Μαμά,
ο Περικλής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας είναι ο δικός μας ο παππούς ο
Περικλής; Η ερώτηση ήρθε όλο περηφάνια από τον μικρό Χρήστο που κάπου
άκουσε για τον χρυσό αιώνα του Περικλή και τον μπέρδεψε με τον δικό μας.
Κάτι το παρουσιαστικό του δικού μας, κάτι οι διηγήσεις για το ποιόν του
και ο συνδυασμός ήρθε κι έδεσε στο παιδικό μυαλό. Οχι, Χρήστο μου, ο
δικός μας παππούς είναι ήρωας της σύγχρονης δημοκρατίας μας.
Το
παραμύθι που σου είπε μιλούσε για τότε που έπιασε φωτιά το δάσος. Και
όλα τα ζώα του δάσους έτρεχαν να κρυφτούν για να σωθούν. Και τότε ένα
τόσο δα πλασματάκι, το λιλιπούτειο κολιμπρί, το πουλάκι που ήταν σαν
έντομο μικρό, πήγε στο ποτάμι και πήρε λίγο νερό στο ράμφος του και
πέταξε πίσω στις φλόγες και το έριξε πάνω τους για να τις σβήσει. Και
ξαναπήγε να ξαναπάρει νερό και να το ξαναρίξει στη φωτιά. Αμέτρητες
φορές.- «Μα δεν θα καταφέρεις να σβήσεις τη φωτιά», του έλεγαν τα άλλα ζώα, «τι κάνεις;».
- «Εγώ πάντως κάνω ό,τι μπορώ για να σβήσω τη φωτιά» τους απάντησε.
Αυτό το παραμύθι το θυμάσαι, Χρήστο. Σου το είπε ο παππούς που άντεξε τα βασανιστήρια για να μην κινδυνέψουν οι φίλοι του και όχι για να μην προδώσει κάποιες αφηρημένες ιδέες. Που στο υστερόγραφό του για τους «Ανθρωποφύλακες», σημείωνε ότι «το βιβλίο δεν θα γραφόταν ποτέ αν οι φιλήσυχοι και αντικειμενικοί άνθρωποι όλης της γης δεν βοηθούσαν, με την αδιαφορία τους και τη σιωπή τους, στην επέκταση και στη συνέχιση των βασανιστηρίων» και μας προέτρεπε να μην ησυχάζουμε όσο αδικούνται οι άνθρωποι. Με εφηβική επαναστατικότητα. Και ευγένεια. Γιατί, όπως λέει και ο Γκάτσος, «Οι ήρωες είναι πάντα ευγενικοί, γεννιούνται μ’ ένα χρυσαφένιο χρώμα, μ’ όνειρα που τους τα φτιάχνει η συννεφιά, μ’ ελπίδες που φυτρώσαν μέσ’ στο χώμα (…). Κι όταν η νύχτα τούς σκεπάζει με σιωπή, πετάν’ το θρύλο στα πουλιά κι αποκοιμιούνται…».
Δεν είναι εύκολο να αποχαιρετάς αγαπημένους. Περικλή, σε ευχαριστούμε που υπήρξες.
Μαρία κουράγιο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου