Βουλευτής με άμεσο, οικονομικό συμφέρον στα όσα καλείται να νομοθετεί. Ασυμβίβαστο.
Βουλευτής σε οικονομικές σχέσεις με το δημόσιο. Ασυμβίβαστο.
Δήλωση πόθεν έσχες στην οποία εξετάζεται μόνο το έσχες. Ασυμβίβαστο με τη λογική.
Η περίπτωση Πάτση ζέχνει. Ο ίδιος διαρρηγνύει ιμάτια, κι εμφανίζει το στέρνο του γεμάτο κρεμαστά με χάντρες για ιθαγενείς. Οι εξηγήσεις του εκφράζονται με ύφος καθαρότητας και λόγια γεμάτα νομικίστικες κρυψώνες. Πότε άγνοια, πότε αφέλεια, πότε λάθη του συστήματος, αλίμονο (γι’ αυτόν), δεν πείθει. Δεν πείθει την κυβέρνηση, δεν πείθει την αντιπολίτευση, δεν πείθει τους Έλληνες. Είναι «ασυμβίβαστος» κι απατεώνας, καθότι βουλευτής. Όμως, τουλάχιστον ως προς τη μεγάλη, την κεντρική υπόθεση με τα κόκκινα δάνεια, δεν μπορώ να μην αναρωτιέμαι:
Κι άμα δεν ήταν βουλευτής; Θα ‘ταν λιγότερο ανήθικος;
Άσε τον Πάτση. Άσ’ τον εκλεγμένο. Πάρε το Γεροντόπουλο, που αν εξαιρέσει κανείς ένα πενταμελές στην 1η γυμνασίου, ποτέ δεν τον εξέλεξε κανείς, πουθενά. Ιδρύω λοιπόν μια εταιρία. Σωκράτης. Κι ο Σωκράτης παίρνει, μέσω συνεργασίας μου με τράπεζα, ένα δάνειο 4 εκατομμυρίων (εν έτει 2010!), κι αγοράζει από την ίδια τράπεζα κόκκινα δάνεια αξίας 63 εκατομμυρίων για το 1/15 της τιμής τους. Έχει δικαίωμα η τράπεζα να πουλήσει; Έχει. Έχει δικαίωμα ο Σωκράτης να τ’ αγοράσει; Έχει. Μαγκιά του και μαγκιά μου. Αλλά, να πάρει και να σηκώσει, πού στην ευχή μπαίνει το κράτος στην εξίσωση; Δεν μπαίνει; Κι αν δεν μπαίνει, είμαστε εντάξει εμείς μ’ αυτό;
Πασίγνωστο: Στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις. Η ίδια η χώρα δεν σπάει τον κανόνα της: δηλώνει σεβασμό και προστασία στην πρώτη κατοικία, κι άρα σέβεται και προστατεύει την πρώτη κατοικία. Ό,τι δηλώνει. Όμως αν μια εταιρία, ένας οργανισμός, μια επιχείρηση ή ένα φυσικό πρόσωπο, μπορεί με τόση άνεση ν’ αγοράσει για ψίχουλα ένα πακέτο οικονομικών διαδρομών που, στην άκρη τους έχουν τα σπίτια των ανθρώπων, πού στην ευχή κρύβεται ο σεβασμός κι η προστασία; Πού στην ευχή βρίσκεται το ενδιαφέρον για τη βασική ανάγκη της στέγασης, η οποία (όχι και τόσο) ειρήσθω εν παρόδω περνάει την πιο μεγάλη κρίση της στο ελληνικό χρονικό της μεταπολίτευσης;
Μην παρεξηγηθώ, αφελής δεν είμαι: όχι, δεν αναρωτιέμαι γιατί ο κάθε Πάτσης κι ο κάθε Γεροντόπουλος μπορεί ν’ αγοράζει τόσο φθηνά τα σπίτια του κόσμου σε πακέτο, ενώ οι ίδιοι οι οφειλέτες δεν μπορούν. Αν ως τράπεζα επιτρέπω στον κάθε δανειολήπτη, στο τέλος του δρόμου να κρατάει το σπίτι του δίνοντάς μου το 7% του αρχικού ποσού, πάει, το κλείσαμε το μαγαζί. (Το ότι ευθύνεται κι η ίδια η τράπεζα για το «κοκκίνισμα» του δανείου της, αυτό ας το αφήσουμε γι’ άλλη φορά). Εδώ που τα λέμε, το τι επιτρέπει ή δεν επιτρέπει μια τράπεζα, είναι κάτι που δεν μπορεί να το ελέγξει ο πολίτης. Ούτε να το απαιτήσει. Το τι της επιτρέπει ή όχι το κράτος όμως, είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Κι αυτός ο παπάς οφείλει και θα ‘πρεπε να ‘χει τον πολίτη γι’ αρχιεπίσκοπο!
Ούτως ειπείν, κι επειδή τσάμπα το κουράζουμε, ο Πάτσης είν’ εξοργιστικός ως εκλεγμένος, μα στα δικά μου μάτια είν’ εξίσου εξοργιστική όλη αυτή η μπίζνα ακόμα κι από μη εκλεγμένους. Όχι μονάχα γιατί το κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι σου είναι θεμέλιο στην πυραμίδα του Μάσλοου, μα και γιατί, στο φινάλε, είναι πολύ κουραστικό όλο αυτό. Εξουθενωτικό! Να μεγαλώνεις με παραμύθια γεμάτα κακούς δράκους και καλούς ήρωες, ενώ το παραμύθι της ενήλικης ζωής τούς βρίσκει όλους καψαλισμένους απ’ τη φωτιά ενός δράκου που είναι νόμιμος, κι άρα δεν γίνεται να ‘ναι κακός. Γίνεται;
«Αφού είναι νόμιμο, τι συζητάμε;» είπε ο Πάτσης σε πρωινή εκπομπή. Βέβαια, ούτε νόμιμο είναι το χαΐρι του, όμως το πρόβλημα φαντάζει μεγαλύτερο. Ο νόμος στην Ελλάδα ακολουθεί τρεκλίζοντας μια ηθική που βαδίζει και μια λογική που τρέχει. Κι ω του θαύματος, η ανηθικότητα κι ο παραλογισμός κάνουνε πλιάτσικο, κι απάντηση σ’ αυτό... «τι συζητάμε;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου