθύνσεις που είναι αδύνατον να προβλεφθούν.
Να το θέσω υπεραπλουστευτικά: αν θεωρείς επιτρεπτό το λιντσάρισμα ενός πολιτικού, τότε απλώς δικαιολογείς και το λιντσάρισμα του Κωστόπουλου. Κι αν θεωρείς ότι στους «φασίστες – κουφάλες» αξίζουν κρεμάλες, τότε τους αναγνωρίζεις το δικαίωμα να θεωρούν εκείνοι το ίδιο για εσένα ή για τους μετανάστες. Εκτός κι αν μόνο εσύ είσαι Θεός και μόνο εσύ μπορείς να αποφασίσεις ποιος αξίζει να ζει και ποιος να πεθάνει. Δύσκολη δουλειά αδελφέ, άστο καλύτερα.
Η αυτοδικία είναι ένας εξαιρετικά επικίνδυνος δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Για αυτό και πρέπει να τιμωρείται. Το λιντσάρισμα πρέπει να τιμωρείται. Η ανομία και η παραβατικότητα πρέπει να τιμωρούνται. Από τους αρμόδιους, γρήγορα, αποτελεσματικά και δίκαια. Δεν μπαίνουν τέτοια ζητήματα σε ζυγαριά ή σε διαπραγμάτευση. Όχι από εμάς.
Οι οργανωμένες κοινωνίες τα έχουν λύσει αυτά. Το ίδιο και οι σοβαρές αστικές δημοκρατίες. Εμείς δεν είμαστε τίποτα από τα δύο. Επειδή δεν θέλουμε να είμαστε.
Εμείς θέλουμε τον αστυνόμο στο κατώφλι μας όταν μας ληστεύουν, το βύσμα στο τσεπάκι μας όταν μας γράφουν, τον «μπάτσο – γουρούνι – δολοφόνο» σε απόσταση ρίψης όταν φτιάχνουμε ή έστω όταν ονειρευόμαστε μολότοφ και ταξικές επαναστάσεις.
Εμείς θέλουμε το κράτος – πατερούλη να μας πληρώνει και μας διορίζει, για να το κλέβουμε και το βρίζουμε, να το επικαλούμαστε όταν απουσιάζει, να του πετάμε πέτρες όταν πλησιάζει.
Ο Ζακ ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος που τον σκότωσαν οι «νοικοκυραίοι», διαβάζω.
Πιθανόν να συνέβη ακριβώς έτσι.
Αλλά αυτό δεν μου προκαλεί περισσότερη λύπη. Μου προκαλεί περισσότερο φόβο.
Γιατί , πίσω από τέτοιου είδους προσεγγίσεις μου φαίνεται ότι κρύβονται πολλοί που σήμερα «θρηνούν», αλλά αύριο θα πλάκωναν με χαρά στις κλωτσιές έναν πεσμένο «νοικοκυραίο».
Ακόμα περισσότερο μου προκαλεί απέχθεια για τον εαυτό μου. Διότι εύκολα αυτός ο φόβος γίνεται μίσος. Και το μίσος, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, γίνεται κλωτσιές.
Παλιάνθρωπος κι εγώ;
Παλιάνθρωπος. Δυστυχώς.
μέρα τη μέρα όλο και περισσότερο.
Κλωτσούν στο κεφάλι έναν εγκλωβισμένο και πεσμένο άνθρωπο. Επειδή είναι -ή επειδή έγινε - ληστής. Κυρίως, επειδή είναι πεσμένος και εγκλωβισμένος. Και επειδή στην ηλιόλουστη χώρα μας, το λιντσάρισμα και η αυτοδικία εξακολουθούν καθώς φαίνεται να ανήκουν σε μια ηθικά γκρίζα περιοχή, της οποίας το πρόσημο αλλάζει, αναλόγως της ιδεολογικής αφετηρίας του παρατηρητή.
Και κάπως έτσι, μετά τα τομάρια με τις κλωτσιές, έπονται τα χιλιάδες τομάρια του πληκτρολογίου. Οι προφανείς παλιάνθρωποι του «καλά του κάνανε». Αλλά και οι λιγότεροι προφανείς που «χρωματίζουν» τους νεκρούς. Αυτοί που σήμερα είναι θλιμμένοι επειδή ο Κωστόπουλος ήταν ένα παιδί το οποίο ζούσε στο περιθώριο. Και αύριο θα αδιαφορήσουν αν ο νεκρός δεν ανήκει σε όσους κατά τη γνώμη τους αξίζουν την θλίψη και την οργή τους – αν είναι μπάτσος ας πούμε.
Κι εσείς παλιάνθρωποι είστε παιδιά, κι ας μην το ξέρετε. Κι ας νιώθετε σήμερα τόσο μα το τόσο «ευαίσθητοι». Η ευαισθησία σας είναι υποκρισία.
Η Ελλάδα σαρώνεται από ένα τεράστιο κύμα παλιανθρωπισμού. Από τα έδρανα της Βουλής, μέχρι τα σπασμένα κοσμηματοπωλεία της Ομόνοιας και από την «ζούγκλα» των social media, μέχρι την «ζούγκλα» του διπλανού διαμερίσματος.
Το μοναδικό ανάχωμα είναι η εφαρμογή του νόμου. Και η καταδίκη της βίας από όπου κι αν προέρχεται. Ξενέρωτο ε; Πολύ «δεξιό» και άρα όχι ιδιαίτερα ταιριαστό στο αφήγημα ενός ακόμα «ταξικού θανάτου» που έχει κατακλύσει το timeline μου.
Λυπάμαι, αυτό είναι. Δεν έχει άλλο. Είτε το καταλαβαίνετε, είτε όχι, η ανοχή και η ιδεολογική προσέγγιση , συχνά εξιδανίκευση, της βίας συγκοινωνεί με τον φασισμό. Το μίσος, όσο το θρέφεις, τόσο απλώνει ρίζες, υπόγεια, προς κατευθύνσεις που είναι αδύνατον να προβλεφθούν.
Να το θέσω υπεραπλουστευτικά: αν θεωρείς επιτρεπτό το λιντσάρισμα ενός πολιτικού, τότε απλώς δικαιολογείς και το λιντσάρισμα του Κωστόπουλου. Κι αν θεωρείς ότι στους «φασίστες – κουφάλες» αξίζουν κρεμάλες, τότε τους αναγνωρίζεις το δικαίωμα να θεωρούν εκείνοι το ίδιο για εσένα ή για τους μετανάστες. Εκτός κι αν μόνο εσύ είσαι Θεός και μόνο εσύ μπορείς να αποφασίσεις ποιος αξίζει να ζει και ποιος να πεθάνει. Δύσκολη δουλειά αδελφέ, άστο καλύτερα.
Η αυτοδικία είναι ένας εξαιρετικά επικίνδυνος δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Για αυτό και πρέπει να τιμωρείται. Το λιντσάρισμα πρέπει να τιμωρείται. Η ανομία και η παραβατικότητα πρέπει να τιμωρούνται. Από τους αρμόδιους, γρήγορα, αποτελεσματικά και δίκαια. Δεν μπαίνουν τέτοια ζητήματα σε ζυγαριά ή σε διαπραγμάτευση. Όχι από εμάς.
Οι οργανωμένες κοινωνίες τα έχουν λύσει αυτά. Το ίδιο και οι σοβαρές αστικές δημοκρατίες. Εμείς δεν είμαστε τίποτα από τα δύο. Επειδή δεν θέλουμε να είμαστε.
Εμείς θέλουμε τον αστυνόμο στο κατώφλι μας όταν μας ληστεύουν, το βύσμα στο τσεπάκι μας όταν μας γράφουν, τον «μπάτσο – γουρούνι – δολοφόνο» σε απόσταση ρίψης όταν φτιάχνουμε ή έστω όταν ονειρευόμαστε μολότοφ και ταξικές επαναστάσεις.
Εμείς θέλουμε το κράτος – πατερούλη να μας πληρώνει και μας διορίζει, για να το κλέβουμε και το βρίζουμε, να το επικαλούμαστε όταν απουσιάζει, να του πετάμε πέτρες όταν πλησιάζει.
Ο Ζακ ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος που τον σκότωσαν οι «νοικοκυραίοι», διαβάζω.
Πιθανόν να συνέβη ακριβώς έτσι.
Αλλά αυτό δεν μου προκαλεί περισσότερη λύπη. Μου προκαλεί περισσότερο φόβο.
Γιατί , πίσω από τέτοιου είδους προσεγγίσεις μου φαίνεται ότι κρύβονται πολλοί που σήμερα «θρηνούν», αλλά αύριο θα πλάκωναν με χαρά στις κλωτσιές έναν πεσμένο «νοικοκυραίο».
Ακόμα περισσότερο μου προκαλεί απέχθεια για τον εαυτό μου. Διότι εύκολα αυτός ο φόβος γίνεται μίσος. Και το μίσος, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, γίνεται κλωτσιές.
Παλιάνθρωπος κι εγώ;
Παλιάνθρωπος. Δυστυχώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου