Απάτη σε χρηματοδότηση ακαδημαϊκής έρευνας στην Ελλάδα αποκάλυψε
έρευνα του OLAF, όπως ανακοίνωσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία
Καταπολέμησης της Απάτης.
Με βάση το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) η περίπλοκη υπόθεση απάτης αφορά Ελληνίδα επιστήμονα και δίκτυο διεθνών ερευνητών και επιχορήγηση περίπου 1,1 εκατ. ευρώ από τον Εκτελεστικό Οργανισμό του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ERCEA) σε ελληνικό πανεπιστήμιο.
Σύμφωνα με τον OLAF, τα χρήματα προορίζονταν για τη χρηματοδότηση ενός ερευνητικού έργου που διευθύνεται από μία νεαρή επιστήμονα, της οποίας ο πατέρας εργαζόταν στο εν λόγω πανεπιστήμιο. Το έργο υποτίθεται ότι περιλάμβανε ένα δίκτυο με περισσότερους από 40 ερευνητές από όλο τον κόσμο υπό την ηγεσία της νεαρής επιστήμονα.
Ο OLAF υποπτεύθηκε την απάτη για πρώτη φορά όταν ανακάλυψε πώς πληρώνονταν οι διεθνείς ερευνητές. Οι επιταγές εκδόθηκαν στο όνομα μεμονωμένων ερευνητών, αλλά στη συνέχεια κατατέθηκαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς σε πολλούς δικαιούχους.
Οι υποψίες ενισχύθηκαν όταν προέκυψε ότι οι επιταγές κατατέθηκαν προσωπικά στους τραπεζικούς λογαριασμούς από την επικεφαλής επιστήμονα.
Η ερευνητική ομάδα του OLAF αποφάσισε να πραγματοποιήσει επιτόπιο έλεγχο στο εν λόγω πανεπιστήμιο. Παρά τις προσπάθειες της επικεφαλής ερευνήτριας να παρεμποδίσει την έρευνα και με τη βοήθεια των ελληνικών εθνικών αρχών επιβολής του νόμου, που παρείχαν πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς και τις ψηφιακές έρευνες, ο OLAF μπόρεσε να συγκεντρώσει τα στοιχεία πίσω από την απάτη.
Όπως αναφέρει το ΚΥΠΕ, βρέθηκαν ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έδειξαν ότι η επιστήμονας είχε δημιουργήσει τους τραπεζικούς λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται για να «πληρώσει» τους διεθνείς ερευνητές και κατέστησε τον εαυτό της δικαιούχο των λογαριασμών για να αποκτήσει πρόσβαση στα χρήματα. Ο OLAF ακολούθησε τα οικονομικά ίχνη και κατάφερε να αποδείξει ότι τα μεγάλα ποσά είτε αναλήφθηκαν σε μετρητά από την επιστήμονα είτε μεταφέρθηκαν στον ιδιωτικό λογαριασμό της.
Ορισμένοι από τους ερευνητές που λέγεται ότι συμμετείχαν στο ερευνητικό έργο ήρθαν σε επαφή με τον OLAF. Κανένας από αυτούς δεν γνώριζε ότι το όνομά του ήταν συνδεδεμένο με το έργο ή είχε γνώση των τραπεζικών λογαριασμών που είχαν ανοίξει στο όνομά τους ή για τυχόν πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν σε αυτά.
Ο γενικός διευθυντής της OLAF Ville Itälä δήλωσε ότι «αυτή η έρευνα καταδεικνύει για άλλη μια φορά τη σημασία της πρόσβασης σε τραπεζικά αρχεία προκειμένου να καταπολεμηθεί με επιτυχία η απάτη». Το τεράστιο μέγεθος και το εύρος του δικτύου των ερευνητών που φέρεται να εμπλέκονται σε αυτό το έργο αποτέλεσαν πραγματική πρόκληση για τους ερευνητές του OLAF.
Η ικανότητά τους να αποκτήσουν πρόσβαση και να επαληθεύσουν λογαριασμούς που έχουν δημιουργηθεί για να «πληρώνουν» ερευνητές από ολόκληρο τον κόσμο ήταν ζωτικής σημασίας στοιχείο για να φτάσουν στο τέλος αυτής της προσπάθειας απάτης επί του προϋπολογισμού της ΕΕ - και αυτό θα μπορούσε να είχε σημαντικές επιζήμιες επιπτώσεις στη φήμη των ερευνητών των οποίων τα ονόματα έτυχαν εκμετάλλευσης ως μέρος της απόπειρας απάτης.
Η έρευνα ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του περασμένου έτους με συστάσεις προς τον ERCEA για ανάκτηση περίπου 190.000 ευρώ (το μερίδιο της επιχορήγησης 1,1 εκατ. ευρώ που φέρεται να καταβλήθηκε στους διεθνείς ερευνητές), καθώς και στις εθνικές αρχές για την κίνηση δικαστικών διαδικασιών κατά των εμπλεκομένων.
Με βάση το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) η περίπλοκη υπόθεση απάτης αφορά Ελληνίδα επιστήμονα και δίκτυο διεθνών ερευνητών και επιχορήγηση περίπου 1,1 εκατ. ευρώ από τον Εκτελεστικό Οργανισμό του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ERCEA) σε ελληνικό πανεπιστήμιο.
Σύμφωνα με τον OLAF, τα χρήματα προορίζονταν για τη χρηματοδότηση ενός ερευνητικού έργου που διευθύνεται από μία νεαρή επιστήμονα, της οποίας ο πατέρας εργαζόταν στο εν λόγω πανεπιστήμιο. Το έργο υποτίθεται ότι περιλάμβανε ένα δίκτυο με περισσότερους από 40 ερευνητές από όλο τον κόσμο υπό την ηγεσία της νεαρής επιστήμονα.
Ο OLAF υποπτεύθηκε την απάτη για πρώτη φορά όταν ανακάλυψε πώς πληρώνονταν οι διεθνείς ερευνητές. Οι επιταγές εκδόθηκαν στο όνομα μεμονωμένων ερευνητών, αλλά στη συνέχεια κατατέθηκαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς σε πολλούς δικαιούχους.
Οι υποψίες ενισχύθηκαν όταν προέκυψε ότι οι επιταγές κατατέθηκαν προσωπικά στους τραπεζικούς λογαριασμούς από την επικεφαλής επιστήμονα.
Η ερευνητική ομάδα του OLAF αποφάσισε να πραγματοποιήσει επιτόπιο έλεγχο στο εν λόγω πανεπιστήμιο. Παρά τις προσπάθειες της επικεφαλής ερευνήτριας να παρεμποδίσει την έρευνα και με τη βοήθεια των ελληνικών εθνικών αρχών επιβολής του νόμου, που παρείχαν πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς και τις ψηφιακές έρευνες, ο OLAF μπόρεσε να συγκεντρώσει τα στοιχεία πίσω από την απάτη.
Όπως αναφέρει το ΚΥΠΕ, βρέθηκαν ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία έδειξαν ότι η επιστήμονας είχε δημιουργήσει τους τραπεζικούς λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται για να «πληρώσει» τους διεθνείς ερευνητές και κατέστησε τον εαυτό της δικαιούχο των λογαριασμών για να αποκτήσει πρόσβαση στα χρήματα. Ο OLAF ακολούθησε τα οικονομικά ίχνη και κατάφερε να αποδείξει ότι τα μεγάλα ποσά είτε αναλήφθηκαν σε μετρητά από την επιστήμονα είτε μεταφέρθηκαν στον ιδιωτικό λογαριασμό της.
Ορισμένοι από τους ερευνητές που λέγεται ότι συμμετείχαν στο ερευνητικό έργο ήρθαν σε επαφή με τον OLAF. Κανένας από αυτούς δεν γνώριζε ότι το όνομά του ήταν συνδεδεμένο με το έργο ή είχε γνώση των τραπεζικών λογαριασμών που είχαν ανοίξει στο όνομά τους ή για τυχόν πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν σε αυτά.
Ο γενικός διευθυντής της OLAF Ville Itälä δήλωσε ότι «αυτή η έρευνα καταδεικνύει για άλλη μια φορά τη σημασία της πρόσβασης σε τραπεζικά αρχεία προκειμένου να καταπολεμηθεί με επιτυχία η απάτη». Το τεράστιο μέγεθος και το εύρος του δικτύου των ερευνητών που φέρεται να εμπλέκονται σε αυτό το έργο αποτέλεσαν πραγματική πρόκληση για τους ερευνητές του OLAF.
Η ικανότητά τους να αποκτήσουν πρόσβαση και να επαληθεύσουν λογαριασμούς που έχουν δημιουργηθεί για να «πληρώνουν» ερευνητές από ολόκληρο τον κόσμο ήταν ζωτικής σημασίας στοιχείο για να φτάσουν στο τέλος αυτής της προσπάθειας απάτης επί του προϋπολογισμού της ΕΕ - και αυτό θα μπορούσε να είχε σημαντικές επιζήμιες επιπτώσεις στη φήμη των ερευνητών των οποίων τα ονόματα έτυχαν εκμετάλλευσης ως μέρος της απόπειρας απάτης.
Η έρευνα ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του περασμένου έτους με συστάσεις προς τον ERCEA για ανάκτηση περίπου 190.000 ευρώ (το μερίδιο της επιχορήγησης 1,1 εκατ. ευρώ που φέρεται να καταβλήθηκε στους διεθνείς ερευνητές), καθώς και στις εθνικές αρχές για την κίνηση δικαστικών διαδικασιών κατά των εμπλεκομένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου